ΕΠΙ ΕΠΙΚΑΙΡΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ Ἐκδίδεαι ἀπό τό Κέντρο Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς ἡ Ἁγία Αἰκατερίνη, (Διεύθυνσις: Στρογγύλη 194.00 Κορωπί Τ.Θ. 54. Τηλ. 210 60 20 176) Ὑπεύθυνος: Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικῆς Κήρυκος |
▪ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ | ▪ ΙΣΤΟΡΙΚΑ-ΕΓΓΡΑΦΑ | ▪ ΕΚΔΟΣΕΙΣ | ▪ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΝΟΙ | ▪ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΗΡΥΚΟΣ | ▪ ΘΕΟΛΟΓΙΑ |
Τεύχος 65. Ὁ π. Εὐστάθιος κινεῖται ἐμφανῶς πλέον εἰς τά πλαίσια τῶν σχεδίων τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Δέν ἠδυνήθη αὐτήν τήν φοράν νά ἀποκρύψῃ τόν πρωταγωνιστικόν του ρόλον. Ἄν καί ἐγνώριζε πολύ καλά ὅτι οἱ ἐν Αὐστραλίᾳ ὀρθόδοξοι ἐνορῖτές του ἔφυγον ἀπό τό ἐπιτραχήλιόν του, καί περιωρίσθηκαν εἰς τήν «κατ’ οἶκον ἐκκλησίαν» των, ἐπειδή κατά τήν τελευταίως ἐκδηλωθεῖσαν ἐκκλησιαστικήν κρίσιν, δέν ἐπέδειξεν ὁμολογιακήν στάσιν ἔναντι τοῦ ὑπούλως προωθουμένου καί εἰς τόν χῶρόν μας παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ, εἰς τηλεφωνικήν του ἐπικοινωνίαν μέ τόν ἀδελφό Ἀντώνιο ἀπό τήν Λάρισα εἶπεν ἀπειλητικά: «Αὐτοί μοῦ βάλανε φωτιά στήν Αὐστραλία, ἐγώ θά τούς βάλω φωτιά στήν Ἑλλάδα, στήν Λάρισα, στό Μενίδι, παντοῦ ...».. «Ἅμ’ ἔπος, ἅμ’ ἔργον». Δέν ἄργησε νά «βάλη τήν φωτιά». Μέ τόν γνωστόν ὕπουλον τρόπον του, πού εἶναι δύσκολο νά τόν ἀντιληφθὴ ἐκεῖνος, πού δέν τόν γνωρίζει, κατώρθωσε νά εἰσδύση εἰς τήν Μητρόπολιν Λαρίσης, καί νά ξεσηκώση τήν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς Ἁγίων Ἀποστόλων Ραψάνης κατά τοῦ Γέροντός των π. Ἀμφιλοχίου καί ἐν συνεχείᾳ κατά τοῦ Ἐπισκόπου Κηρύκου μετά τοῦ ὁποίου συνειργάζετο, εἰς τόν ἀγῶνα κατά τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ, ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Λαρίσης Πανάρετος καί νά ἐγείρη τινάς ἐκ τῶν ἀδελφῶν τῆς Λαρίσης εἰς ἀνταρσίαν. Καί διά νά μή γίνη ἀντιληπτόν ὅτι ὑποκινητής τῆς ἀντασρίας ἦτο ὁ ἴδιος, τούς ὑπεκίνησε νά φωτοτυπήσουν ἕν δακτυλογραφημένον κείμενον τοῦ Ἀπαλλακτικοῦ Βουλεύματος 54/76, ἐπί τοῦ ὁποίου καί ἐπί τῆς πρώτης σελίδος, ἄνω, ὑπάρχει ἡ ὑπογραφή μου «Ἱερομόνα;χος Κήρυκος Κοντογιάννης» καί ἡ ἡμερομηνία τῆς ἀποφάσεως «13.2.1976», καί νά διαδώσουν ὅτι «ὁ Ἐπίσκοπος Κήρυκος ἐγνώριζε τό Ἀπαλλακτικόν Βούλευμα ἀπό τό 1976», καί ἑπομένως κακῶς δέν τό ἐπεκαλέσθη ἀπό τότε. Μάλιστα πρός μεγαλυτέραν παραπλάνησιν, τούς συνέστησε νά φωτοτυπήσουν καί νά κυκλοφορήσουν μόνον τάς τρεῖς πρώτας σελίδας αὐτοῦ τοῦ κειμένου, ὥστε νά μήν ἴδουν οἱ ἀναγνῶσται ὅτι πρόκειται περί ἀνυπογράφου, καί ἀσφραγίστου καί ἑπομένως μή δυναμένου νά χρησιμοποιηθῆ δημοσίως ἐγγράφου, καί νά μή φαίνεται εἰς τό κείμενον καί ποία εἶναι ἡ ἡμερομηνία τῆς ἀποφάσεως, ὥστε ὁ ἀναγνώστης νά νομίζῃ ὅτι ἡ ἡμερομηνία 13.2.1976 εἶναι ἡ ἡμερομηνία πού ἐλάβομεν γνῶσιν τοῦ Ἀπαλλακτικοῦ Βουλεύματος. Ὁ ὑποκινητής, ὅμως, αὐτῆς τῆς σκευωρίας. π. Εὐστάθιος, ὀλίγους μήνας πρίν, εἶχε προβῆ ὁ ἴδιος προσωπικῶς εἰς ἄλλην παρομοίαν σκευωρίαν, τήν ὁποίαν προφανῶς διότι ἀπέτυχεν θέλησε νά τήν ἐπαναλάβη μέσω τῶν Λαρισαίων ὁπαδῶν του. Εἰς τηλεφωνικήν μας ἐπικοινωνίαν, καί εἰς τήν προτροπήν μου νά πάρῃ θέσιν ὡς νομικός εἰς τό θέμα τοῦ Ἀπαλλακτικοῦ Βουλέύματος μοῦ ἐπέρριψε ... εὐθύνην, εἰπων μοι: «’Αφοῦ ἐγνώριζες τό Ἀπαλλακτικόν Βούλευμα, διατί ἐδέχθης νά χειροτονηθῆς Ἐπίσκοπος;». Ἡ ἀπάντησις πού τοῦ ἐδόθη ἦτο σαφής καί κατηγορηματική: «Γνωρίζεις πολύ καλά π. Εὐστάθιε ὅτι πρίν ἀπό τήν εἴσοδόν μου εἰς τόν Ἱερόν Κλῆρον ἀπήτησα νά ὁμολογήσουν δημοσίως τί τέλος πάντων ἐδέχθησαν τό 1971. Καί ἐν ἔτει 1981 διετύπωσαν Συνοδικῶς τήν Ὁμολογίαν, ὅ,τι οὐδέ μέ τόν λογισμόν τους ἐδέχθησαν χειροθεσίαν ἐπί σχισματικῶν. Ἡ λεγομένη χειροθεσία ἦτο μία τυπική ἐξωτερική πρᾶξις, ὑπό τήν ἔννοιαν τῆς συχγωρητικῆς εὐχῆς. Εἰς ἀπόδειξιν μάλιστα τούτου μοί ἐπέδειξαν καί δύο ἐπιστολάς τοῦ Μητροπολίτου τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς Φιλαρέτου, τήν μίαν πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέαν καί τήν ἄλλην πρός τόν Μητροπολίτην Κιτίου Ἐπιφάνειον, ὅπου ἐκφράζει τό παράπονόν του διατί ἐδῶ εἰς τήν Ἑλλάδα δέν ἀνέγνωσαν εἰς τούς ὑπολοίπους Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς τήν συγχωρητικήν εὐχήν. Κατόπιν τούτου ἐδέχθην νά χειροτονηθῶ. Ὅσον ἀφορᾶ τήν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίαν μου, γνωρίζετε πολύ καλά ὅτι ὁ Μακαριώτατος ἐκείνην τήν ἐποχήν ἔγραφε τόσα κατά τῶν «πέντε» σχετικά μέ τό θέμα αὐτό, ἀλλά καί μεμονωμένως οἱ τρεῖς παραμείναντες ‘Αρχιερεῖς ὡς Ὀρθόδοξος Σύνοδος διετύπωσαν σαφέστατα καί πρό τοῦ 1995 καί μετά τό 1995 αὐτήν τήν καθαράν Ὁμολογίαν, ὅτι δηλαδή ἡ λεγομένη χειροθεσία ἐγένετο δεκτή ὡς μία ἁπλῆ τυπική πράξις ὑπό τύπον συγχωρητικῆς εὐχῆς, καί δέν ἐθίγετο δι’ αὐτῆς τό μυστήριον τῆς ὑφ’ ἐνός χειροτονίας, τό ὁποῖον δογματικῶς καί μυστηριακῶς ἦτο πλῆρες καάι τέλειον. Διατί σήμερον δέν ἀπαντοῦν εἲς ὅσους ἰσχυρίζονται τά ἀντίθετα, καί παρουσιάζουν τήν χειροθεσίαν ὡς ἐπί σχισματικῶν, ὡς ἀναχειροτονίαν κλπ». Καί τόν διεβεβαίωσα ὅτι ὑπό τάς σημερινάς συνθήκας, καί ἐάν δέν ὁμολογήσουν ἡ ἀποδοχή χειροτονίας ἀπό αὐτούς θά ἰσοδυναμεῖ μέ ἄρνησιν καί βλασφημίαν ὡσάν ἐκείνην τοῦ Κορινθίας Καλλίστου. Ὁ π. Εὐστάθιος φαίνεται δέν ἱκανοποιήθη τότε διά τοῦτο καί ἐπανῆλθε, καί ξεσήκωσε τούς Λαρισαίους εἰς ἀνταρσίαν, ἀλλά εἶχε καί τήν τόλμη, νά ἔλθη εἰς τό Ἐπισκοπεῖον καί νά μοῦ εἴπη: «Γιατί διαδίδεις ψευδεῖς εἰδήσεις. Δέν ξέρεις πώς αὐτό ἔχει καί νομικές συνέπειες;» Ἐπειδή δέν περίμενα μιά τέτοια ἀπειλή, καί διότι δέν κατάλαβα ποῦ ἀναφέρεται, τοῦ ἐζήτησα νά μοῦ ἐξηγήση τί ἐννοεῖ. Καί μοῦ ἐξήγησε: «Ἐκυκλοφόρησαν (ἰδού πῶς ἐπεχείρησε νά ἐπιρρίψη ἀλλοῦ τήν εὐθύνην τῆς πράξεώς του) ἕνα κείμενο τῆς ἀποφάσεως πάνω στό ὁποῖο ἔχεις γράψει τό ὄνομά σου καί τήν ἡμερομηνία 13.2.76, ἀπό τό ὁποῖο φαίνεται ὅτι γνώριζες τήν ἀπόφασι ἀπό τότε, ἐνῶ στήν «Ὀρθόδοξο Πνοή», γράφεις ὅτι ἔλαβες γνῶσιν αὐτῆς τό 1998, ἀπό τά «Πάτρια» τοῦ Καλλιοπίου. Τοῦτο εἶναι διάδοσις ψευδοῦς εἰδήσεως καί διώκεται». Ὁμολογῶ πώς ἦτο τόσο προκλητικός ὁ ἀγαπητός π. Εὐστάθιος πού ἠναγκάσθην νά τοῦ μιλήσω πολύ αὐστηρά, ἀλλά διεπίστωσα πώς ἐκείνη τήν στιγμή τουλάχιστον δέν καταλάβαινε τίποτε ...... ζοῦσε σέ ἄλλο κόσμο, ἤ καταλάβαινε καί ... ἔπαιζε θαυμάσια τόν ὑποκριτικό του ρόλο. Εἰς τήν συνέχεια, ὅμως, ἔδειξε πώς κατάλαβε καί διά νά «διορθώσῃ» μοῦ συνέστησε ... διά νά μή διαδίδωνται ... ψευδεῖς εἰδήσεις, νά κάνω μίαν δημοσίευσιν καί νά δηλώσω, ὅτι πρίν ἀπό τά Πάτρια εἶχα ὑπ’ ὄψιν μου καί τό κυκλοφοροῦν δακτυλογραφημένον ἔγγραφον τοῦ Ἀπαλλακτικοῦ Βουλεύματος. Ἀλλά καί ἐδῶ ὁ ἀγαπητός π. Εὐστάθιος, ἔπεσε σέ «γκάφα», διότι ἄν διάβαζε τί ἀκριβῶς ἔγραψα στήν Ὀρθόδοξον Πνοήν δέν θά ἐξετίθετο τόσον. Τόν παραπέμπω, λοιπόν, εἰς τήν «ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΠΝΟΗΝ» τοῦ μηνός Δεκεμβρίου 2003 (τεῦχος 143), εἰς τήν στήλην «ΟΛΙΓΑ ΕΚ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ» (Μέρος 1ον), σελ. 454, νά ἴδη τί ἀκριβῶς ἔγραψα καί νά μή διαστρεβλώνη καί σκιαμαχῆ, ἤ καί ἀπειλῆ δικαστικῶς.... Ἐν προκειμένω γράφω ὅτι ΟΥΔΕΠΟΤΕ ΕΛΑΒΟΝ ΓΝΩΣΙΝ ΤΟΥ ΒΛΑΣΦΗΜΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΑΠΑΛΛΑΚΤΙΚΟΥ ΒΟΥΛΕΥΜΑΤΟΣ 54/76. Ἰδού τὀ ἀκριβές ἀπόσπασμα αὐτοῦ τοῦ δημοσιεύματός μου: «Τοῦ ΒΛΑΣΦΗΜΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΑΠΑΛΛΑΚΤΙΚΟΥ ΒΟΥΛΕΥΜΑΤΟΣ ἡμεῖς οὐδέποτε ἐλάβομεν γνῶσιν, διότι ὁ Σεβ/τος Πειραιῶς ποτέ δέν μᾶς τό ἀπεκάλυψεν. Γνῶσιν αὐτοῦ ἐλάβομεν μόλις τό 1998, ὅταν τό εἴδομεν δημοσιευμένον εἰς τόν 10ον Τόμον τῶν Πατρίων». Δηλαδή, ἀγαπητέ π. Εὐστάθιε, δέν γράφω ὅτι δέν γνώριζα ὅτι ἐξεδόθη τό ‘Απαλλακτικόν Βούλευμα, διότι αὐτό εἶχε γραφεῖ, ὅπως διεπίστωσα ἐκ τῶν ὑστέρων εἰς τόν Κήρυκα, ὅταν ἐγώ ἤμην εἰς ‘Αλεξανδρούπολιν στρατιώτης, γράφω ὅτι δέν γνώριζα τό ΒΛΑΣΦΗΜΟΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΝ α\’υτοῦ τοῦ ‘Απαλλακτικοῦ Βουλεύματος. Διά δέ τό ἐπιχείρημά τοῦ π. Εὐσταθίου, ὅτι ἐφ’ ὅσον εἶχα στά χέρια μου τό συγκεκριμένο δακτυολογραφημένον κείμενον τῆς ἀποφάσεως ἦτο ἑπομένως φυσικόξν νά τό ἐγνώρισα, ἄν καί ἐδόθησαν συντριπτικαί ἀπαντήσεις, καί ἐπ’ αὐτοῦ καί γενικώτερον, εἰς τό ἄρθρον τοῦ θεολόγου κ. Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, εἰς τήν ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΠΝΟΗΝ, Αὐγούστου 2005 ὑπό τόν ττλον: «Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ», θεωρῶ σκόπιμον νά συμπληρώσω ὡς ἐκ περισσοῦ καί τά ἑξῆς: 1)
Ἡ ὑπογραφή μου ἐπί τοῦ ἐγγράφου ἐτέθη, ὅχι διότι ἐμελέτησα τό κείμενον
καί τό ἀπεδέχθην, ὅπως ἀνοήτως καί μέ πονηρίαν λέγουν τινές, ἀλλά πρός
ἔνδειξιν τοῦ προσωπικοῦ φακέλλου, ὅπου κατ’ ἀρχήν τοποθετοῦσα ὡρισμένα
ἀπό τά «ὑπ’ ὄψιν θέματα», δηλαδή ἐκεῖνα τά θέματα, τά ὁποῖα εἶχον εἰς
τό πρόγραμμα νά μελετήσω ἐν καιρῶ. Τοιοῦτον θέμα ἦτο καί τό θέμα τῆς
λεγομένης χειροθεσίας τοῦ 1971, κατόπιν μάλιστα καί τῆς ἐντολῆς, τήν
ὁποίαν ἐλάβομεν μετά τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη ἀπό τήν Ἱεράν
Σύνοδον ἐν ἔτει 1981, νά ἀνοίξωμεν φάκελλον καί νά συγκεντρώσωμεν ὅλα
τά στοιχεῖα πού ἔχουν σχέσιν μέ αὐτό διά τήν εἰς βάθος διερεύνησίν του.
2) Αὐτό, τό χειρόγραφον, εὑρέθη εἰς τά Γραφεῖα, περί τό 1998, τήν περίδο πού ἦτο εἰς ἐξέλιξιν τό δικαστήριον τῆς Σαλαμίνας, ὅτε ὁ Πειραιῶς Νικόλαος ὅλως ἀνοήτως ζητοῦσε ἀπό τούς δικηγόρους νά τό ἐπικαλεσθοῦν εἰς τήν δικογραφίαν. Τοῦτο λοιπόν τό ἔγγραφον μέ πολλά ἄλλα, πού ἦσαν πρός ἀρχειοθέτησιν, τό ἀρχειοθέτησα, χωρίς νά μελετήσω τό περιεχόμενόν του, εἰς τόν σχετικόν φάκελλον, ὁπόθεν τό ἔβγαλα πολύ ἀργότερα, καί συγκεκριμένα, ὅταν οἱ Φλωρινικοί καί ὁ Βασίλειος Σακκᾶς ἔθεσαν θέμα χειροθεσίας ἐπί σχισματικῶν καί οἱ Ἀρχιερεῖς ἦρνοῦντο νά λάβουν θέσιν, εἰς ἀντίθεσιν μέ τήν μέχρι τότε καθαράν ὁμολογίαν των. 3) Τό θέμα αὐτό τῆς χειροθεσίας καί ὅλων τῶν συναφῶν (‘Απαλλακτικά Βουλεύματα) δέν ὑπῆρχε κανένας λόγος νά τό ἐρευνήσω, ἐνόσω κατά μέν τήν δεκαετίαν τοῦ 1980 ὅλοι οἱ Ἀρχιερεῖς, κατά δέ τήν 5ετίαν 1990-95 οἱ τρεῖς ‘Αρχιερεῖς ἀντιμετώπιζον τάς προκλήσεις τοῦ Παλαιοημερολογιτικο[]υ Οἰκουμενισμοῦ Ο(ΜΟΛΟΓΙΑΚΩΣ. Ὅταν ὅμως διεφάνη ὅτι τό νέον κίνημα προδοσίας ἐπιχειρεῖ διά παντός τρόπου νά παρασύρῃ ὅλους τούς Ἀρχιερεῖς εἰς τό νά ὑπαναχωρήσουν εἰς τό θέμα τῆς χειροθεσίας, ὅπως παλαιότερον ἔγινε μέ τόν Κάλλιστο, καί νά παραδεχθοῦν ἅπαντες, ὅτι τό 1971 ἔγινε «χειροθεσία ὡς ἐπί σχισματικῶν» καί ἑπομένως «μᾶς ἀναγνωρίζουν οἱ πάντες, καί αὐτός ὁ Χριστόδουλος», καί πλέον «δέν ὑπάρχει διαφορά μεταξύ Φλωρινικῶν καί Ματθαιϊκῶν» (Σακκᾶς). καί ἑπομένως δέν ἔχει κανένα νόημα νά συζητῶμεν τά ὑπόλοιπα θέματα τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου, κλπ. κλπ., τότε ἠναγκάσθημεν μετά τοῦ θεολόγου ‘Ελευθρείου Γκουτζίδη, νά ἐνδιατρίψωμεν μέ τό θέμα, νά ἀνοίξωμεν τούς σχετικούς φακέλλους, καί ἔτσι ἦλθε εἰς τήν «τράπεζαν τῶν συζητήσεων» καί τό Ἀπαλλακτικόν Βούλευμα, τοῦ ὁποίου τό περιεχόμενον, μετά καί τήν δημοσίευσιν αὐτοῦ ὑπό τῶν Πατρίων, διεπιστώθη βλάσφημον. 4) Ἀμέσως τό ἔθεσα ὑπ’ ὄψιν εἰς τόν Σεβασμιώτατον Νικόλαον καί τοῦ προέτεινα νά φέρη τό θέμα εἰς τήν Σύνοδον, ἐζήτησα μάλιστα νά μᾶς φέρη τό πρωτότυπον καί ἐπικυρωμένον ἀντίγραφον τῆς ἀποφάσεως, ἤ καί ὅ,τι σχετικόν, ἀλλά οὐδεμία ἐνέργεια ἐγένετο ἐκ μέρους του. 5) Ἑτέρωθεν ὁ κ. Ἐλ. Γκουτζίδης ἐζήτησε τήν σχετικήν δικογραφίαν καί ἔλαβε τήν ἀπάντησιν ὅτι οἱ φάκελλοι τοῦ 1974-76 κατεστράφησαν μετά τήν παρέλευσιν 20 ετίας. 6) Τότε ἠναγκάσθην νά καταφύγω εἰς τούς δικηγόρους, διά νά μοῦ ὑποδείξουν τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖον θά μπορέσω νά ἔχω τό ἐπίσημον κείμενον τοῦ Ἀπαλλακτικοῦ Βουλεύματος, καί οἱ ὁποῖοι εἶχον εἰς τά Γραφεῖά των τά «Πάτρια» τοῦ Καλλιοπίου ἀπ’ ὅπου ἐφωτοτύπησα καί τό 54/76 τοῦ Πειραιῶς καί τό 46/91 τῆς Δράμας, καί ἀφοῦ διεπίστωσα ὅτι εἶναι τό ἴδιο μέ τό ἀσφράγιστο καί ἀνεπικύρωτον ἐκεῖνο ἔγγραφον ἤδη ἤρχισα νά τό ἐπικαλοῦμαι κανονικῶς 7) ‘Οφείλω νά ὑπογραμμίσω ὅτι οἱ ἀγαπητοί ἐν Λαρίση, νομίζοντας ὅτι «ἔκαμαν μίαν μεγάλην ἀνακάλυψιν» καί στηριζόμενοι ἀσφαλῶς στήν συμβολή τοῦ π. Εὐσταθίου, καί θεωρώντας τούς ἀνθρώπους ἀνοήτους, διέδωσαν σκοπίμως, ὅτι «ὁ Ἐπίσκοπος Κήρυκος γνώριζε τό Ἀπαλλακτικόν Βούλευμα ἀπό τό 1976 καί τό ἀπέκρυπτε». Νόμιζαν, ὅτι κανείς δέν θά γνώριζε ὅτι Ἱερομόναχος ἐχειροτονήθην τό 1982, ἐνῶ τό 1976 ὑπηρέτουν τήν στρατιωτικήν μου θητείαν εἰς ‘Αλεξανδρούπολιν, καί ἐπομένως δέν ἦτο δυνατόν ἀπό τότε νά ἐγνώριζα τό βλάσφημον περιεχόμενον τοῦ ‘Απαλλακτικοῦ Βουλεύματος. Νομίζω πώς δι’ ὅσους διαθέτουν κοινήν λογικήν δέν χρειάζεται νά γράψω περισσότερα, ὅμως παραμένει μία ἀπορία, τήν ὁποίαν μόνον ὁ ἀγαπητός π. Εὐστάθιος μπορεῖ νά μᾶς τήν λύση. «Ἐσεῖς π. Εὐστάθιε πού τόσον ἐνδιαφέρον δείχνετε διά τό πότε ἔλαβα γνῶσιν τοῦ Ἀπαλλακτικοῦ Βουλεύματος, πότε τό ἐγνωρίσατε; Καί ἄν δέν τό ἐγνωρίζατε ἀπό τό 1976, (θέτω αὐτήν τήν πιθανότητα, διότι εἴχατε σχέσιν μέ τούς κύκλους τοῦ τότε Κορινθίας Καλλίστου, οἱ ὁποῖοι ἐπεκαλοῦντο πληθωρικῶς τήν χειροθεσίαν τοῦ 1971. ἀκόμη καί ... δικαστικές ἀποφάσεις), καί τό γνωρίσατε ἀπό τό 1998, τί θέσιν ἐλάβατε; Περιμένω μίαν σαφῆ καί συγκεκριμένην ἀπάντησιν καί ὄχι ὑπεκφυγάς, ὅπως κάμνατε μέχρι σήμερον. |