ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΗΡΥΚΟΣ

ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Γ.Ο.Χ.

ΟΜΙΛΙΑΙ



 ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΟΜΙΛΙΑΙ
ΑΡΘΡΑ ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ


ΟΜΙΛΙΑΙ
ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ
ΚΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΩΝ ΔΙΔΑΧΩΝ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ


Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔζησε σέ μιά περίοδο μεγάλης δοκιμασίας διά τό Ἔθνος καί τήν Ὀρθοδοξία. Δέν ὑπῆρξε ἴσως ἄλλη πιό σκοτεινή περίοδος τοῦ ‘Εθνικοῦ μας καί θρησκευτικοῦ βίου. Κυριαρχοῦσε παντοῦ «πικρῆς σκλαβιᾶς χειροπιαστό σκοτάδι». Ὑπῆρχε τόση ἀγραμματωσύνη, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά ἔχουν ἀγριέψει. Γι’ αὐτό καί πρώτη του ἐνασχόλησις ἦτο τά γράμματα, ἡ παιδεία, ἡ ἵδρυσις σχολείων. Μέσα ἀπό τόν τρόπον τινά ἀπολογισμόν τοῦ ἔργου του, τόν ὁποῖον ἔκαμε εἰς μίαν ἐπιστολήν του τήν ὁποίαν ἀπέστειλε τό 1779, δηλαδή τό ἔτος τοῦ μαρτυρίου του, στόν ἀδελφό του τόν Χρύσανθο, ὁ ὁποῖος ἦτο σχολάρχης στή Νάξο, καταλαβαίνουμε σέ ποιά πλαίσια ἐκινήθη τό παιδευτικό του πρόγραμμα. Γράφει:
“Τά κατ’ ἐμέ δέ καί περί ἐμέ φαίνονται πολλά καί ἀπίστευτα εἰς τούς πολλούς καί μήτε ἐγώ δύναμαι νά τά καταλάβω. Τόσον δέ μόνον λέγω σοι, διά νά δοξάσης τόν Κύριον καί νά χαρῆς, ὅτι γίνεται ἀρκετή μετάνοια εἰς τούς ἀδελφούς. Ἕως τριάκοντα ἐπαρχίας περιῆλθον, δέκα σχολεῖα Ἑλληνικά ἐποίησα, διακόσια διά τά κοινά γράμματα, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καί τόν λόγον βεβαιοῦντος διά τινων ἐπακολουθησάντων σημείων”.
‘Εδῶ βλέπομεν ὅτι ἡ ἐπιτυχία τοῦ ἔργου του δέν ὀφείλεται σέ «ἐκπαιδευτικά προγράμματα», ἀλλά εἰς τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ. Καί σκοπός του δέν ἦταν οἱ ολλές γνώσεις, ἀλλά ἡ κατά τήν Ἑλληνορθόδοξον παράδοσιν «μόρφωσις Χριστοῦ» στίς καρδιές τῶν ἀκροατῶν του. Ὅπως διαβάζουμε καί σέ ἄλλες κατηχήσεις κέντρο τῆς διδασκαλίας του ἡ Ἀγία Τριάδα, ἡ ‘Ενανθρώπησις τοῦ Χριστοῦ, ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Θεοῦ, οἱ ἅγιοι, ἡ προσευχή και μάλιστα ἡ νοερά προσευχή, ἡ κάθαρσι τῆς καρδιᾶς ἀπό τά πάθη, ἡ μετάνοια καί γενικά ὅ,τι συμβάλλει εἰς τήν καλλιέργειαν γνησίου ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ φρονήματος. Κατεφέρετο, βεβαίως κατά τῆς ἀγραμματωσύνης, διό καί προέτρεπε τούς Χριστιανούς νά ἱδρύουν Σχολεία, ἀλλά το περιεχόμενο τῆς παιδείας καί ὁ σκοπός τῶν σχολείων ἦταν πολύ διαφορετικά ἀπό τό περιεχόμενο καί τόν σκοπό τῆς παιδείας πού κυριαρχοῦσε τότε στήν Δύση. ‘Ιδού τί λέγει σέ μιά διδαχή του:
“Σᾶς λέγω καί ἄλλο ἄν θέλετε νά μέ σκλαβώσετε. Ἔχω ένα φυσικόν ἰδίωμα ἐγώ: ἀπό μικρόν παιδίον ὁπού ἤμουνα ἀγαποῦσα τά μικρά παιδιά καί ὅταν βλέπω κανένα παιδίον μέ φαίνεται νά ἀνοίξω τἠν καρδίαν μου νά τό βάλω μέσα. Ἀνίσως καί θέλετε νά μέ σκλαβώσετε, δέν ἡμπορείτε μέ ἄλλον τρόπον παρά ἄν θέλετε νά μοῦ χαρίσετε τά παιδιά σας. Ἐγώ νά τά εὔχωμαι, νά παρακαλώ τόν Θεόν νά ζήσουν, νά προκόψουν καί ἡ εὐγένειά σας νά τά θρέφετε, νά τά ἔχωμε μαζί. Σᾶς βαστάει ἡ καρδιά σας νά μοῦ τά χαρίσετε; –Χάρισμά σου, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. –Μέ ἐσκλαβώσετε, ἀδελφοί μου, τώρα ὁπού καί τό αἷμα μου νάχύσω διά τἠν ἀγάπην σας, δέν με φαίνεται τίποτες. Καλά, ἡ εὐγένειά σας μοῦ ἐχαρίσετε τά παιδιά σας, ἀμή ἐγώ τί έχω νά σᾶ χαρίσω; Σᾶς παρακαλώ, νά εἰπῆτε χριστιανοί μου, διά ἐκείνους ὁπού μοῦ ἐχάρισαν τά παιδιά τους, τρεῖς φορές: Ὁ Θεός συγχωρήσοι καί ἐλεήσοι αυτούς. Ἕνας ἄνθρωπος θέ νέ σέ φιλεύση. Τί εἶσαι καλύτερα εὐχαριστημένος; Νά σοῦ δώση δέκα λειτουργίες μουχλιασμένες ή μία νά εἶναι γερή καί καλή; Καλά παιδιά μου, μοῦ ἐχαρίσετε τά παιδιά σας, ἀμή νά ἰδοῦμεν, ἔχετε καί σχολεῖον ὁπού νά διαβάζουν, νά μανθάνουν γράμματα τά παιδιά σας; –Δέν ἐχομε, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. –Τέτοια παιδιά ἀγράμματα μοῦ ἐχαρίσετε; Τί τα θέλω; Χάρισμά σας. Παιδιά ὡσάν τά γουρουλόπουλα νά ἔχω δέν τό καταδέχομαι, διατί εἶμαι υπερήφανος. Χάρισμά σας. Ὡσάν θέλετε χαρίσετέ μου καί ἕνα σχολείον ἐδώ εἰς τήν χώραν σας νά μανθάνουν τά παιδιά μας γράμματα, νά ἠξεύρουν ποῦ περιπατούνε καί τότε νάν τά εὔύχωμαι νά ζήσουν, νά προκόψουν. Αμή δεν είναι καλά να βάλετε όλοι σας να κάμετε ένα ρεφενέ, να βάλετε καί ἐπιτρόπους νάν τό κυβερνοῦν το σχολείον, νά βάνουν διδάσκαλον νά μανθάνουν ὅλα τά παιδιά καί πλούσια καί πτωχά χωρίς νά πληρώνουν; Διατί ἀπό το σχολείον μανθάνομεν τό κατά δύναμιν τί εἶναι Θεός, τί εἶναι ἁγία Τριάς, τί εἶναι άγγελοι, ἀρχάγγελοι, τί εἶναι δαίμονες, τί εἶναι παράδεισος, τί εἶναι Κόλασις, τί εἶναι ἁμαρτία, ἀρετή. Ἀπό τό σχολεῖον μανθάνομεν τί εῖναι ἁγία Κοινωνία, τί εἶναι Βάπτισμα, τί εἶναι τό ἅγιον Εὐχέλαιον, ὁ τίμιος Γάμος, τί εἶναι ψυχή, τί εἶναι κορμί, τα πάντα ἀπό τό σχολεῖον τά μανθάνομεν, διατί χωρίς τό σχολεῖον περιπατοῦμεν εἰς τό σκότος. Καλύτερα νά ἔχης εἰς τήν χώραν σου σχολεῖον ἑλληνικόν παρά νά ἔχης βρῦσες και ποταμούς, διατί ἡ βρύσις ποτίζει τό σῶμα, τό δέ σχολεῖον ποτίζει τήν ψυχήν, τό σχολεῖον ανοίγει τές ἐκκλησίες, τό σχολεῖον ἀνοίγει τά μοναστήρια. Ἀνίσως καί δἐν ἤτανε σχολεῖα, ποῦ ἤθελα ἐγώ νά μάθω νἀ σᾶς διδάσκω; Ἐγώ, χριστιανοί μου, ἔφθειρα τήν ζωήν μου εἰς τήν σπουδήν σαράντα πενήντα χρόνους, ἐγώ εδιάβασα καί περί ἱερέων καί περί ἀσεβῶν καί περί ἀθέων καί περί αἰρετικών, τά βάθη τῆς σοφίας ἐρεύνησα. Ὅλες οἱ πίστες εἶναι ψεύτικες, κάλπικες, ὅλες τοῦ Διαβόλου. Τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινόν, θεῖον, οὐράνιον, σωστόν, τέλειον καί διά λόγου μου καί διά λόγου σας, πώς μόνη ἡ πίστις τῶν εὐσεβῶν καί ὀρθοδόξων χριστιανῶν είναι καλή καί ἁγία, τό νά πιστεύωμεν καί νά βαπτιζώμεθα εἰς τὀ ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγἰου Πνεύματος”.
Ἕνα ἄλλο στοιχεῖο τοῦ γνησίου ὀρθοδόξου φρονήματος ἀπό τό ὁποῖον ἐμφορεῖτο ἡ διδασκαλία του ἦτο καί τό γεγονός, ὅτι βόωνμε πολύ τό ἱεραποστολικό φρόνημα. Ἔβλεπε τόν ἑαυτό του σάν ἀπεσταλμένο τοῦ Χριστοῦ, διά τοῦτο καί ἡ διδασκαλία του πάντοτε ἔφερνε μετάνοια στούς ἀκροατές του καί ἐπιστροφή στόν Θεό, τά δέ θαύματα τά ὁποῖα ἐπιτελοῦσε ἀποδείκνυαν ὅτι πράγματα οἱ ἄνθρωποι ἤρχοντο κοντά στόν Θεό. Θεωροῦσε τόν ἑαυτό του ἀνάξιο γι’ αὐτό τό ἔργο, ἀλλά καί ὑποχρεωμένο νά τό φέρη εἰς πέρας. Τἀ λόγια πάνω σέ αὐτό τό θέμα θυμίζουν τά λόγια τοῦ ‘Αποστόλου Παύλου:“Ἐγώ γάρ εἰμί ὁ ἐλάχιστος τῶν Ἀποστόλων, ὅς οὐκ εἰμί ἱκανός καλεῖσθαι ἀπόστολος” (Α' Κορ. ιε', 9). Ἔκανε πολύ συχνά ἀναφορές στό ἀποστολικό ἔργο καί ἐπανελάμβανε:
«Εὔλογον καί πρέπον ήτον, αδελφοί μου, να είχα και εγώ την καρδίαν μου καθαράν, ωσάν τους αγίους Αποστόλους, εδώ οπού αξιώθηκα και ήλθα εις την ευλογημένην σας χώραν και σάς απέλαυσα και με εδεχθήκετε ως Απόστολον του Χριστού μας, να έχω εκείνην την χάριν του παναγίου Πνεύματος να ευλογήσω την χώραν σας, μα δεν την έχω, επειδή και είμαι αμαρτωλός. Πλήν αποτολμώ και παρακαλώ τον γλυκύτατόν μου Ιησούν Χριστόν και Θεόν, καθώς ευσπλαγχνίσθη τότε δια μέσου των αγίων Αποστόλων, έτσι και τώρα να ευσπλαγχνισθή ο Κύριος δια πρεσβειών της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας και πάντων των Αγίων και δι’ ευχών του πανιερωτάτατου αυθέντου και δεσπότου ημών και των αγίων ιερέων, να στείλη ουρανόθεν την χάριν του και την ευλογίαν του να ευλογήση και αυτήν την χώραν και όλα τα χωρία των χριστιανών, να ευλογήση τα σπίτια σας και να ευλογήση και τους άνδρας και τας γυναίκας, τα παιδιά σας, τα πράγματά σας και τα έργα των χειρών σας. Και πρώτον, αδελφοί μου, άμποτε να ευσπλαγχνισθή ο Κύριος να συγχωρήση τα αμαρτήματά σας, ανίσως έχετε ωσάν εμένα, ειδέ και δεν έχετε να σάς φυλάγη να μη κάμετε, και να φυτεύση και να ριζώση εις την καρδίαν σας την ειρήνην, την αγάπην, την ομόνοιαν, την πραότητα, την θερμήν πίστιν, την ορθήν εξομολόγησιν και να σάς αξιώση να περάσετε και εδώ καλά, ειρηνικά, ηγαπημένα και εις αυτήν την ματαίαν ζωήν και μετά ταύτα να πηγαίνετε και εις τον Παράδεισον, εις την πατρίδα μας την αληθινήν, να χαίρεσθε και να ευφραίνεσθε, να δοξάζετε την αγίαν Τριάδα”.
Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό τοῦ κηρύγματός του καί τοῦ ἔργου του γενικά ἦτο τό προφητικόν του χάρισμα, ἐφαίνετο δηλαδή ἕνα ἕνας προφλητης τοῦ Θεοῦ, ὄχι μέ τήν ἔννοια τοῦ προλέγειν τά μέλλοντα, (καί αὐτό ἔγινε), ἀλλά ὑπό τήν εὐρυτέραν ἔννοιαν τοῦ προφητικοῦ του ἔργου, δηλαδή τοῦ ἀνθρώπου πού φέρνει τό μήνυμα τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους. Αὐτό ἀκριβῶς ἀποδεικνύει καί τό γεγονός, ὅτι ἔκαμεν πολύ συχνά ἀναφορές στόν Προφήτη ‘Ηλία, σέ τέτοιο σημεῖο, ὥστε νά παραλληλίζη τήν ἀποστολή του, μέ τήν ἀποστολή τοῦ Προφήτου ‘Ηλία. Ἔλεγε διά τόν Προφήτη ‘Ηλίαι:
«Ὁ Προφήτης Ηλίας, χριστιανοί μου, όταν θα έλθη να διδάξη, δεν θα φανερωθή εις τον κόσμον ως λέγει το άγιον Πνεύμα. Μόνον δύο πράγματα θα φανερωθούν: Ὁ ζήλος του και το κήρυγμά του. Και των δύο αυτών με κατέστησεν άξιον ο Θεός και μου τα εδώρησε με το άπειρόν του έλεος”.
Ἦταν τόσο ἔντονη ἡ αἴσθησις τῆς παρουσίας τοῦ Προφήτου Ἠλία, ὥστε νά προτρέπει τούς χριστιανούς, ὅταν ἐρχόνταν νά τοῦ ἀσπαστοῦν τό χέρι νά ψάλλουν τό ἀπολυτίκιο τοῦ Προφήτου Ἠλία: Λέγει σέ μία ὁμιλία του:
“Τώρα η ευγένειά σας έχετε σκοπόν να μου φιλήσετε το χέρι. Ο πανάγαθος Θεός να σάς ευλογήση. Και αν πέσετε όλοι απάνου μου, εγώ αποθαίνω. Αμή δεν είναι καλύτερα να φιλήσετε την εικόνα του Ιησού Χριστού μας και να τον παρακαλέσετε να με φυλάγη από τές παγίδες του Διαβόλου και μάλιστα των Εβραίων, οπού εξοδιάζουν χιλιάδες πουγγιά δια να με θανατώσουν; Και εγώ σάς εύχομαι. Μά πάλιν, παιδιά μου, δια να μη σάς πικράνω, σταθήτε δεξιά και αριστερά και εγώ το δίνω το χέρι μου. Και μη το πιάνετε και με τραβάτε ένας εδώ και άλλος εκεί, διατί με ξεπλατίζετε και αποθαίνω, άνθρωπος είμαι και εγώ, δεν είμαι άγγελος. Και μη φωνάζετε και με ξεκουφαίνετε. Κάμετε στράτα, χριστιανοί μου. Ομπρός όλοι οι άγιοι ιερείς και οι ψαλτάδες ψάλλοντες το “Ένσαρκος Άγγελος”.
Ὁμιλῶν καί διά τόν ἀντίχριστο, τόν ὁποῖο ἐντοπίζει εἰς τήν ὕπαρξι τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι τόν πολεμοῦσαν καί τελικά τόν ἐθανάτωσαν, λέγει:
«Ὁ Αντίχριστος αδελφοί μου, είναι άνθρωπος, οπού έχει κακήν γνώμην, κακήν προαίρεσιν και κατοικάει μέσα ο Διάβολος εις την καρδίαν του και λέγει πώς είναι Θεός και ο Αντίχριστος θέ να θανατώση τον προφήτην Ηλίαν. Εγώ, αδελφοί μου, εξετάζοντας έμαθα και εκατάλαβα πώς ο προφήτης Ηλίας ήλθε και ο Αντίχριστος ήλθε και εθανάτωσε τον προφήτην Ηλίαν. Ο προφήτης Ηλίας, χριστιανοί μου, είναι ζωντανός τόσες χιλιάδες χρόνους και ηξεύρει ο Θεός που τον έχει φυλαγμένον έως την σήμερον. Ανίσως και θέλετε να μάθετε που ευρίσκεται, εδώ κοντά είναι και αυτός: τα λόγια όπου σάς λέγω εκεινού είναι”.
Δηλαδή ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἦταν ἕνας ἀληθινός ἱεραπόστολος μαζί καί ἐθναπόστλος.  Ἡ διδασκαλία του ἀπέβλεπε στήν μετάνοια, στήν ἐπιστροφή στόν Θεό, στήν γνῶσι καί στήν ἐφαρμογή τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ, στήν ζωή τῆς ‘Εκκλησίας, δηλαδή στήν ἐσωτερική λύτρωσι τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία θά ἔφερνε, ὅπως καί τήν ἔφερε, καί τήν λύτρωσι τήν ἐξωτερική, τήν λύτρωσι ἀπό τήν σκλαβιά τῶν Τούρκων. Καί τό ἔργο καί ἡ προσφορά του ἐσφραγίσθηκαν καί μέ τό τίμιο αἷμά Του, τό μαρτυρικό του θάνατο, διά τοῦτο εἶναι καί ἱερομάρτυρας καί τιμᾶται ὡς ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ. Καί ὅλο αὐτό τό  καταπληκτικό διά τήν ἐποχή του ἔργο, φθάνει καί σέ μᾶς, καί στούς χριστιανούς ὅλων τῶν αἰώνων, καί μᾶς παραγγέλλει νά βαδίσουμε στά ἴχνη του, καί νά ἐγκολπωθοῦμε τήν διδασκαλία του, δηλαδή νά παραμείνουμε ‘Ορθόδοξοι, καί μάλιστα γνήσιοι, ὄχι μόνον κατ’ ὄνομα, ἀλλά καί στήν πραγματικότητα, νά μείνουμε πιστοί στίς παραδόσεις καί νά ἀκολουθήσουμε πιστά τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, νά ἀγωνισθοῦμε μέχρις ἐσχάτης μας ἀναπνοῆς ἵνα «μορφωθῆ Χριστός ἐν ἡμῖν», ὥστε νά βροῦμε τό πραγματικό νόημα στήν  ζωή μας. ‘Αμήν.

ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ
@ ΓΟΕΕ 2006