«Είναι όντως φοβερό το όραμα που είδε ο Άγιος Αντώνιος σχετικά με την παρουσία αιρετικών μέσα σε ορθόδοξους ναούς. Το όραμα αυτό αιτιολογεί, εξηγεί παραστατικά για ποιο λόγο οι Άγιοι Πατέρες απαγορεύουν με συνοδικούς κανόνες την είσοδο αιρετικών σε καθαγιασμένους χώρους, την συμμετοχή τους σε ακολουθίες και λειτουργίες, τις συμπροσευχές και τα συλλείτουργα. Οι αιρετικοί μη δεχόμενοι την διδασκαλία της Εκκλησίας, των Αποστόλων και των Αγίων, επηρεάζονται από τους δαίμονες και τον πατέρα τους τον διάβολο, στην προβολή πλανεμένων απόψεων. Γι’ αυτό και η διδασκαλία τους «μάλλον άγονος και άλογος και διανοίας εστίν ουκ ορθής, ως η των ημιόνων αλογία». Συγκλονίσθηκε λοιπόν, και ετρόμαξε ο Άγιος Αντώνιος, όταν επέτρεψε ο Θεός να δει στο όραμά του τους Αρειανούς να περικυκλώνουν το Άγιο Θυσιαστήριο ως ημίονοι (= μουλάρια), να το λακτίζουν και να το μιαίνουν. Τόση ήταν η λύπη και η στεναχώρια του, ώστε έβαλε τα κλάμματα, όπως πικράθηκαν και έκλαυσαν πολλοί ευσεβείς, όταν είδαν τον αιρεσιάρχη πάπα να εισάγεται μέσα στον ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, τον οποίο μάλιστα Άγιο κατήργησε το Βατικανό, και να τον μολύνει. Είμαστε βέβαιοι πως, αν διαβάσουν και μάθουν αυτό το όραμα του Αγίου οι πατριάρχες,οι αρχιεπίσκοποι και οι επίσκοποι, αν βέβαια εξακολουθούν ως Ορθόδοξοι να σέβονται και να ακολουθούν την ζωή και την διδασκαλία των Αγίων, θα διακόψουν τις λειτουργικές αμοιβαίες φιλοξενίες και επισκέψεις, τις εβδομάδες συμπροσευχής και τις αποστολές αντιπροσωπειών στις θρονικές εορτές. Γιατί διαφορετικά θα συμπεριλαμβάνονται και αυτοί ως συνεργοί στο φρικτό όραμα του Μ. Αντωνίου. Κατά την διήγηση του Μ. Αθανασίου στο «Βίο», ενώ ησχολείτο με το εργόχειρό του καθιστός ο Μ. Αντώνιος, περιήλθε σε ένα είδος εκστάσεως και αναστέναζε πολύ βλέποντας την οπτασία. Μετά από αρκετή ώρα στράφηκε προς τους παρισταμένους μοναχούς, εξακολούθησε να στενάζει και να τρέμει. Έπεσε στα γόνατα για να προσευχηθεί και έμεινε γονατιστός επί πολύ ώρα. Όταν σηκώθηκε έκλαιγε ο Γέροντας. Ετρόμαξαν οι παριστάμενοι και εφοβήθηκαν πολύ, γι’ αυτό τον παρακάλεσαν να τους εξηγήσει. Και αφού τον επίεσαν πολύ και τον εξεβίασαν αναστέναξε πάλι και είπε: «Παιδιάμου είναι καλύτερα να πεθάνω, πριν να συμβούν όσα είδα στην οπτασία. Θα πέσει στην Εκκλησία η οργή του Θεού, και θα παραδοθεί σε ανθρώπους που είναι άλογα κτήνη. Είδα την Αγία Τράπεζα του ναού, στο Κυριακό της σκήτης να περικυκλώνεται σ’ όλες της πλευρές από μουλάρια, τα οποία κλωτσούσαν και χοροπηδούσαν, όπως συνηθίζουν να κάνουν αυτά τα άλογα κτήνη. Είδατε και αντιληφθήκατε πως εστέναζα προηγουμένως; Το έκανα γιατί άκουσα φωνή που έλεγε: «Θα μιανθεί το θυσιαστήριό μου». Αυτά είδε ο Γέροντας. Και μετά από δύο ακριβώς έτη έγινε επίθεση των Αρειανών και η αρπαγή των Εκκλησιών. Άρπαξαν τα ιερά σκεύη με τη βία, τα έδωσαν σε ειδωλολάτρες να τα κρατούν, τους εξανάγκασαν να μετέχουν στις συνάξεις τους και παρόντων αυτών έκαναν στην Αγία Τράπεζα ό,τι ήθελαν. Τότε καταλάβαμε όλοι μας, λέγει ο Μ. Αθανάσιος, ότι τα λακτίσματα εκείνα των ημιόνων προεμήνυαν στον Αντώνιο όσα πράττουν τώρα οι Αρειανοί ως κτήνη. Μετά την οπτασία ένιωσε την ανάγκη ο Γέροντας να ενθαρρύνει και να παρηγορήσει τους γύρω του λέγοντας: «Μη λυπάσθε, παιδιά μου, γιατί όπως οργίσθηκε ο Κύριος, έτσι πάλι και θα θεραπεύσει το κακό. Σύντομα η Εκκλησία θα επαναποκτήσει την ομορφιά της και θα λάμψει. Θα δείτε αυτούς που εξορίστηκαν να επιστρέφουν, την ασέβεια να υποχωρεί και να κρύβεται, και την ευσεβή πίστη να εμφανίζεται και να κυριαρχεί παντού, αρκεί σεις να μην μιανθήτε από την αίρεση των Αρειανών, γιατί δεν είναι η διδασκαλία των Αποστόλων, αλλά των δαιμόνων και του πατρός αυτών του διαβόλου, άλογη και άκαρπη, σαν την αλογία των ημιόνων».
Ἐν ἐπιλόγω γράφει ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης:
«Η οργή του Θεού έχει καταλάβει την Εκκλησία εδώ και πολλές δεκαετίες. Ο Παπισμός και ο Οικουμενισμός θριαμβεύουν. Τότε ο Μ. Αθανάσιος και οι άλλοι Πατέρες κατενόησαν τον κίνδυνο, που περιέγραφε το όραμα του Μ. Αντωνίου. Τώρα βλέπουμε να μολύνονται οι ναοί και τα θυσιαστήρια από συμπροσευχές και συλλείτουργα με τους «αλόγους» αιρετικούς και ενισχύουμε την μόλυνση και την επαινούμε, συλλακτίζοντες κι εμείς μέσα εις τα Άγια των Αγίων. Αν παρακολουθήσει κανείς οικουμενίστικα συλλείτουργα και συμπροσευχές, σαν αυτό που έγινε στην Καμπέρα, στην Ζ’ Γενική Συνέλευση του Παγκόσμιου Συμβουλίου των δήθεν Εκκλησιών, και σαν αυτά που γίνονται συχνά με τη συμμετοχή ιερέων ομοφυλοφίλων που τολμούν και κρατούν το Άγιο Δισκοπότηρο και γυναικών επισκόπων και ιερειών, η εικόνα υπερβαίνει και το όραμα του Μ. Αντωνίου. Μόνη ελπίδα για να επανεύρει η Εκκλησία την ομορφιά της είναι η σύσταση και συμβουλή του Μ. Αντωνίου: «Μόνον μη μιάνετε εαυτούς μετά των Αρειανών». Μόνο να μη μιανθούμε από την κοινωνία μας με τον Παπισμό και Οικουμενισμό, με τους φιλοπαπικούς και οικουμενιστάς Ορθοδόξους. Επειδή μέχρι τώρα δεν το επράξαμε δυναμικά και αποφασιστικά, γι’ αυτό παρατείνει ο Θεός επί έτη την οργή του, την αιχμαλωσία των Ορθοδόξων στην παναίρεση του Οικουμενισμού. Μέχρι πότε επίσκοποι, ιερείς, μοναχοί και λαϊκοί θα επιτρέπουμε τα άλογα κτήνη, τους αιρετικούς, να λακτίζουν και να μιαίνουν τα Ιερά και τα Άγια της Ορθοδοξίας; Όσο απρακτούμε και βρίσκουμε διάφορες προφάσεις πνευματικοφανείς, το βδέλυγμα της ερημώσεως θα ίσταται εν τόπω αγίω».