ΠΩΣ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΓΟΥΜΕ ΤΗΝ ΦΙΛΑΥΤΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΤΙΝΑ ΠΑΘΗ
1. Εξέτασε, αδελφέ, πώς φέρεσαι στον εαυτό σου, και πρώτα αν μισείς τον εαυτό σου σαν έναν επίβουλο, και σαν τον πλέον μεγαλύτερο εχθρό σου. Διότι αυτό το μίσος είναι άγιο, είναι σωτηριώδες, με το να σε κάνει να εναντιώνεσαι στο φρόνημα της σαρκός και στο θέλημα του διαβόλου, και απεναντίας να υποτάσσεσαι στο θέλημα του Θεού. Εάν δε εσύ κολακεύεις και αγαπάς τον εαυτό σου άτακτα, και πέρα από το μέτρο που πρέπει, αλίμονο σε σένα. Εσύ έτσι δε θα μπορέσεις ούτε να κοπιάσεις, ούτε να θλιβείς, ούτε να κακοπαθήσεις, ούτε πειρασμό να υπομείνεις, ούτε να υποταχθείς μέχρι θανάτου στο θέλημα και τις εντολές του Κυρίου, όπως απαιτεί το επάγγελμα του Χριστιανού. Και για να μιλήσω απλά, εσύ αν είσαι φίλαυτος και αγαπάς τον εαυτό σου, μισείς στ’ αλήθεια τον εαυτό σου και θα τον καταστρέψεις.
Αν πάλι μισείς τον εαυτό σου, τότε αγαπάς στ’ αλήθεια τον εαυτό σου και θα τον σώσεις, όπως είπε ο Κύριος “ο φιλών την ψυχήν αυτού, απολέσει αυτήν και ο μισών την ψυχήν αυτού εν τω κόσμω τούτω εις ζωήν αιώνιον φυλάξει αυτήν” (Ιω. 12:25). Γι’ αυτό όλοι οι θείοι πατέρες συμφωνούν και λένε ότι η φιλαυτία είναι η ρίζα και η πηγή όλων ομού των κακιών και των παθών. Και χωρίς αυτή από μόνος του ο διάβολος δεν μπορεί να βλάψει τον άνθρωπο ούτε στο παραμικρό.
Έπειτα, εξέτασε αν είσαι ένας από εκείνους που λογαριάζουν πως η ζωή αυτή μας δόθηκε από το Θεό για να παίζουμε και ξεφαντώνουμε, όπως το λέει ο Σολομώντας “ελογίσαντο παίγνιον είναι την ζωήν ημών, και τον βίον πανηγυρισμόν επικερδή” (Σοφ. 15:12), ώστε να μην έχει κανείς τίποτε άλλο να κάνει, παρά να χαίρεται στον κόσμο αυτό. Αλλά αν έχεις ένα παρόμοιο λογισμό, είσαι πολύ πλανεμένος και άκρως αφρονέστατος. Γιατί, επειδή εσύ βρέθηκες πταίστης της μεγαλειότητας του Θεού και θανάσιμα αμάρτησες, επειδή παρέβης την εντολή του, έπρεπε παρευθύς να σε θανατώσει ο Θεός και να σε καταδικάσει στην αιώνια κόλαση, όπως είναι το δίκαιο. Για τη φιλανθρωπία του, όμως, και για την ελπίδα της μετάνοιας σου, δε σε θανάτωσε, αλλά σου άφησε τη ζωή μετά την αμαρτία, όχι για άλλο σκοπό, παρά για να μετανοήσεις και να αναπληρώσεις με νέες υποταγές την περασμένη παρακοή σου, όπως λέει ο μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος: “δι’ αυτό μεν τοι και την ζωήν ταύτην ο Θεός συνεχώρησεν ημίν, τόπον μετανοίας παρεχόμενος. Ει μη γαρ τούτο ην ευθύς αμαρτών ο άνθρωπος και της ζωής ταύτης εστέρητο αν. Τι γαρ ην όφελος αυτής;”.
Λοιπόν, εσύ που είσαι φταίχτης, εσύ πρέπει να γίνεσαι ομοίως και κριτής του εαυτού σου και πρέπει να τον παιδεύσεις, σαν παραβάτη των εντολών του Θεού, με μια ανάλογη των αμαρτιών σου ικανοποίηση και παιδεία. Γιατί αν εσύ εδώ δεν κάνεις σωστά αυτή την κρίση κατά του εαυτού σου, να ξέρεις ότι θα έρθει ο Θεός να την κάνει στη Δευτέρα Παρουσία με άκρα δικαιοσύνη και με τόσες τιμωρίες, ώστε να αποδεικνύουν ταυτόχρονα και την άπειρη αγιότητά του και το άπειρο μίσος που έχει στην αμαρτία.
2. Εξέτασε τον εαυτό σου για τη μετάνοια που κάνεις, πρώτον τι λογής είναι η εσωτερική σου διάθεση και μετάνοια, η οποία συνίσταται στο να μισείς τις αμαρτίες σου περισσότερο από κάθε άλλο κακό, όπως είναι γραμμένο “του ευρείν την ανομίαν αυτού και μισήσαι” (Ψαλμ. λε΄ 2).
Δεύτερον, αν γυμνάζεσαι συχνά μ’ αυτές τις πράξεις και τα έργα της μετάνοιας, τα οποία είναι οι νηστείες, οι γονυκλισίες, οι αγρυπνίες, οι κόποι, τα δάκρυα και τα λοιπά.
Τριτον, αν η αιτία της μετάνοιάς σου είναι μόνο για την αγάπη που χρωστάς στο Θεό και όχι για κάνενα άλλο καλό. Και αυτή είναι ένας κόπος τέλειος που δικαιώνει την ψυχή. Ή, αν αντίθετα η αιτία είναι η κόλαση ή η ζημιά που προξενεί η αμαρτία στην ψυχή, τόσο στην εδώ θεία χάρη όσο και στην εκεί θεία δόξα. Και αυτή είναι ένας κόπος ατελής που διαθέτει και ετοιμάζει την ψυχή στη δικαίωση, αλλά δεν τη δικαιώνει, όπως λένε πολλοί Θεολόγοι.
3. Εξέτασε ποια είναι η εξωτερική σου μετάνοια, πρώτον αν στερείς τον εαυτό σου από καμιά ηδονή θεμιτή που δεν είναι εμποδισμένη, ταπεινώνοντας σε κανένα πράγμα τις αισθήσεις σου.
Δεύτερον, αν ταλαιπωρείς ποτέ το σώμα σου με καμιά νηστεία εκτός από τις διατεταγμένες ή με καμιά άλλη σκληραγωγία.
Τρίτον, αν δέχεσαι με υπομονή εκείνες τις θλίψεις που σε ακολουθούν ή από δαίμονες, ή από ανθρώπους, ή από τη φύση ή από τον καιρό, ή από άλλη αιτία, τις οποίες αφήνει ο Θεός να σου έρχονται για να σε δοκιμάσει. Επειδή και αυτές οι θλίψεις μπορούν να γίνουν υλικό μετανοίας για μας, αν, παρόλο που πάσχουμε από αυτές, δε γογγύζουμε, αλλά ευχαριστούμε το Θεό που μας τις στέλνει με δικαιοσύνη σαν κανόνα των αμαρτιών μας, για να αποδώσουμε με αυτές στο Θεό την τιμή που του αφαιρέσαμε, όταν σφάλαμε ενάντια στο θείο του θέλημα.
4. Εξέτασε τον εαυτό σου στις ηδονές που παίρνεις από τα φαγητά, τα ποτά, τα ενδύματα, τα χρήματα και τη δόξα, πρώτον αν είναι επικίνδυνες και μπορούν να σε οδηγήσουν στην αμαρτία.
Δεύτερον, αν είναι αναμεμιγμένες με τίποτα αθέμιτο και εμποδισμένο από το θείο νόμο.
Τρίτον, αν γίνονται από κοινού με παράνομους ανθρώπους, που ή επαινούν το κακό ή μιλούν πάντοτε με αισχρολογίες, ματαιολογίες και χορατάδες, μοιάζοντας, όπως λέει ο προφήτης, με έναν τάφο ανοικτό, που βγάζει μια ανυπόφορο δυσωδία (η καρδία αυτών ματαία, τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών).
Τέταρτον, αν στα φαγητά που δεν είναι εμποδισμένα ξοδεύεις όλη σχεδόν την ημέρα, χωρίς την πρέπουσα μετριότητα.
Πέμπτον, αν προσηλώνεσαι σ’ αυτά με όλη σου την όρεξη, δίνοντας την καρδιά σου στην απόλαυσή τους και τα εκλαμβάνεις ως σκοπό και όχι ως μέσα (δηλαδή ζεις για να τρως, και όχι τρως για να ζεις), αλλά μόνο για να θεραπεύσεις σε κάθε τι την όρεξή σου, όπως θα έκανε ένας Επίκουρος και ένας Σαρδανάπαλος και όχι όπως πρέπει να κάνει ένας Χριστιανός, ο οποίος ακούει το αλίμονο από τον Κύριο και αν μόνο χορταίνει την κοιλιά του “ουαί οι εμπεπλησμένοι, ότι πεινάσετε” (Λουκ. στ΄ 25).
5. Εξέτασε συνολικά πώς μεταχειρίζεσαι το χρόνο, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα χαρίσματα που σου έδωσε ο Κύριος, τόσο πολύτιμο, που μόνο τα περισσεύματα του καιρού, τα οποία εσύ σπαταλάς, θα τα αγόραζε (αν ήταν δυνατόν) μια κολασμένη ψυχή με εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια υπομονής σε όλες τις τιμωρίες. Στοχάσου λοιπόν πως για κάθε πράγμα ορίστηκε ξεχωριστός και αρμόδιος καιρός, όπως λέει ο Σολομώντας “παντί πράγματι εστι καιρός και κρίσις (Εκκλ. η΄ 6) και ο μεν καιρός της παρούσας ζωής είναι και ονομάζεται καιρός εργασίας, καιρός αγώνα και καιρός πολέμου, ο δε της μέλλουσας είναι και ονομάζεται καιρός ανταποδόσεως, καιρός απολαύσεως και καιρός ειρήνης (καιρός πολέμου και καιρός ειρήνης. Εκκλ. γ΄ 8).
Γι’ αυτό και τώρα στην παρούσα ζωή πρέπει να εργαστείς τις αρετές και τις εντολές του Θεού, τώρα πρέπει να αγωνιστείς κατά των παθών σου και τώρα να πολεμήσεις με τους εχθρούς για να στεφανωθείς στην άλλη ζωή, για να αναπαυθείς και να ειρηνεύσεις και να μη θέλεις να αντιστρέφεις τα πράγματα από την τάξη που διόρισε ο Θεός και να θέλεις να έχεις ανάπαυση και σ’ αυτό τον κόσμο και στον άλλο. Γι’ αυτό μη σπαταλάς σαν ανόητος τον καιρό αυτό, με τον οποίο μπορείς να πραγματευτείς τη σωτηρία σου, σε μια φανερή οκνηρία, η οποία από μόνη της είναι πηγή πολλών κακών, όπως το λέει ο Σειράχ “πολλήν κακίαν εδίδαξεν η αργία” (33:32).
Δεύτερον, εξέτασε αν αντίθετα φορτώνεις τον εαυτό σου με πολλές φροντίδες έργων, που δε σε αφήνουν να θυμάσαι τη σωτηρία σου. Όπως οι πολλοί κόποι των Εβραίων δεν τους έδιναν ευκαιρία να συλλογιστούν για να προσφέρουν θυσία στο Θεό (σχολάζουσι γαρ, διά τούτο κεκράγασι λέγοντες, εγερθώμεν και θύσωμεν τω Θεώ ημών. βαρυνέσθω τα έργα των ανθρώπων τούτων, και μεριμνάτωσαν ταύτα -Εξοδ. ε΄ 8).
Τρίτον, εξέτασε αν τα έργα σου τα κάνεις από αγάπη, ή αν υποχρεώνεσαι από τις καταστάσεις. Γιατί, αν είναι απλώς κοσμικά, τα οποία εσύ μεν τα ονομάζεις πραγματείες και πολύτιμα, οι δε άγιοι τα λένε αργά και χαμένα επειδή δε χρησιμεύουν στο σκοπό της σωτηρίας για τον οποίο μας έβαλε ο Θεός σ’ αυτό τον κόσμο, αν, λέω, είναι τέτοια μίσησέ τα και αποστρέψου τα και μεταχειρίσου μόνο εκείνα τα έργα και τις πράξεις από τις οποίες έχεις να λάβεις μισθό στον ουρανό. “Εκάστου γάρ φησι το έργον οποίον εστι, το πυρ δοκιμάσει, εί τινος το έργον μένει, ό επωκοδόμησε, μισθόν λήψεται” (Α΄ Κορ. γ΄ 13).