ΣΚΛΗΡΟΙ ΟΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΑΣ
Στό πλαίσιο τοῦ Β΄ Πανελληνίου Μοναστικοῦ Συνεδρίου στήν Καλαμπάκα 12-14 Σεπτ. 2000 ἔγινε εἰσήγησις ἀπό τόν Καθηγητή τοῦ Α.Π.Θ. (Τμῆμα Θεολογίας) μέ θέμα : «Μοναχισμός καί Ὀρθοδοξία τῆς Πίστεως» ἀπό τήν ὁποία ἐπιλέρξαμε τίς παρακάυω παραγράφους:
Αν όμως η γνώση και η βίωση της αλήθειας συνιστούν συνοπτικώς την Ορθοδοξία, τότε αίρεση είναι η απόκλιση από αυτήν τη γνώση και μετοχή. Πρωτίστως η αίρεση κατά την Αγία Γραφή είναι διδασκαλία δαιμονίων και εμπνέεται από τα πονηρά πνεύματα. Κατά την Ασκητική Γραμματεία γενικώς ο ίδιος ο διάβολος έφερε στον κόσμο κάθε κακοδοξία και αίρεση, ενώ κατά τον στύλο της Ορθοδοξίας Μ. Αθανάσιο η αίρεση «ουκ έστι των αποστόλων, αλλά των δαιμόνων και του πατρός αυτών του διαβόλου. και μάλλον άγονος και άλογος και διανοίας εστίν ουκ ορθής, ως η ημιόνων». Με το ίδιο πνεύμα αυτού του χωρίου οι πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων χαρακτηρίζουν τους αιρετικούς ως φρενοβλαβείς (πνευματικώς). Δύο έτη πριν την εμφάνιση του Αρειανισμού ο καθηγητής της ερήμου προείδε τις ενέργειες των Αρειανών και μίλησε για την «άλογη» και «κτηνώδη» στάση τους. Συγκεκριμένα ο Μ. Αντώνιος είδε εν θεωρία τους Αρειανούς ως ημιόνους στην Εκκλησία. Μεγάλοι πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποιούν βαρείς χαρακτηρισμούς για την αίρεση και τους αιρετικούς. Ονομάζουν την αίρεση απιστία και αθεΐα και τους αιρετικούς ως ετεροδόξους, απίστους και αθέους. Ειδικότερα ο Μ. Αθανάσιος χαρακτηρίζει τους αιρετικούς ως εχθρούς και αρνητές της αλήθειας, ενέργημα του διαβόλου και προδρόμους του Αντιχρίστου. Η αίρεση συνδέεται άρρηκτα με την πλάνη στην διττή εκδοχή της, την εκτροπή δηλαδή από την αλήθεια καθεαυτήν και την εκτροπή από το πλήρωμα της ζωής. «Ώσπερ ο εξελθών οδού ευθείας πλανάται εν αλλοδαπή χώρα, μη επιστάμενος που πορεύεται», σημειώνει ο άγιος Νείλος ο ασκητής, «ούτω και ο άνθρωπος πλανάται μη πιστεύων εις ομοούσιον Τριάδα». Και όποιος πλανάται ούτε στον τελικό σκοπό φθάνει, αφού είναι εκτός οδού, ούτε την ασφάλεια της οδού γεύεται, πορευόμενος με τρόπους ζωής αλλοτρίους και αλλοτριωτικούς της όντως και υγιούς ζωής. Είναι κοινός τόπος στην Ασκητική Γραμματεία ότι αξιολογικώς η αίρεση βρίσκεται πάνω από κάθε ηθική αμαρτία του ανθρώπου. Και ο λόγος είναι απλός. Η αίρεση χωρίζει τον άνθρωπο από τον Θεό. Στο Γεροντικό αναφέρεται ότι ο άγιος Αγάθων, ενώ δεν δυσανασχέτησε όταν κατηγορήθηκε άδικα για ηθικά παραπτώματα, δεν αποδέχθηκε την εις βάρος του κατηγορία επί αιρέσει. Και επεξηγώντας την στάση του παρατήρησε: «το δε αιρετικός, χωρισμός έστι από του Θεού, και ου θέλω χωρισθήναι από του Θεού». Τον χωρισμό των πιστών από το Θεό πιστοποιεί και θεσμικώς η Εκκλησία στις Οικουμενικές της Συνόδους με τους αφορισμούς και τα αναθέματα σ' όσους δεν αποδέχονται την εν αγίω Πνεύματι δογματική απόφανσή της. Στα ασκητικά συγγράμματα είναι συχνή η αναφορά και στην ηθική πλευρά της αιρέσεως, ως αρρήκτως συνδεδεμένης με τη δογματική σημασία της. Έτσι στο έργο του «Λειμών» ο Ιωάννης Μόσχος αναφέρεται ιδιαίτερα στον διασπαστικό χαρακτήρα της αιρέσεως σε αντίθεση με τον ενοποιητικό χαρακτήρα της Εκκλησίας. «Ουδέν άλλο εποίησαν τα σχίσματα και αι αιρέσεις εις την Εκκλησίαν», λέγει κάποιος γέροντας στους υποτακτικούς του, «ει μη το σφόδρα μη αγαπάν ημάς, τον Θεόν και αλλήλους»19. Αλλά και στον βίο του αγίου Παχωμίου διαβάζουμε ότι συζητώντας ο άγιος με επισκέπτες αναχωρητές αντιλήφθηκε μεγάλη «δυσωδία». Μετά την αναχώρησή τους ζήτησε από το Θεό να του πληροφορήσει τον λόγο αυτής της οσμής. Ο Θεός πληροφόρησε με άγγελο τον άγιο Παχώμιο ότι «δόγματα ασεβείας ην εν τη ψυχή αυτών Ωριγένους, τα ποιούντα την δυσωδίαν ταύτην». (Πρόκειται για τη διδασκαλία που αφορά την προΰπαρξη της ψυχής και την αποκατάσταση των πάντων). Με σύσταση του αγγέλου ο άγιος Παχώμιος μετακαλεί τους επισκέπτες του και τους γνωστοποιεί ότι ο δεχόμενος τη διδασκαλία του Ωριγένη χωρίζεται από το Θεό και «εις πυθμένα Άδου μέλλει καταντάν».