ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΗΡΥΚΟΣ ([info]kirykos) wrote,
@ 2009-10-17 12:34:00

ΕΥΤΥΧΩΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΟ ΠΑΡΑΛΗΡΗΜΑ ΤΩΝ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ.
ΕΥΤΥΧΩΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΟ ΠΑΡΑΛΗΡΗΜΑ ΤΩΝ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ.

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΚΕΦΑΛΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ Ο ΠΑΠΑΣ

του μητροπολίτου Κυρηνείας κ. Παύλου


Στις 8–14 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2007 συνῆλθε στή Ραβέννα τῆς Ἰταλίας ἡ δεκάτη συνεδρίαση τῆς Διεθνοῦς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς για τόν Θεολογικό Διάλογο μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν.
Στό τέλος τῶν ἐργασιῶν ἐξεδόθη κείμενο, τό ὁποῖο περιλαμβάνει τά συμφωνηθέντα καί εἶναι γνωστό ὡς τό Κείμενο τῆς Ραβέννας.......... Τό Κείμενο τῆς Ραβέννας εἶχε ὡς θέμα:
"Ἐκκλησιολογικαί και κανονικαί συνέπειαι τῆς Εὐχαριστιακῆς φύσεως τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκκλησιαστική κοινωνία καί αὐθεντία".
Τό βασικό λάθος τοῦ κειμένου τῆς Ραβέννας εἶναι ὅτι τά Ὀρθόδοξα μέλη τῆς Μικτῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν θεωροῦν τούς ἑτεροδόξους συνομιλητές τους ὡς ἀνήκοντες στήν ἴδια Ἐκκλησία, δίνοντες τήν ἐντύπωση ὅτι μεταξύ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ ὑπάρχει ἐκκλησιολογική ἑνότητα, χωρίς ὅμως νά ὑφίστανται οἱ πρός τοῦτο θεολογικές προϋποθέσεις.

Ἡ προσπάθεια τῶν μελῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἀντιπροσωπείας να παρασιωπήσουν ἤ νά προσπεράσουν ὡς δευτερεῦον ζήτημα τη δογματική διαφοροποίηση μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί ἑτεροδοξίας, ὑπονομεύουν τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς τῆς μόνης ἀληθινῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί δίνουν τήν ἐντύπωση ὅτι οἱ Ρωμαιοκαθολικοί συνιστοῦν ἐπί μέρους τοπική Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία.

Ἐνῶ ἡ διακοπή τῆς διαμυστηριακῆς κοινωνίας ὀφείλεται στις διαφοροποιήσεις τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν ἀπό τήν κοινή πίστη τῶν πρώτων αἰώνων, ἐντούτοις στό κείμενο τῆς Ραβέννας ὁμολογεῖται ἀπό τά Ὀρθόδοξα καί Ρωμαιοκαθολικά μέλη τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς ὡς κοινή ἡ πίστη τους.

Ἔτσι προβάλλονται πρός συζήτηση καί διευθέτηση ὀργανωτικῶν καί διοικητικῶν ζητημάτων, ὅπως π.χ. τό περί τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα θέμα, ἐνῶ τά θεολογικά τοιαῦτα παρακάμπτονται καί παραμένουν σέ ἐκκρεμότητα.
Συνεπείᾳ τούτου, τό κείμενο τῆς Ραβέννας κατέληγε μέ τήν ἀναφορά ὅτι ὁ ρόλος τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης "ἐναπομένει νά μελετηθῇ εἰς μεγαλύτερον βάθος" (Ραβέννα § 45).

Εἶναι λοιπόν ἀνάγκη νά συζητηθοῦν πρῶτα τά σοβαρά δογματικά θέματα καί ἐπί πλέον νά καθορισθεῖ πλαίσιο μέ τίς προϋποθέσεις, οἱ ὁποῖες θά βασίζονται σέ πατερικά κριτήρια, ὥστε νά διασφαλισθεῖ ὅτι ὁ Διάλογος θά διεξάγεται σέ γερά καί ἀσάλευτα δογματικά θεμέλια καί ὄχι σέ σαθρά κοσμικά πλαίσια.

Μόνο μέ την ἐμμονή στήν ἀκρίβεια τοῦ Ὀρθοδόξου δόγματος καί στή δογματική διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μποροῦμε νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ἐργαζόμαστε γιά τήν ἐπισυναγωγή τῶν πεπλανημένων στήν Ποίμνη τοῦ Χριστοῦ.

Ἀπό τήν ἐξέταση τοῦ κειμένου τῆς Μικτῆς Συντονιστικῆς Ἐπιτροπῆς γιά τόν θεολογικό Διάλογο μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, πού ἔγινε στήν Κρήτη τον Ὀκτώβριο 2008, πού εἶχε ὡςτίτλο "Ὁ ρόλος τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης στήν κοινωνία τῆς Ἐκκλησίας κατά τήν πρώτη χιλιετία" και πού μόλις πρόσφατα ἐλάβομε, εἶναι ἐμφανής ἡ προβολή τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν θέσεων.

Ἡ προβολή τῆς θέσεως ὅτι "ἡ ἀρχή τῆς ποικιλίας ἐν τῇ ἑνότητι ἔγινε κατηγορηματικά δεκτή στή Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, πού ἔγινε τό 879-80" (Κρήτη, § 32), ἀποκαλύπτει τούς ἀπώτερους σκοπούς τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν. Προετοιμάζουν τό ἔδαφος γιά μιά οὐνιτικοῦ τύπου ἕνωση.

Ὁ Πάπας, τοῦ ὁποίου ἡ Ἕδρα θεωρεῖται στό κείμενο τῆς Κρήτης ὡς ἡ "πηγή τῆς ἐπισκοπικῆς ἑνότητος" (Κρήτη §10), ἐμφανίζεται ὡς ὁ ἀντικαταστάτης τοῦ Χριστοῦ, ἐκ τοῦ ὁποίου ἀπορρέουν τά πάντα, ἀφοῦ κατά τή ρήση τοῦ Πάπα Γελάσιου: "Ἡ πρώτη ἕδρα κρίνεται ἀπό οὐδένα" (Ep. 4, PL 58, 28B, Ep. 13, PL 59, 64A), (Βλ. Κρήτη, § 11).

Παρά τήν προσπάθεια πού καταβάλλεται γιά να παρουσιαθεῖ ἡ ἀπόλυτη κυριαρχία τοῦ Πάπα ὡς πρωτεῖο διακονίας, προβάλλοντας αὐτόν "ὡς ὑπηρέτην τῶν ὑπηρετῶν" (Κρήτη, §14), ἐν τούτοις δέν μποροῦν νά ἀποκρυβοῦν οἱ σοβαρές δογματικές διολισθήσεις καί ἡ λανθασμένη προσέγγιση τῶν Ὀρθοδόξων Ἀντιπροσώπων στό θέμα τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα.
"Ὤντας Διάδοχος ὁ Πάπας γίνεται ἀποστολικός καί κληρονομεῖ ἐπίσης τό κοινό τῆς ἀδιαιρέτου ἑνότητος μεταξύ Χριστοῦ καί Πέτρου" (Κρήτη, § 17).

Πῶς εἶναι δυνατόν νά γίνεται δεκτό ὅτι ὁ Πάπας ἐκφράζει τήν ἑνότητα μεταξύ Χριστοῦ καί Ἀποστόλου Πέτρου;
Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ἐμμένοντες στό πρωτεῖο τοῦ Πέτρου στηριζόμενοι στούς λόγους τοῦ Κυρίου "σύ εἶ Πέτρος, καί ἐπί ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τήν ἐκκλησίαν" (Ματθ. 16, 18), παρερμηνεύουν τούς λόγους τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται "τῇ πίστει τῆς ὁμολογίας" (Ἰ. Χρυσοστόμου, Εἰς Ματθαῖον, 54, 2, P.G. 58, 534), καί ὄχι στόν ἴδιο τόν Ἀπόστολο. Ἐξάλλου, πέτρα και ἀκρογωνιαῖος λίθος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος κατά τούς λόγους Του. (Ματθ. 21, 42).

Ἐνῶ ὁ παπικός θεσμός περιφρονεῖ τήν Ἁγία Γραφή καί τήν Ἱερά Παράδοση καί ἐγκαθιδρύει την ἀπολυταρχία, ἀφοῦ ὁ Πάπας και ὄχι ὁ Χριστός ἐμφανίζεται ὡς ἡ "πηγή τῆς ἐπισκοπικῆς ἑνότητος", (Κρήτη, § 10), εἶναι ἐμφανής ἡ προσπάθεια πού καταβάλλεται ἀπό τούς συντάκτες τοῦ Κειμένου νά παρουσιασθεῖ ὁ Πάπας ὡς ὑπέρμαχος τῆς συνοδικότητος, μέ προφανῆ σκοπό νά διασκεδασθοῦν οἱ φόβοι τῶν Ὀρθοδόξων καί νά προληφθοῦν ἀντιρρήσεις και ἀντιδράσεις.

Περαιτέρω ἀναφέρεται στό κείμενο τῆς Κρήτης ὅτι "ἡ ἑνότητα τῆς Ἐπισκοπῆς καί τῆς Ἐκκλησίας συμβολίζονται στό πρόσωπο τοῦ Πέτρου" (Κρήτη, § 10) καί ὅτι "ὁ Πέτρος μιλᾶ μέσῳ τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης" (Κρήτη, § 19).

Γιατί ἡ κανονικότητα τῆς Ἐκκλησίας νά ἐξαρτᾶται ἀπό τή σχέση πού ἔχει πρός τόν Πάπα;
Γιατί εἶναι ἀναγκαῖο νά συμφωνεῖ κάθε τοπική Ἐκκλησία μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης καί ὄχι νά συμφωνοῦν ὅλες ὡς ἕνα Σῶμα;

Ἡ τριπλή τοῦ Κυρίου ἐρώτηση πρός τόν Ἀπόστολο Πέτρο δέν ἔγινε γιά τήν ἀπονομή τοῦ ἀνύπαρκτου πρωτείου, γιά τό ὁποῖο θά ἔπρεπε να χαιρόταν, ἀλλά γιά τή θεραπεία τῆς τριπλῆς ἀρνήσεώς του, γιά την ὁποία ἄς σημειωθεῖ "ἐλυπήθη" (Ἰωάν. 21, 17).
"Τό τριπλοῦν τῆς ἀρνήσεως τῷ τριπλῷ τῆς συγκαταθέσεως ὁ ἀγαθός ἰατήρ ἐξωστράκισε", σημειώνει ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος Πηλουσιώτης (+435). (Ἐπιστολή 1, 103, P.G. 48, 632).

Τό ἀντισυνοδικό πνεῦμα τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν δέν ἔχει ἱστορικά ἐρείσματα.
Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία ἔχει ὡς ἀνωτάτη ἀρχή την Οἰκουμενική Σύνοδο καί ὄχι τόν Πάπα.

Αἱ Οἰκουμενικαί Σύνοδοι δέν συνεκαλοῦντο ἀπό τούς Πάπες, οἱ ὁποῖοι ἄς σημειωθεῖ οὔτε προήδρευαν ὅλων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οὔτε ἐξέδιδαν δογματικές ἀποφάσεις γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία, ἀλλά ἐπικυρώνονταν ἀπό ὅλες τίς τοπικές Ἐκκλησίες.

Ἐν τούτοις, ὅταν γιά πρώτη φορά τέθηκε τό παπικό σύστημα θεωρητικά, ὁ Πάπας Γρηγόριος ὁ Μεγάλος (590 - 604) τό ἀπέκρουσε. (Ἰ. Καρμίρη, Ὀρθοδοξία και Παλαιοκαθολικισμός, Β΄, Ἀθῆναι 1967, σ. 69).

Καί ὅμως, στό κείμενο τῆς Κρήτης ἀναφέρεται ὅτι "καμμία Σύνοδος δέν ἀναγνωριζόταν ὡς Οἰκουμενική χωρίς αὐτή νά ἔχει τή συγκατάθεση τοῦ Πάπα" (Κρήτη § 12).
Ἡ κατάληξη τοῦ κειμένου τῆς Κρήτης ὅτι "Ἡ πρώτη χιλιετία, ἡ ὁποία ἔχει ἐξετασθεῖ σʼαὐτό τό στάδιο τοῦ διαλόγου μας, εἶναι ἡ κοινή παράδοση ἀμφοτέρων τῶν ʼΕκκλησιῶν μας, καί ὅτι "στίς βασικές θεολογικές καί ἐκκλησιολογικές ἀρχές οἱ ὁποῖες ἔχουν συνταυτισθεῖ ἐδῶ, αὐτή ἡ κοινή παράδοση θά πρέπει να ὑπηρετεῖ ὡς πρότυπο γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς πλήρους κοινωνίας", (Κρήτη, § 32), μᾶς ἐμβάζουν σέ ἀνησυχίες ὅτι τά Ὀρθόδοξα μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς προτρέχουν.

Ἐδῶ ἀξίζει νά ὑπογραμμισθεῖ ὅτι ἡ διαχείριση τῶν Ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων, πολύ δέ περισσότερο αὐτῶν πού ἀφοροῦν στην Ὀρθόδοξο Πίστη, δέν μπορεῖ νά ἀφήνεται στά χέρια διορισμένων Καθηγητῶν, ἤ ἔστω Ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι βεβαίως ἐκπροσωποῦν τυπικῶς τίς κατά τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, αὐτενεργοῦν ὅμως ἐκφράζοντας τίς δικές τους προσωπικές ἀπόψεις λόγῳ μη χάραξης Συνοδικῆς στρατηγικῆς ἐκ μέρους τῆς τοπικῆς τους Ἐκκλησίας.

Ἡ ἀποφυγή σύγκλησης Συνόδων, ἤ ἐν περιπτώσει συγκλήσεως, ἡ ἀφαίρεση τῆς δυνατότητος ἀπό τούς συγκροτοῦντες αὐτές να ἐκφράσουν ἐλεύθερα τίς ἀπόψεις καί θέσεις τους, ἤ ἡ μή ἔγκαιρη ἐνημέρωση τῶν ὑπευθύνων τῶν εἰδικῶν Ἐπιτροπῶν γιά τήν ἑτοιμασία διαφόρων εἰσηγήσεων πρός τήν Ἱερά Σύνοδο πρός λήψη σχετικῶν ἀποφάσεων, συνιστᾶ ἐκτροπή ἀπό τό συνοδικό σύστημα διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας καί δέν διασφαλίζει τή διαμόρφωση Ὀρθοδόξων θέσεων.
Περαιτέρω, ἡ προσπάθεια ἐπιβολῆς ἔξωθεν διαμορφωθείσης γραμμῆς ὑπονομεύει τήν ἐκκλησιατική τάξη.
Ἡ προσπάθεια τῶν θεολόγων πού ἐκπροσωποῦν τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία νά χαρακτηρίζουν τό Ρωμαικαθολικισμό ὡς Ἐκκλησία, προκαλεῖ τό Ὀρθόδοξο αἴσθημα.

Από τον Ο.Τ. 16.10.09




(Post a new comment)


[ Home | Update Journal | Login/Logout | Search | Account | Site Map ]

Hosted by uCoz