ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Μέρος ἀπό τήν Εἰσήγησιν τοῦ κ. Ἀντωνίου Μάρκου, ἐνώπιον τῆς Πανορθοδόξου Ἱερᾶς Συνόδου, κατά τήν Α΄ συνεδρίασιν αὐτῆς τήν 3/16.2.2009, σχετικῶς μέ τήν Μητροπολιτικήν Ἱεράν Σύνοδον, μέ τήν ὁποίαν διωκήθη καί διοικεῖται ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, κατά τήν περίοδον 2005 καί μέχρι σήμερον.
1. Περί τῆς Ἱερᾶς Μητροπολιτικῆς Συνόδου.
Τά δημοσιεύματα ἀμφισβητοῦν τό δικαίωμα τοῦ Σεβ. Μητροπ. Μεσογαίας, νά συγκροτήσει περί αὐτόν Ἱερά Μητροπολιτική Σύνοδο. Γράφεται σχετικά: «Τά ἀνωτέρω ἀποσπάσματα ἀνήκουν εἰς τήν ἀπό 1/14. 4. 2008 «πρᾶξιν - ἀπόφασιν» τῆς αὐτοοριζομένης ὡς «Μητροπολιτικῆς Ἱερᾶς Συνόδου» τοῦ Ματθαιϊκοῦ Ἐπισκόπου «Μεσογαίας» κ. Κηρύκου, εἰς τήν ὁποῖαν συμμετεῖχον ὁ ἴδιος καί τέσσαρεις Ἱερεῖς». Καί στή συνέχεια: «Θέλει Ὀρθόδοξον καί Κανονικήν ἐξέτασιν, κατά πόσον ἔχουν τήν ἐξουσίαν εἷς Ἐπίσκοπος καί ὀλίγοι Ἱερεῖς νά ἀποφαίνονται κυριαρχικῶς «ἐν Συνόδῳ» περί τῆς ἐγκυρότητος ὁλοκλήρου σειρᾶς Ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν».
Α. Ἡ Ἱερά Μητροπολιτική Σύνοδος ὡς ἐκκλησιαστικός θεσμός.
Σχετικά μέ τόν ὁρισμό τῆς περί τόν Σεβ. Μητροπολίτη κ. Κήρυκο Συνόδου ὡς Μητροπολιτικῆς, ὁ ἅγ. Νεκτάριος Μητροπ. Πενταπόλεως στό ἔργο του περί τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὀνομάζει Ἐπαρχιακή τήν Σύνοδο ἡ ὁποία «ἀποτελεῖται ὑπό τοῦ Ἐπισκόπου ἤ Μητροπολίτου ἤ Πατριάρχου καί τῶν ἰδίων Κληρικῶν μόνων, χωρίς Ἐπισκόπων» («Αἱ Οἰκουμενικαί Σύνοδοι», 1972, σελ. 67). Ὁ δέ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Δοσίθεος περί τῆς αὐτῆς Συνόδου γράφει, ὅτι «ἡ ἀνωτέρω Σύνοδος καλεῖται Χωρική, ἡ ἀπαρτιζομένη ἐξ’ ἑνός Ἀρχιερέως καί τῶν Κληρικῶν τῆς Ἐπισκοπῆς Αὐτοῦ». («Δωδεκάβιβλος», σελ. 1015).
Ἄρα ἡ περί τόν Σεβ. Μητροπολίτη κ. Κήρυκο Ἱερά Σύνοδος, κατ’ ἀκρίβειαν ὀνομάζεται Ἐπαρχιακή ἤ Χωρική καί ἀσφαλῶς δέν αὐτο-ορίζεται, ἐφ’ ὅσον προβλέπεται ὡς θεσμός ἀπό τήν πράξη τῆς Ἐκκλησίας.
Β. Ἀρμοδιότητες τῆς Ἐπαρχιακῆς ἤ Χωρικῆς (ἤ Μητροπολιτικῆς) Συνόδου
Σέ ὅτι ἀφορᾶ τῆς ἀρμοδιότητες τῆς Ἐπαρχιακῆς ἤ Χωρικῆς Συνό-δου, αὐτές ποικίλουν ἀναλόγως τοῦ ἐμπεριστάτου ἤ μή τῆς Ἐκκλησίας τήν Ὁποία ἐκφράζουν. Λ. χ. κατά τήν Τουρκοκρατία τό Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας ἔφθασε σέ τέτοιο σημεῖο παρακμῆς, ὥστε νά ἀριθμεῖ μόνον ἑπτά ἐνορίες, μέ μοναδικό Ἀρχιερέα τόν Πατριάρχη (ἀκόμη καί ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ μεγάλου Προμάχου τῆς Ὀρθοδοξίας ἁγ. Μελετίου τοῦ Πηγᾶ). Κι ὅμως κανείς - οὔτε ἀπό τούς συγχρόνους του ἐκκλησιαστικούς, ἀλλά οὔτε καί ἀπό τούς τότε καί μετέπειτα ἱστορικούς - δέν ἀμφισβήτησε τήν Πατριαρχική ἀξία τοῦ Θρόνου τῆς Ἀλεξανδρείας ἤ τίς ἀποφάσεις τῆς Ἀλεξανδρινῆς Συνόδου (κατ’ ἀκρίβειαν Ἐπαρχιακῆς ἤ Χωρικῆς καί ὄχι Πατριαρχικῆς, ἐπειδή δέν ὑπῆρχε δεύτερος Ἀρχιερεύς πλήν τοῦ Πατριάρχη).
Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Κήρυκος καί τό περί αὐτόν «μικρόν ποίμνιον» Κληρικῶν καί λαϊκῶν, μέσα σέ ἕνα κυκεώνα «Ἐκκλησιῶν», «Συνό-δων» καί μεμωνομένων « Ἐπισκόπων» καί ὁμάδων πού ἀντιποιοῦνται τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, φρονεῖ καί ὁμολογεῖ ὅτι Αὐτή ἀκριβῶς τήν Ἐκκλησία ἐκφράζει καί ὑπηρετεῖ. Ἡ ὁμολογία αὐτή δέν προέκυψε χθές, ἀλλά κηρύσσεται γραπτῶς καί προφορικῶς ἀπό τόν Μητροπολίτη κ. Κήρυκο, μετά τό τελευταῖο σχίσμα τῶν περί τόν «Ἀρχιεπί-σκοπο» κ. Νικόλαο τέως ἐν Χριστῶ πατέρων καί ἀδελφῶν.
Ἀποτελεῖ δέ ἰδιαίτερη τιμή γιά τόν ἴδιο τό γεγονός, ὅτι κατά τήν μεγάλης κρισιμότητος αὐτή περίοδο (ἀπό τοῦ σχίσματος τῶν Νικολαϊτῶν, μέχρι τῆς ἀνασυγκροτήσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου), δέν διοίκησε τήν ἐμπε-ρίστατο Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος Δεσποτικῶς (καί δεσπο-τικῶς), ἀλλά Συνοδικῶς, μετά τῶν περί αὐτόν Κληρικῶν.
Γ. Ἡ Σύνοδος τῆς 1/14. 4. 2008.
Σέ ὅτι ἀφορᾶ τήν Σύνοδο τῆς 1/14. 4. 2008, κατά τήν Ὁποία ρυθμί-σθηκε κατά Θεόν καί κατά τήν πράξη τῆς Ἐκκλησίας τό θέμα τῆς ἑνώσεως μετά τῶν Ρουμάνων Ἐπισκόπων κ.κ. Κασσιανοῦ καί Γεροντίου, ὑποβαθμίζεται καί δέν λαμβάνεται οὐδόλως ὑπ’ ὅψη τό γεγονός, ὅτι δέν ἐπρόκειτο περί Ἐπαρχιακῆς ἤ Χωρικῆς (ἤ Μητροπολιτικῆς) Συνόδου, ἀλλά περί Διευρυμένης Συνόδου στήν Ὁποία συμμετεῖχαν Κληρικοί ἐκπρόσωποι τεσσάρων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν (τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐκπροσωπουμένης ὑπό τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου κ. Κηρύκου καί τούς περί αὐτόν Κληρικούς καί τῶν Ἐκκλησιῶν Κύπρου καί Ρωσίας, καθώς καί τῆς ἐντός τοῦ κλίματος τοῦ πρεσβυγενούς Πατριαρχείου δραστηριοποιουμένης Ἱεραποστολῆς τῆς Κένυας, ἐκπροσωπουμένων ὑπό Πρεσβυτέρων).
Δέν πρέπει νά διαφύγει τῆς προσοχῆς, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἀντιπροσωπεύθηκε στίς Οἰκουμενικές Συνόδους ἀπό ἁπλούς Πρεσβυτέρους καί μάλιστα σέ περιόδους ἀκμῆς, ὅταν ὑπῆρχαν Ὀρθόδοξοι Πάπες καί δεκάδες Δυτικοί Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι. Τό ἴδιο συνέβη κατ’ ἐπανάληψη καί στήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου καί κατά τήν Τουρκοκρατία. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι τό 1821, μέ τόν ἀπαγχονισμό τοῦ Ἐθνομάρτυρος Ἀρχιεπισκόπου Κυπριανοῦ καί τῶν λοιπῶν τριῶν Μητροπολιτῶν (9 – 14η Ἰουλίου) καί τήν διαφυγή στή Ρώμη τοῦ Ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος Σπυρίδωνος, τήν διοίκησή Της ἄσκησε Σύνοδος Ἱερέων μέχρι τήν ἀνασυγκρότηση τῆς Ἱεραρχίας (Δεκέμβριος 1821). Ἡ Κυπριακή Ἐκκλησία ἔμεινε ἀκέφαλος, χωρίς ὅμως νά πάψει νά εἶναι αὐτοκέφαλος. Μάλιστα ἀπό τήν Σύνοδο τῶν Ἱερέων ἐξελέγησαν οἱ διάδοχοι τῶν σφαγιασθέντων Ἱεραρχῶν (ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωακείμ καί οἱ Μητροπολίτες Πάφου Πανά-ρετος, Κιτίου Λεόντιος καί Κυρηνείας Δαμασκηνός), οἱ ὁποῖοι χειρο-τονήθηκαν ἀπό τρεῖς Ἀρχιερεῖς τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας.
Τό ἴδιο ἴσχυσε καί μετά τήν ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου (1924), ὅταν τό 1947 ἀπεβίωσε ὁ μοναδικός Ἀρχιερεύς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῶν 37 ἡμερῶν, ὁ ἀπό Πάφου Λεόντιος Γ’. Οἱ ἀσκοῦντες τήν διοίκηση Κύπριοι Κληρικοί συγκάλεσαν Σύνοδο μέ μετάκληση δύο Ἀρχιερέων τοῦ Πατριαρχείου ΚΠόλεως (τῶν Μητροπ. Περγάμου Ἀδαμαντίου καί Σάρδεων Μαξίμου), ἀπό τήν ὁποία ἀναδείχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος ὁ ἀπό Κυρηνείας Μακάριος Β’.
[ Home | Update Journal | Login/Logout | Search | Account | Site Map ]