Η ΟΣΙΑ ΕΛΕΝΗ ΤΟΥ ΚΑΥΚΑΣΟΥ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ)
Η ΟΣΙΑ ΕΛΕΝΗ ΤΟΥ ΚΑΥΚΑΣΟΥ (+ 1977)
Ὑπό Ἀντωνίου Μάρκου
Προλεγόμενα
Τό παρόν ἁγιολογικό κείμενο περί τῆς Ὁσίας Ἑλένης τοῦ Καυκάσου, τῆς Θαυματουργοῦ καί Μυροβλύτιδος, ἀρχικά εἶδε τό φῶς τῆς δημοσιότητος σέ συνέχειες, στό Περιοδικό «Ὀρθόδοξος Πνοή» (Φ. 100, Ὀκτ. - Νοεμ. 1999, σελ. 150 – 152. Φ.101, Δεκ. 1999 - Ἰαν. 2000, σελ. 13 – 15. Φ. 102, Φεβρ. – Μαρτίου 2000, σελ. 26 – 27. Φ. 103, Ἀπρ. – Μαϊου 2000, σελ. 40 – 41. Φ. 104, Ἰουνίου - Ἰουλίου 2000, σελ. 58. Καί Φ. 107, Δεκ. 2000, σελ. 135).
Ἡ συγγραφή τοῦ κειμένου βασίσθηκε στήν ἐπιτόπια συλλογή στοιχείων μεταξύ τῶν Ποντιακῆς καταγωγῆς ἐνοριτῶν τοῦ Ἱ. Ν. ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν.
Τό 2001 τό κείμενο κυκλοφόρησε αὐτοτελῶς σέ ἰδιαίτερο τεῦχος, στή σειρά τῶν ἐκδόσεων τῆς «Ὀρθοδόξου Πνοῆς» καί τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ἱδρύματος ἁγ. Αἰκατερίνης Στρογγύλης Κορωπίου Ἀττικῆς.
Στόν Ἑλλαδικό χῶρο ἡ πρώτη εἰκόνα τῆς Ὁσίας ἀνῆκει στό χρωστήρα τοῦ Ὁσιωτάτου Μοναχοῦ π. Λουκᾶ Πανίδη.
Εἰσαγωγή
Ἡ ὁσ. Ἑλένη τοῦ Καυκάσου εἶναι μία σχετικῶς σύγχρονη ὁσιακή μορφή τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν. Ἔζησε βίο ἀσκητικό καί ἐρημιτικό σέ ἕνα ἐρημητήριο «χαμένο» σέ μία χαράδρα τοῦ Καυκάσου, στήν περιοχή τοῦ Γεωργιανοῦ χωριοῦ Τσίν, ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, μέχρι τήν κοίμησή της τό 1977. Στούς Ἑλληνοποντίους, Ρώσους καί Γεωργιανούς Ὀρθοδόξους τῆς εὑρύτερης περιοχῆς τῶν Ρωσικῶν καί Γεωργιανῶν παραλίων τοῦ Εὐξείνου Πόντου, εἶναι γνωστή σάν Μάτουσκα Ἑλένα. (Ἡ ρωσική λέξη «Μάτουσκα» εἶναι ἀντίστοιχη μέ τίς ἑλληνικές λέξεις «Μητερούλα» καί «Γεροντισσούλα». Ἀπό τούς Ρώσους Ὀρθοδόξους χρησιμοποιεῖται γιά νά δηλώσει ἐνάρετη γερόντισσα Μοναχή ἤ ἀσκήτρια, τήν ὁποία ὁ λαός τιμᾶ γιά τήν ἁγιότητά της καί στήν ὁποία καταφεύγει γιά πνευματική καθοδήγηση. Ὁ ἀντίστοιχος ὅρος γιά Γέροντα Μοναχό εἶναι «Μπάτουσκα – Πατερούλης»).
Ἡ Γερόντισσα Ἑλένη ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό καί ὑπηρέτησε τόν διωκόμενο λαό Του μέ τά Ἁγιπνευματικά χαρίσματα τῆς προοράσεως, τῆς διδασκαλίας καί τῶν ἰαμάτων (κυρίως ψυχικῶν νόσων). Οἱ μαρτυρίες τῶν Ἑλληνοποντίων προσφύγων πού ἔχουν ἐγκατασταθεῖ στήν Ἑλλάδα, γιά τήν ὁσιακή βιοτή καί τά θαύματά της εἶναι συγκλονιστικές.
Ἡ Γερόντισσα Ἑλένη στή μοναχική ζωή
Γιά τήν ζωή τῆς μακαρίας Ἑλένης πρίν τήν μοναχική της ἀφιέρωση, δέν εἶναι γνωστά πολλά στοιχεῖα. Σύμφωνα μέ ἐπιβεβαιωμένες πληροφορίες (τοῦ Ὀδοντιάτρου ἀπό τό Καζαξτάν κ. Χριστοφόρου Δαμιανίδη, τῆς κ. Δέσποινας Καλαϊτζίδου κ.ἄ. ἐνοριτῶν τοῦ Ἱ. Ν. ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν), κατάγοταν ἀπό οἰκογένεια εὐγενῶν, προερχόμενη ἀπό τό Μίνσκ τῆς Λευκορωσίας, συγγενική τόσο τῆς Ρωσικῆς Αὐτοκρατορικῆς Οἰκογενείας τῶν Ρωμανώφ, ὅσο καί τῆς Ἑλληνικῆς Βασιλικῆς Οἰκογενείας (μέσῳ τῆς Ρωσικῆς καταγωγῆς Βασιλίσσης Ὄλγας, συζύγου τοῦ Βασιλέως Γεωργίου Α’).
Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τῆς κ. Ὄλγας Ἀβραμίδου – Συμεωνίδου (ἡ ὁποία θεραπεύθηκε θαυματουργικά ἀπό τήν Ὁσία καί ἔζησε μαζί της στό Ἐρημητήριο τοῦ Τσίν ἀρκετούς μῆνες), ἡ οἰκογένεια τῆς μακαρίας εἶχε ἑννέα παιδιά (ἕξη κορίτσια καί τρία ἀγόρια). Ὅλα τά ἀδέλφια ἀσπάσθηκαν τόν μοναχικό βίο σέ μικρή ἡλικία. Ἡ Γερόντισσα Ἑλένη καί ἡ ἀδελφή της Νίνα μόνασαν σέ κοινόβιο τῆς περιοχῆς τοῦ Βατούμ, ἀπό τήν παιδική τους ἡλικία.
Κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 τό μοναστήρι στό ὁποῖο μόναζαν οἱ δύο ἀδελφές διαλύθηκε ἀπό τούς Μπολσεβίκους καί οἱ δύο νεαρές μοναχές ζήτησαν καταφύγιο στά βουνά τοῦ Καυκάσου. Στήν περιφέρεια τοῦ χωριοῦ Τσίν, διάλεξαν γιά διαμονή τους μία ἀπρόσιτη χαράδρα, μία ὥρα πεζοπορεία ἀπό τό χωριό, μέσα σέ ἕνα πυκνό δάσος αἰωνόβιων δένδρων, «χαμένη» ἀπό τόν κόσμο, μακρυά ἀπό τά βλέμματα τῶν ἀθεϊστῶν διωκτῶν τῆς Πίστεως καί τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ εὐλογημένος Καύκασος
Ὁ Καύκασος καί ἡ εὑρύτερη περιοχή του, εἶχε ἀνέκαθεν ἔντομη παρουσία στήν τοπική ἐκκλησιαστική ζωή. Ἦταν μεγάλο μοναστικό καί ἡσυχαστικό κέντρο. Πολλά μοναστήρια ἁπλώνονταν στίς ἀκτές τῆς Μαύρης Θάλασσας καί περισσότερα Ἡσυχαστήρια καί Ἐρημητήρια ὑπῆρχαν στά ἀπόκρημνα βουνά καί στά ἀπάτητα δάση του. Χιλιάδες μοναχοί ἀσκήθηκαν ἐκεῖ καί τά Ἁγιολόγια τῆς Ρωσικῆς καί Γεωργιανῆς Ἐκκλησίας περιλαμβάνουν ἀρκετές σχετικές καταχωρήσεις. (Βλ. σχετικά Ἀντ. Μάρκου, «Σημείωμα Γεωργιανῆς Ἁγιολογίας», στό Περιοδικό «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» Λευκωσίας, φ. 41/1993, σελ. 38 – 42, καθώς καί τήν βελτιωμένη ἀγγλική ἔκδοσή του, στό Περιοδικό «Orthodox Tradition”, φ. 2/1993, σελ. 4 – 8).
Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 καί κυρίως μετά τήν Σοβιετοποίηση τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας ἀπό τόν Μητροπολίτη Σέργιο (1927), ὁ Καύκασος ἀποτέλεσε καταφύγιο μοναχῶν διαλυμένων μονῶν, διωκομένων Κληρικῶν, μυστικῶν μοναχῶν, ἀκόμη καί λαϊκῶν τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν. Ὁ τεράστιος ὀρεινός ὄγκος τοῦ βουνοῦ μέ τά παρθένα δάση, τίς ἀπόκρημνες χαράδρες καί τίς χαρακτηριστικές σπηλιές, πρόσφεραν ἀσφαλές καταφύγιο σέ ὅσους ἐπιθυμοῦσαν τήν ἐν Χριστῶ ζωῆ, μακριά ἀπό τά μάτια τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας τοῦ Σοβιετικοῦ Καθεστώτος.
Σχετικῶς πρόσφατα, στή δεκαετία τοῦ ’70, σύμφωνα μέ μαρτυρία τοῦ Βρεττανοῦ Ἱστορικοῦ Βλαδιμήρου Moss, οἱ Σοβιετικοί ἀνακάλυψαν ἕνα μυστικό μοναστήρι τῶν λεγομένων «Ἰωσηφιτῶν» (ἀπό τόν Ἱερομάρτυρα Μητροπ. Ἰωσήφ τῆς Πετρουπόλεως). Οἰ διῶκτες δέν ἐπέτρεψαν κἄν στούς μοναχούς νά βγοῦν ἀπό τό σπήλαιο τῆς ἀσκήσεώς τους, διότι δέν εἶχαν ἐντολές νά κάνουν συλλήψεις. Τούς ἔκαψαν ζωντανούς μέ φλογοβόλα!
Τό μαρτύριο τῶν μοναχῶν τοῦ Νέου Ἄθωνος
Τόν Φεβρουάριο τοῦ 1996 ἔγινε γνωστή ἡ τύχη τῶν 21 Μοναχῶν τῆς Μονῆς τοῦ Νέου Ἄθωνος στό Σουχούμι, οἱ ὁποῖοι ὅταν τό μοναστήρι τους ἔκλεισε, ἔφυγαν καί κρύφτηκαν στά βουνά τοῦ Καυκάσου.
Οἱ μοναχοί αὐτοί συνελήφθησαν τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1930 στό ὀροπέδιο τοῦ Πσχοῦ - ὅπου εἶχαν καταφύγει μετά τό κλείσιμο τῆς μονῆς τους, τό 1924, καί ζοῦσαν ἐρημητικά - καί ὁδηγήθηκαν στό Νοβοροσίσκ μέ τήν κατηγορία τῆς συστάσεως "μοναρχικῆς ἀνταρτικῆς ὀργανώσεως"! Κατά τήν σύλληψη ἐκτελέστηκε ἐπί τόπου ὁ Μοναχός Ματθαῖος.
Τήν 26η Ὀκτωβρίου 1930 ἐκτελέστηκαν οἱ Ἱερομόναχοι Βικτωρῖνος Μπελιάγιεφ καί Μακάριος Ντέμιν, οἱ Μεγαλόσχημοι Γεδεών Μάλισεφ καί Θεόδουλος Ντιατσένκο καί οἱ Μοναχοί Ἀλέξανδρος Ἀρτέμιεφ, Μεθόδιος Ντεμιντένκο, Βαρθολομαῖος Κοβαλέφσκι, Ὑπάτιος Ἀμπακούμωφ, Ἰωάννης Ρωμανόφσκι, Ἀντωνῖνος Γκολοφκώφ, Δημήτριος Ὀφσιούκ, Σωσθένης Ἀλεξέγιενκο, Ἱλαρίων Ποτάπωφ, Ἰωσήφ Τσουμπένκο, Ἰωάννης Μιχαηλένκο, Θαλλέλαιος Μπαλντέσωφ, Ἡσύχιος Κέτσκιν, Νέαρχος Ζολόμπωφ, Ἠλίας Μιρονένκο, Σίμων Κοτένκο καί Ἀλέξανδρος Τσικάνωφ.
Σύμφωνα μέ τίς πληροφορίες τοῦ Κεντρικοῦ Ἀρχείου τῆς Ὁμοσπονδιακῆς Ὑπηρεσίας Ἀσφαλείας τῆς Ρωσικῆς Ὁμοσπονδίας, τά νεκρά σώματα 12 ἐκτελεσθέντων Ὁσιομαρτύρων ρίχτηκαν σέ ἕνα παλιό λατομεῖο, πίσω ἀπό τό νεκροταφεῖο τοῦ Νοβοροσίσκ.
Τό 1990, μετά τήν κατάρρευση τοῦ Σοβιετικοῦ καθεστῶτος, οἱ ἐκτελεσθέντες μοναχοί τοῦ Νέου Ἄθωνος ἀποκαταστάθηκαν ἀπό τήν Ρωσική Δικαιοσύνη! (Βλ. μ. Μερκουρίου, "Τό μαρτυρικό τέλος Μοναχῶν τοῦ Νέου Ἄθωνος στόν Καύκασο τό 1930", ἔκδοσις "Ὀρθόδοξος Κυψέλη").
Ἡ ἄσκηση στό Ἐρημητήριο τοῦ Τσίν
Στή χαράδρα τοῦ Τσίν οἱ δύο ἀδελφές μοναχές ἔσκαψαν ἀρχικά ἕνα λαγούμι, τό ὁποῖο μόλις χωροῦσε καί τίς δύο, καί ἔζησαν ἐκεῖ τουλάχιστον δύο χρόνια. Μοναδική τους τροφή ἦταν λίγο ζεστό νερό καί ἕνα κομμάτι πρόσφορο μία φορά τήν ἡμέρα. Στήν ἀρχή δέν εἶχε βεβαιωθεῖ ποῦ εὕρισκαν οἱ ἀσκήτριες τό πρόσφορο, ἄν ἦταν δηλαδή ἀνθρώπινη παρηγοριά ἤ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ στήν ἀσκητική τους ζωή. Ἀργότερα μαρτυρίες πιστῶν πού ἔζησαν στό ἀσκητήριο βεβαίωσαν, ὅτι ἐπρόκειτο γιά ὑπερφυσικό γεγονός, γιά θαυματουργική ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, διότι ἦταν ἀδύνατο κάποιος χωρικός νά ἀνέβαινε καθημερινά στή χαράδρα, ἀνεξαρτήτως καιρικῶν συνθηκῶν, καί νά προμήθευε τίς ἀσκήτριες μέ ἕνα φρέσκο πρόσφορο.
Ὁ Ἅγιος Θεός οἰκονόμησε τήν συντήρηση τῶν δούλων Του γιά δύο χρόνια, μέ αὐτό τόν θαυμαστό τρόπο. Ἀργότερα, ὅταν ἡ παρουσία τους ἔγινε γνωστή στούς χωρικούς (ἀπ’ ὅπου δέχονταν κάποια βοήθεια) καί ἄρχισαν νά καλλιεργοῦν ἕναν μικρό κῆπο, «τό φρέσκο πρόσφορο σταμάτησε νά ἔρχεται»!
Τότε μέ τήν βοήθεια τῶν χωρικῶν ἔφτιαξαν κάποιες ὑποτυπώδεις ἐγκαταστάσεις, καλύβες ἀπό κορμούς δένδρων, καί ἡ διαμονή τους ἔγινε ὑποφερτή καί ἀσφαλέστερη, μέ τήν παρηγοριά μιᾶς ρωσικῆς σόμπας.
Τό ἀσκητικό πρόγραμμα τῆς μακαρίας Ἑλένης ἦταν ἀπό τήν ἀρχή πολύ αὐστηρό στό θέμα τῆς νηστείας. Ἔτρωγε μία φορά τήν ἡμέρα, συνήθως πατάτες βραστές. Λάδι δέν κατέλυσε ποτέ, οὔτε πρόσφερε ποτέ στούς ἐπισκέπτες της. Τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα «ἔμπαινε» στό τραπέζι ἕνα κόκκινο αὐγό, «γιά νά τιμηθεῖ ἡ ἡμέρα»! Ὅταν ὑπῆρχε ἀσθενής στό Ἀσκητήριο, ἡ Μάτουσκα ἔμενε ἄσιτη μέχρι τήν θεραπεία του!
Ἐπειδή στίς ἀσκήτριες ἀδελφές ἔλειπε ἡ λειτουργική ζωή, ἐνωρίτατα ἐπιδόθηκαν στήν νοερά προσευχή. «Ἡ προσευχή –διδάσκει ὁ ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ – εἶναι τό ὄργανο πού διαθέτουμε. Μπορεῖ νά τύχει νά θέλετε νά πᾶτε στήν ἐκκλησία, ἀλλά ἡ ἐκκλησία νά μήν εἶναι κοντά, ἤ νά ἔχει τελειώσει ἡ ἀκολουθία. Ἤ ἔχετε ἐνδεχομένως ἐπιθυμία νά ἐλεήσετε κάποιον πτωχό, ἀλλά πτωχός δέν ὑπάρχει. Ἴσως ἐπιθυμεῖτε νά γίνετε ἀπαθής, ἀλλά δέν ἔχετε γι’ αὐτό δυνάμεις. Γιά τήν προσευχή ὅμως ὑπάρχει πάντοτε δυνατότητα. Αὐτή εἶναι προσιτή τόσο στόν πλούσιο, ὅσο καί στόν πτωχό. Τόσο στόν ἐγγράμματο, ὅσο καί στόν ἁπλοϊκό. Στόν ἰσχυρό, ὅσο καί στόν ἀδύναμο. Στόν ὑγιῆ, ὅσο καί στόν ἀσθενῆ. Στόν δίκαιο, ὅσο καί στόν ἁμαρτωλό. Ἡ δύναμις τῆς προσευχῆς εἶναι τεράστια καί περισσότερο ἀπό ὁτιδήποτε ἄλλο ἐλκύει τό Ἅγιο Πνεῦμα» (Ἀρχιμ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, «Ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ Βίος», σελ. 71).
Στούς κληρικούς τοῦ Σοβιετοποιημένου Πατριαρχείου Μόσχας ἤ τῆς ἐπίσης ἐλεγχόμενης ἀπό τούς ἀθεϊστές Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας πού ἔφθαναν στό Ἡσυχαστήριο, ἡ Μάτουσκα δέν ἐπέτρεπε νά μποῦν στό κελλί της ἤ νά λειτουργήσουν (μάλιστα μέχρι τό 1957 δέν εἶχε στό ἀσκητήριο παρεκκλήσιο). Ἡ ἴδια κατέβαινε γιά ἐξομολόγηση καί Θεία Κοινωνία στό Σουχούμι, σέ ἕναν ἐξόριστο Ἱερέα Βουλγαρικῆς καταγωγῆς.
Στή μοναδική φωτογραφία της (τήν ὁποία τράβηξε ὁ κ. Χριστόφορος Δαμιανίδης), ἡ Μάτουσκα φοράει τό ρωσικοῦ τύπου Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα. Δέν εἶναι γνωστό ἄν εἶχε γίνει μεγαλόσχημη στό μοναστήρι της, πρίν τήν διάλυσή του, ἤ ἄν ἔγινε στό Ἐρημητήριο τοῦ Τσίν, ἀπό κάποιο μυστικό ἤ διωκόμενο Ἱερέα.
Ἀπό τούς ἀθεϊστές ἐνοχλήθηκε ἀρκετές φορές, ἐπειδή δέν ἀναγνώριζε τήν Σοβιετοποιημένη «Ἐκκλησία». Κάποια φορά μάλιστα ἄνδρες τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας προσπάθησαν νά τήν συλλάβουν, ὅμως μία ὑπερφυσική δύναμη τήν κάλυπτε! Μπόρεσαν νά συλλάβουν μόνο τήν ἀδελφή της Νίνα.
«Προσεύχεσαι;» τήν ρώτησε κάποιος ἀξιωματικός.
«Ναί – τοῦ ἀπάντησε ἡ Μάτουσκα – γιά ὅλους τούς Χριστιανούς, ἀκόμη καί γιά σᾶς, διότι βαπτισθήκατε στό Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί Τόν ἀρνηθήκατε».
Ἡ Ἐμφάνιση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Τό 1957 ξέσπασε στό ἀσκητήριο μεγάλη πυρκαγιά. Ἐνῶ ἡ φωτιά κατέστρεφε τά πάντα, ἡ Μάτουσκα γονάτισε, ὕψωσε τά χέρια καί ἄρχισε νά ἱκετεύει τήν Παναγία νά ἐλεήσει τούς δούλους Της. Τό ἐξαίσιο θαῦμα πού ἀκολούθησε εἶναι ἀποδεικτικό τῆς τῆς παρρησίας τῆς Ὁσίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ: Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐμφανίσθηκε, ἡ φωτιά ἔσβησε καί στό σημεῖο τῆς ἐμφανίσεως ἔμεινε τό ἴχνος τοῦ ἀχράντου ποδός τῆς Θεομήτορος! Ἀπό τότε στρατιές Χριστιανῶν ἔφθαναν στό τσίν καί στό ταπεινό ἀσκητήριο καί γι’ αὐτό τόν ἐπιπρόσθετο λόγο: Γιά νά προσκυνήσουν τό Θεομητορικό ἀποτύπωμα.
Παρόμοιο θαυμαστό περιστατικό στή Ρωσική Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, μαρτυρεῖται στήν περίφημη Λαύρα τοῦ Ποτσάεφ στή δυτική Οὐκρανία. Ἐκεῖ τόν 13ο αἰ., κατά τήν διάρκεια τῆς εἰσβολῆς τῶν Τατάρων, ἡ Παναγία ἐμφανίσθηκε σέ δύο ἐρημίτες καί τό ἀποτύπωμα τοῦ ποδιοῦ της χαράχθηκε στό βράχο τῆς ἐμφανίσεως! Μέχρι σήμερα ἀπό τήν ξερή πέτρα – κατά τρόπο θαυμαστό – ρέει ἁγίασμα, τό ὁποῖο κατά καιρούς ἔχει ἐπιτελέσει θαυμαστές θεραπείες.
Τό Θεομητορικό ἀποτύπωμα, τό θαυματουργό Ἁγίασμα καί ἡ ὕπαρξη ἐκεῖ τῆς θαυματουργῆς ὁμώνυμης εἰκόνας τῆς Παναγίας (τήν ὁποία μετέφερε στή Ρωσία τό 1559 Ἕλληνας Μητροπολίτης), ἀνέδειξαν τήν Λαύρα σέ κέντρο τῆς ἀγωνιζομένης Ὀρθοδοξίας καί Ἱεραποστολῆς στήν εὐαίσθητη αὐτή περιοχή, μετά τήν λεγομένη Ἑνωτική Σύνοδο τῆς Βρέστης (1596) πού δημιούργησε τήν Οὐνία. Περίφημο ὑπῆρξε τό τυπογραφεῖο πού ἱδρύθηκε ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Ἡγουμένου τῆς Λαύρας ὁσ. Ἰώβ (βλ. Ἀντ. Μάρκου, «Βυζαντινές Εἰκόνες πού τιμήθηκαν στή Ρωσία», στό Περιοδικό «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» Λευκωσίας, φ. 51/1997, σελ. 97).
Ἡ Εὕρεση τῆς Εἰκόνος τῆς Παναγίας
Γιά τήν ἀποκατάσταση τῶν ζημιῶν ἀπό τήν πυρκαγιά στό Ἐρημητήριο, ἡ Μάτουσκα δέχθηκε τήν βοήθεια χωρικῶν καί προσκυνητῶν (ὁ κ. Χριστόφορος Δαμιανίδης, τότε νέος 20 ἐτῶν, ἔκανε ἐκεῖ «διακοπές» τριῶν μηνῶν, μαζί μέ 42 ἄλλους Χριστιανούς καί ἐργάσθηκε γιά τήν ἀνέγερση τῶν νέων ἐγκαταστάσεων. Εἶχε ἔρθει ἀπό τό Καζαξτάν, κάνοντας διαδρομή χιλιάδων χιλιομέτρων, τραβηγμένος ἀπό τήν φήμη τῆς Ὁσίας, ἐπειδή ἦταν σοβαρά ἄρρωστος καί θεραπεύθηκε δι’ εὐχῶν της, τηρῶντας τήν αὐστηρή της νηστεία!).
Τό ἀσκητήριο κατά τήν ρωσική πρακτική ἦταν ξύλινο. Ἔτσι γιά τήν ἀποκατάστασή του χρησιμοποιήθηκαν τεράστια δέντρα, ὕψους μέχρι καί 50 μέτρων! Μετά τήν ὁλοκλήρωση τῶν ἐργασιῶν ἡ Μάτουσκα κάλεσε τούς πιστούς, τούς εὐχαρίστησε καί μεταξύ ἄλλων εἶπε ὅτι τό ἑπόμενο πρωϊ «ὁ Χριστόφορος μποροῦσε νά φύγει». Τήν ἑπομένη ὅμως τοῦ ζήτησε νά μείνει, διότι θά εἶχαν «μεγάλο πειρασμό». Πράγματι ἀντιμετώπισαν πολλά προβλήματα ἀπό τήν τοπική Δασική Ὑπηρεσία, διότι τά δέντρα εἶχαν κοπεῖ χωρίς τήν ἄδειά της.
Μετά τό τέλος τῶν ἐργασιῶν ἐπίσης, κάποιοι πιστοί πρότειναν στή Μάτουσκα νά χρησιμοποιήσουν ἕνα δέντρο γιά νά φτιάξουν περίφραξη τοῦ χώρου. «Ὄχι – εἶπε ἡ Ὁσία – νά μήν κόψουμε ἄλλο δέντρο. Ἄν ὁ Θεός θέλει αὐτό τό ἔργο, θά μᾶς στείλει ὁ Ἴδιος». Τήν νύκτα ἐκείνη ξέσπασε μία φοβερή καταιγίδα καί τό πρωϊ ὅλοι εἶδαν ἔκπληκτοι ἕνα τεράστιο ἔλατο νά ἔχει ξεριζωθεῖ καί νά ἔχει παρασυρθεῖ ἀπό τά νερά μέχρι τά ὅρια τοῦ ἀσκητηρίου! Ἔτσι – κατά τήν πρόρρηση τῆς Ὁσίας - ὁ Θεός ἔστειλε τό ὑλικό γιά τήν περίφραξη, μέ τρόπο πού ὑπερέβαινε τήν ἀνθρώπινη ἤ φυσική δύναμη.
Στίς νέες ἐγκαταστάσεις πού κατασκευάσθηκαν τότε, συμπεριλήφθηκε καί ἕνα ἐσωτερικό παρεκκλήσιο. Ὅταν ἡ κατασκευή του ὁλοκληρώθηκε, ἡ Μάτουσκα κάλεσε τόν νεαρό Χριστόφορο καί τόν Θεόδωρο Μπουχαρίδη καί τούς ἔστειλε στό χωριό λέγοντας: «Ἐκεῖ πού οἱ Γεωργιανοί ἔχουν κτίσει τό σχολεῖο, ὑπάρχει θαμένη ἐκκλησία τῶν ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης. Νά σκάψετε γιά νά βρεῖτε μία θαμένη εἰκόνα». Οἱ δύο νέοι ἔκαναν ὑπακοή, ἔσκαψαν, ἀλλά δέν βρῆκαν τίποτα καί ἀπογοητευμένοι γύρισαν πίσω. Ἡ Μάτουσκα τούς ἔστειλε καί πάλι, αὐτή τήν φορά μέ σαφεῖς καί ἀκριβεῖς πλέον ὁδηγίες (πόσα βήματα νά κινηθοῦν δεξιά ἤ ἀριστερά). Οἱ δύο νέοι ἔσκαψαν καί αὐτή τήν φορά βρῆκαν μία μεγάλων διαστάσεων εἰκόνα τῆς Παναγίας! Ἐνῶ τήν μετέφεραν στό ἀσκητήριο, ἡ Μάτουσκα –πληροφορημένη «μυστικῶ τῶ τρόπῳ» - βγῆκε μέ τόν Τίμιο Σταυρό καί τό θαυματουργό της Ἁγίασμα γιά νά τούς ὑποδεχθεῖ. Προσκύνησε τήν εἰκόνα, τήν πῆρε στά χέρια της καί τήν ἐνθρόνισε στό παρεκκλήσιο. Τότε, παρουσία 50 περίπου ἀτόμων, τό ἐκκλησάκι γέμισε μέ ἕναν εὐωδιαστό ἀτμό, ἕνα ὑπερκόσμιο θυμίαμα! «Ἐλᾶτε παιδιά μου – εἶπε ἡ Γερόντισσα - ἐλᾶτε νά δεῖτε τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»!
Σέ ὅλες τίς ἐποχές οἱ «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι» ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων εἶναι κοινές. Παρόμοια εὐωδία μαρτυρεῖται τόν Νοέμβριο τοῦ 1831, κατά τήν παράδοση ἀπό τόν ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ στό μαθητή του Νικ. Μοτοβίλωφ, τῆς διδασκαλίας περί ἀποκτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
Τό χαρίσμα τῆς προοράσεως
Ἡ Γερόντισσα Ἑλένη μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ γνώριζε ποίοι ἔρχονται νά τήν ἐπισκεφθοῦν, καθώς καί τόν σκοπό τῆς ἐπισκέψεώς τους (περιέργεια ἤ πίστη). Καλοῦσε ὅλους μέ τά χριστιανικά τους ὀνόματα (ἐνῶ δέν τούς εἶχε συναντήσει ποτέ) καί ἔλεγε ποιοι μποροῦν νά μείνουν καί ποιοι ὄχι (δέν δέχονταν τούς ὀλιγοπίστους καί ὅσους βαρύνονταν μέ ἀμετανόητες ἁμαρτίες).
Κάποτε (σύμφωνα μέ μαρτυρία πού κατέγραψε ὁ π. Λουκᾶς Πανίδης), τήν ἐπισκέφθηκε μία μητέρα μέ τό ἄρρωστο παιδί της, φέρνοντας μάλιστα καί κάποια τρόφιμα, ἡ Μάτουσκα ὅμως δέν τήν δέχθηκε. Ἀργότερα, ὅταν ρωτήθηκε, ἐξήγησε ὅτι «ὅλοι στήν οἰκογένεια εἶναι ἄπιστοι».
Ἄλλοτε, κάποιους ἐπισκέπτες τούς ἔβαλε νά καθήσουν σέ ἕνα δωμάτιο πού ὑπῆρχε μία εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Μανδηλίου καί ἐνῶ ὅλοι ἔβλεπαν τόν Κύριο μέ τά μάτια ἀνοικτά, μία γυναῖκα ἔβλεπε τά μάτια Του κλειστά. «Γιατί αὐτό, Γερόντισσα;» τήν ρώτησε κάποιος. «Ἰωάννη – τοῦ ἀπάντησε ἡ Μάτουσκα – δέν τήν ἐμποδίζω ἐγώ, ἀλλά ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος, διότι ἀσχολεῖται μέ μαγεία».
Ἡ κ. Δέσποινα Καλαϊτζίδου γνώρισε τήν Γερόντισσα Ἑλένη τό 1965, ὅταν τήν ἐπισκέφθηκε μαζί μέ κάποια συγγενή της. Ἡ Μάτουσκα – πού δέν τήν εἶχε δεῖ ποτέ – τήν ὑποδέχθηκε μέ τά ἐξῆς ἀποκαλυπτικά λόγια: «Εἶσαι ἡ κόρη τῆς Ἀλεξάνδρας καί τῆς μοιάζεις πολύ. Βλέπω τόν πατέρα σου Παναγιώτη ντυμένο στά πράσινα». Πράγματι ὁ πατέρας τῆς Δέσποινας εἶχε στρατευθεῖ καί φοροῦσε τήν πράσινη στολή τοῦ Σοβιετικοῦ Στρατοῦ.
Πρίν τήν νεαρή Δέσποινα καί τήν συγγενή της, εἶχαν πάει στό ἀσκητήριο δύο Ρωσίδες, φέρνοντας ἐπίσης κάποια τρόφιμα, ἡ μακαρία Ἑλένη ὅμως καί πάλι δέν τίς δέχθηκε. Ἀργότερα ἡ κατά σάρκα ἀδελφή της Μοναχή Νίνα πληροφόρησε τήν Δέσποινα καί τήν συγγενή της, ὅτι οἱ Ρωσίδες εἶχαν ἕνα παιδί ἄρρωστο καί σέ παλαιότερη ἐπίσκεψή τους ἡ Μάτουσκα τούς εἶχε συστήσει νά τηροῦν τίς νηστείες τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά θεραπευθεῖ τό παιδί. Πράγματι τό παιδί θεραπεύθηκε, ὅμως «οἱ Ρῶσοι ξεχνοῦν εὔκολα» καί ἔτσι ἀμέλησαν, μέ ἀποτέλεσμα τό παιδί νά ἀρρωστήσει καί πάλι. Τά δέ τρόφιμα δέν τά δέχθηκε διότι αὐτή πού τά ἔφερε τά εἶχε κλέψει ἀπό τό κρατικό κατάστημα στό ὁποῖο ἐργαζόταν.
Τό χάρισμα τῆς διδασκαλίας
Γιά τούς διωκομένους καί οὐσιαστικά ἀποίμαντους Ὀρθοδόξους πιστούς τῆς εὑρύτερης περιοχῆς τοῦ Καυκάσου, ἡ Γερόντισσα Ἑλένη ἦταν διδάσκαλος καί καθοδηγητής, μια Ἀμμᾶς τοῦ 20ου αἰ. Ὁ εὐσεβής λαός ζητοῦσε τήν συμβουλή της γιά ὅλα τά θέματα πού τόν ἀπασχολοῦσαν, ἀκόμη καί τά ἁπλᾶ τῆς καθημερινῆς ζωῆς, καί ἡ Μάτουσκα μέ τόν φωτισμό καί τήν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κατηύθυνε τούς πιστούς στήν πνευματική ζωή καί τήν ἀκρίβεια τῆς Πίστεως, ἐνῶ συμβούλευε γιά τήν ἐπίλυση καί τακτοποίηση βιοτικῶν προβλημάτων. Ἡ Δέσποινα Καλαϊτζίδου λ.χ. ἐπισκέφθηκε τήν Ὁσία τό 1968 καί ζήτησε τήν γνώμη της, ἄν ἔπρεπε νά φύγει γιά τήν Ἑλλάδα ἤ νά περιμένει τόν σύζυγό της πού ὑπηρετοῦσε στό Στρατό. Ἡ Μάτουσκα τῆς σύστησε νά περιμένει καί στή συνέχεια ἀποδείχθηκε πῶς ἄν ἔφευγε μόνη της, θά ἀντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα.
Ἀκόμη στούς Ἑλληνοποντίους πού κατοικοῦσαν στό Καζαξτάν, ἡ Μάτουσκα συνιστοῦσε νά φύγουν. «Θάλασσα ἦταν - ἔλεγε – καί θάλασσα θά γίνει καί πάλι». Πράγματι Σοβιετικοί ἐπιστήμονες μέ ἔρευνές τους εἶχαν ἀνακαλύψει, ὅτι πολύ παλιά ἡ περιοχή τῆς Κεντρικῆς Ἀσίας ἦταν καλυμμένη ἀπό θάλασσα.
[ Home | Update Journal | Login/Logout | Search | Account | Site Map ]