Ο όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος, κατά κόσμον Γεώργιος Βασίλιεβιτς Γοβόρωφ, υπήρξε γιος ιερέως. Γεννήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 1815 στο χωριό Τσερνάφσκα της επαρχίας Ορλώφ.
Από μικρός δέχθηκε την ευεργετική επίδρασι που εξασκεί στην ψυχή το εκκλησιαστικό περιβάλλον με τις εικόνες, τις ψαλμωδίες, τις ακολουθίες, τις τελετές. Ο ίδιος έγραφε ότι το περιβάλλον αυτό αποτελεί τον ισχυρότερο παράγοντα για τη σωστή αγωγή της παιδικής ψυχής.
Μετά από τα πρώτα γράμματα μπήκε στο Σεμινάριο του Ορλώφ (1831-37) και αργότερα ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου (1837-41).
Καθώς σπούδαζε στο Κίεβο επισκεπτόταν συχνά τα σπήλαιά του, που υπήρξαν η κοιτίδα του ρωσικού μοναχισμού. Η Κιεβοπετσέρσκαγια Λαύρα, γεμάτη άφθορα και μυροβλύζοντα λείψανα οσίων, ακτινοβολούσε τη δόξα του λαμπρού της παρελθόντος.
Η καρδιά του νεαρού ιεροσπουδαστού δονήθηκε από τον πόθο της μοναχικής ζωής και λίγους μήνες πριν τελειώση τις σπουδές του έγινε μοναχός.
O φημισμένος στάρετς Παρθένιος, που ήταν πνευματικός του Μητροπολίτου και της Λαύρας, έδωσε στον νεόκουρο και στους συντρόφους του τις εξής συμβουλές:
«Εσείς οι μορφωμένοι μοναχοί να μην ξεχνάτε ότι το πιο απαραίτητο είναι ένα: Η αδιάλειπτη προσευχή με τον νου συγκεντρωμένο στην καρδιά. Αυτό κι εγώ επεδίωκα από τα νεανικά μου χρόνια και φρόντιζα να μη με διακόπτη κανείς από τη συνεχή επικοινωνία μου με τον Θεό».
Τον ίδιο χρόνο (1841) χειροτονείται διάκονος και σε λίγους μήνες ιερεύς.
Τελειώνοντας την Ακαδημία διορίζεται καθηγητής της Ηθικής, της Φιλοσοφίας, της Ψυχολογίας, της Λογικής και των Λατινικών σε διάφορες σχολές και ακαδημίες.
Το 1847 έρχεται στα Βαλκάνια και για επτά χρόνια μελετά τον ελληνορθόδοξο μοναχισμό.
Το 1857 γίνεται πρύτανης της Θεολογικής Ακαδημίας της Πετρουπόλεως και επιθεωρητής των θρησκευτικών μαθημάτων σ' όλες τις σχολές της πρωτευούσης και των περιχώρων της.
Το 1859 χειροτονείται επίσκοπος της επαρχίας Ταμπώφ και αργότερα αναλαμβάνει την έδρα της επαρχίας Βλαδιμίρ. Σαν επίσκοπος εργάσθηκε μ' όλες του τις δυνάμεις. Έμεινε κοντά στο ποίμνιο που του εμπιστεύθηκε ο Θεός και δοκίμασε μαζί του πολλές δυσκολίες.
Το 1861 αξιώνεται να παρευρεθή στην ανακομιδή των λειψάνων του αγίου Τύχωνος του Ζαντόνσκ, τον οποίο από τα παιδικά του χρόνια υπεραγαπούσε και προσπαθούσε να μιμηθή.
Το 1866, μετά από εικοσιπέντε χρόνια πολύπλευρης και καρποφόρου εκκλησιαστικής διακονίας, αφήνει την επαρχία του και κλείνεται σ' ένα φτωχικό κελί στην έρημο Βισένσκ. Εκεί θα ζήση έγκλειστος τα υπόλοιπα εικοσιοκτώ χρόνια της ζωής του.
Ο αποχαιρετιστήριος λόγος προς το ποίμνιό του είναι συγκινητικός:
«Μη με παρεξηγήτε που σας αποχωρίζομαι. Η αγάπη σας δεν θα με άφηνε να φύγω, αν δεν υπήρχε μέσα μου ένας ακατανίκητος πόθος για μια υψηλότερη ζωή... Πάντοτε θα προσεύχομαι να σας χαρίζη ο Κύριος κάθε καλό, να σας γλιτώνη από κάθε συμφορά και να εξασφαλίζη τη σωτηρία σας... Έχετε μάθει τον δρόμο της σωτηρίας, καθώς και όλα τα μέσα που οδηγούν σ' αυτή. Είναι λοιπόν αρκετό να σας υπενθυμίσω τη συμβουλή του αποστόλου Παύλου προς τον Τιμόθεο: "Τ η ν π α ρ α κ α τ α θ ή κ η ν φ ύ λ α τ τ ε". Να φυλάγεσθε από τους ψευδοδιδασκάλους. Όσους δεν συμφωνούν μ' αυτά που διδάσκει η Εκκλησία να τους απομακρύνετε, οποιαδήποτε θέσι και οποιουσδήποτε τίτλους κι αν κατέχουν... Πίσω από τη γνησιότητα της πίστεως έρχεται η επίσκεψις της θείας χάριτος. Με τη βοήθειά της οι καθαροί στην ψυχή βλέπουν τον Θεό από την παρούσα ζωή και προγεύονται τη μακαριότητα της αιωνίας».
Ο όσιος Θεοφάνης υπήρξε πολυγραφώτατος. Η αδελφή του Λέοντος Τολστόι έλεγε: «Δύο σύγχρονοί μας έγραψαν πολλά. Ο αδελφός μου Λέων και ο επίσκοπος Θεοφάνης. Με τη διαφορά ότι ο ένας έγραψε προς απώλεια της ψυχής, ενώ ο άλλος προς σωτηρία της».
Τα συγγράμματά του είναι κλασσικά και διαιρούνται σε ηθικά, ερμηνευτικά και μεταφραστικά. Μετέφρασε στα ρωσικά τη «Φιλοκαλία» και παρουσίασε σ' ένα μεγάλο σύγγραμμα πολλούς κανόνες των αγίων Παχωμίου, Μεγάλου Βασιλείου, Βενεδίκτου και Κασσιανού. Από σκέψεις και βιώματα δικά του αποτελείται και το μεγαλύτερο μέρος του περίφημου φιλοκαλικού έργου της μονής του Βάλαμο «Η νοερά άθλησις».
Καθημερινά έφθαναν στο ερημικό κελί του πολυάριθμες επιστολές, απ' όλα τα μέρη της Ρωσίας, με διάφορα ερωτήματα. Προσπαθούσε ν' απαντά σε όλες. Έτσι στο διάστημα των εικοσιοκτώ ετών της έγκλειστης ζωής του, έγραψε πολλές χιλιάδες γράμματα που αποτελούν έναν ανεκτίμητο πνευματικό θησαυρό.
Στην έρημο Βισένσκ ο όσιος Θεοφάνης δεν άλλαξε μόνο τη λαμπρή αρχιερατική στολή με το ταπεινό ένδυμα του ασκητού, αλλά προσπάθησε να θάψει και ότι κοσμικό είχε: τη σοφία του, τα αξιώματά του, τον ίδιο τον εαυτό του!
Αλλά όπως ο ήλιος δεν μπορεί να κρυφτή, έτσι και η έρημος δεν μπόρεσε να κρύψει τον μεγάλο φωστήρα. Η έρημος Βισένσκ έγινε φάρος υψηλής πνευματικής ακτινοβολίας. Ενώ σταμάτησαν τα φλογερά κηρύγματα του λαμπρού επισκόπου, τα συγγράμματα και οι επιστολές του κατέκλυζαν ολόκληρη την απέραντη Ρωσία. Ενσάρκωναν τη γνησιότητα και την αυθεντικότητα της Ορθοδοξίας, γι' αυτό είχαν και έχουν απήχηση σε κάθε ορθόδοξο χριστιανό.
Η μακαριά ψυχή του ανήλθε στα ουράνια σκηνώματα το 1894.
Έναν αιώνα αργότερα η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ρωσίας διακήρυξε επίσημα την αγιότητα του ηρωικού ιεράρχου — αγιότητα ανέκαθεν ωμολογημένη από τον ευσεβή ρωσικό λαό - για τη συμβολή του στην πνευματική αναγέννησι της συγχρόνου του ρωσικής κοινωνίας, για τα οικοδομητικά και ερμηνευτικά του συγγράμματα και κατ' εξοχήν βέβαια για την αγία ζωή του΄ ζωή που δεν ήταν παρά η συνέπεια της βαθειάς θεολογικής και εμπειρικής βιώσεως της Ορθοδοξίας. Όλ' αυτά «μας επιτρέπουν να βλέπουμε τις διδαχές και τις συγγραφές του σαν ανάπτυξι της αγιοπατερικής διδασκαλίας, με την οποία διατηρούν την ίδια ορθόδοξη καθαρότητα και την ίδια διάφανη θεοπνευστία» (Πράξις Ιεράς Τοπικής Συνόδου της Ρωσικής Εκκλησίας, 6-9 Ιουνίου 1988).
(Πηγή: «Απάνθισμα Επιστολών» Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, Εκδόσεις Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, Μετάφραση από τα Ρωσικά)