ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΗΡΥΚΟΣ ([info]kirykos) wrote,
@ 2009-07-31 17:56:00

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤ. π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ


Ἡ Διασταση Ἀνατολῆς καί Δύσεως

Ὑ­πάρ­χει ὅ­μως καί ἡ 9η Οἰκ. Σύ­νο­δος. Εἶ­ναι οἱ Σύ­νο­δοι τῆς πε­ρι­ό­δου τῆς ἐ­κρή­ξε­ως τοῦ προ­βλή­μα­τος πού ἀ­φο­ροῦ­σε στόν ἡ­συ­χα­σμό. Δέν εἶ­ναι «ἡ­συ­χα­στι­κές ἕ­ρι­δες», οἱ Φράγ­κοι μᾶς μά­θα­νε νά τίς λέ­με ἡ­συ­χα­στι­κές ἕ­ρι­δες. Εἶ­ναι ἡ ἔ­κρη­ξη τῆς ἀν­τι­στά­σε­ως τῶν ἡ­συ­χα­στῶν, τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων δη­λα­δή, ἀ­πέ­ναν­τι στίς πα­πι­κές καί σχο­λα­στι­κές προ­κλή­σεις.
Εἶ­ναι οἱ Σύ­νο­δοι τοῦ 1341, τοῦ 1347, τοῦ 1351, μέ κα­τα­κλεί­δα τήν Σύ­νο­δο πού ἀ­νέ­φε­ρα πρίν, τοῦ 1368. Ἡ ἀ­φορ­μή ἐ­δό­θη­κε ἀ­πό τά προ­βλή­μα­τα, τά ὁ­ποῖ­α δη­μι­ούρ­γη­σε ἡ σύγ­κρου­ση τῶν δύ­ο πα­ρα­δό­σε­ων, τῆς Ἀ­να­το­λῆς καί τῆς Δύ­σε­ως. Ἐ­πί­σης σχο­λα­στι­κοί τοῦ Βυ­ζαν­τί­ου, τῆς Ρω­μα­νί­ας, λα­τι­νί­ζον­τες, ρί­χνουν λά­δι στή φω­τι­ά. Ἐ­κεῖ­να ὅ­μως τά πρό­σω­πα, τά ὁ­ποῖ­α ἡ­γοῦν­ται, στήν δι­α­σπο­ρά πλα­νῶν εἰς τήν Ὀρ­θο­δο­ξο Ἀ­να­το­λή εἶ­ναι, ὅ­πως ξέ­ρε­τε, ὁ Βαρ­λα­άμ ὁ Κα­λα­βρός καί ὁ Γρη­γό­ρι­ος Ἀ­κίν­δυ­νος ἤ Πο­λυ­κίν­δυ­νος, ὅ­πως τόν ἔ­λε­γαν, ὁ μα­θη­τής του.
Ὁ Βαρ­λα­άμ καί ὁ Ἀ­κίν­δυ­νος ἀλ­λά καί οἱ ἄλ­λοι ὀ­πα­δοί τους, με­τέ­φε­ραν τήν δυ­τι­κή ἀλ­λο­τρίω­ση στήν Ἀ­να­το­λή. Ἤ­δη στή Δύ­ση εἶ­χε δι­α­μορ­φω­θεῖ ἕ­νας ἄλ­λος Χρι­στι­α­νι­σμός, εἶ­χε ἀλ­λά­ξει ἡ οὐ­σί­α τοῦ Χρι­στι­α­νι­σμοῦ μέ τήν ἐκ­κο­σμί­κευ­ση τοῦ Χρι­στι­α­νι­σμοῦ στή Δύ­ση, ἡ ὁ­ποί­α ἐκ­κο­σμί­κευ­ση σαρ­κώ­νε­ται καί κο­ρυ­φώ­νε­ται στήν δη­μι­ουρ­γί­α τοῦ πα­πι­κοῦ κρά­τους.
Ἐ­μεῖς σή­με­ρα, μέ ποι­όν Πά­πα μι­λοῦ­με; Μέ τόν Πά­πα ἐ­πί­σκο­πο, ἔ­στω καί s­u­p­er ἐ­πί­σκο­πο, ὅ­πως θέ­λει νά ὀ­νο­μά­ζε­ται, -γε­νι­κός ἐ­πί­σκο­πος ὑ­πε­ρά­νω ὅ­λων τῶν ἐ­πι­σκό­πων- ἤ μέ τόν Πά­πα βα­σι­λέ­α καί αὐ­το­κρά­το­ρα καί ἀρ­χη­γό κρά­τους; Δι­ε­ρω­τῶ­μαι αὐ­τοί πού δι­ε­ξά­γουν τέ­τοι­ους δι­α­λό­γους, πό­τε θά τό συ­νει­δη­το­ποι­ή­σουν; Δύ­ο τι­νά συμ­βαί­νουν. Ἤ δέν μπο­ροῦν νά τά κα­τα­λά­βουν τά προ­βλή­μα­τα –κά­τι πού δέν θέ­λω νά πι­στέ­ψω, γι­α­τί δι­α­θέ­τουν λο­γι­κό κα­λύ­τε­ρο ἀ­πό τό δι­κό μου-, ἤ ἀ­δι­α­φο­ροῦν καί τά θε­ω­ροῦν ὅ­λα αὐ­τά ἄ­νευ ση­μα­σί­ας, ἀ­σχο­λού­με­νοι μέ κοι­νω­νι­κά, μέ πο­λι­τι­κά καί δι­πλω­μα­τι­κά θέ­μα­τα.
Ἡ Δύ­ση καί ὅ­λος ὁ Χρι­στι­α­νι­σμός εἶ­χε ἀλ­λο­τρι­ω­θεῖ σέ ση­μεῖ­ο πού νά λέ­γει ὁ Ντο­στο­γι­έφ­σκυ, δύ­ο φο­ρές, εἰς τούς ἀ­δελ­φούς Κα­ρα­μά­ζωφ καί εἰς τόν Ἠ­λί­θι­ον: Μέ τόν ἄ­θε­ο, -ἦ­ταν ἡ ἐ­πο­χή τῆς ἄ­θε­ης ἰν­τε­λιγ­κέν­τσι­ας εἰς τήν Ρω­σί­α- μέ τούς ἀ­θέ­ους μπο­ρῶ νά μι­λή­σω, δι­ό­τι ξέ­ρω ποῦ κι­νεῖ­ται ἡ σκέ­ψη τους καί ὁ λό­γος τους, τί πι­στεύ­ουν καί τί δέν πι­στεύ­ουν. Μέ τόν πα­πι­σμό δέν μπο­ρῶ νά μι­λή­σω, δι­ό­τι ὁ πα­πι­σμός μοῦ δί­νει ἀλ­λο­τρι­ω­μέ­νη πί­στη, «μοῦ δί­νει Χρι­στό πού δέν ὑ­πάρ­χει, μοῦ δί­νει τόν Ἀν­τί­χρι­στο». Αὐ­τό τό λέ­γει ὁ Φι­ον­τόρ, ὁ Θε­ό­δω­ρος, δη­λα­δή, Ντο­στο­γι­έφ­σκι.
Ἔτ­σι λοι­πόν ἡ Δύ­σις εἰ­σά­γει ὅ,τι εἰ­σά­γει, χτυ­πών­τας τήν καρ­δι­ά τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας πού εἶ­ναι ὁ ἡ­συ­χα­σμός. Ὁ ἡ­συ­χα­σμός ὥς ἄ­σκη­ση, ὡς πρα­κτι­κή πνευ­μα­τι­κό­τη­τος, συ­νο­δεύ­ει τόν ἄν­θρω­πο ἀ­πό τήν ἀρ­χή τῆς Δη­μι­ουρ­γί­ας. Ἡ ἐ­πι­στρο­φή τῶν Πρω­το­πλά­στων γί­νε­ται μέ­σῳ τῆς πνευ­μα­τι­κῆς ζω­ῆς, ὅ­πως καί ἡ πτῶσις τους ἦ­ταν καρ­πός τῆς ἀρ­νή­σε­ως τῆς πνευ­μα­τι­κῆς, τῆς ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κῆς, κα­λύ­τε­ρα, ζω­ῆς. Ὁ ἡ­συ­χα­σμός μέ τήν κά­θαρ­ση τῆς καρ­δι­ᾶς, τόν φω­τι­σμό τῆς καρ­δι­ᾶς ἀ­πό τήν Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ, τήν ἄ­κτι­στη, καί μέ τήν θέ­ω­ση, ἀ­να­τρέ­πει τήν πλά­νη, τήν ἁ­μαρ­τί­α μας, ἀ­να­τρέ­πει τήν τρα­γι­κό­τη­τά μας. Ἡ θε­ο­λο­γι­κή ταυ­τό­τη­τα τοῦ Ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ, εἶ­ναι ὁ ἡ­συ­χα­σμός. Συ­νε­χί­ζει καί ἐ­πα­νεκ­φρά­ζει τήν πα­τε­ρι­κό­τη­τα, ἀλ­λά κυ­ρί­ως ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ἀν­τε­λή­φθη τήν ἀλ­λο­τρί­ω­ση τῆς Δύ­σε­ως. Μί­α Δύ­ση πού οἱ σχο­λα­στι­κοί οἱ δι­κοί μας τήν ἤ­θε­λαν καί τό­τε ὡς συ­νο­μι­λη­τή καί συ­νο­δοι­πό­ρο.

Ἡ Θεολογία τῆς Θεώσεως

Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, σ’ αὐ­τό τό ση­μεῖ­ο, συ­νε­χί­ζει τόν Μ. Φώ­τι­ο. Ὁ πρῶ­τος πού ἀν­τε­λή­φθη τήν ἀλ­λο­τρί­ω­ση τοῦ Δυ­τι­κοῦ Χρι­στι­α­νι­σμοῦ, -ὅ­τι εἶ­ναι κά­τι ἄλ­λο, ἀλ­λά ὄ­χι Χρι­στι­α­νι­σμός τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων- ἦ­ταν ὁ Ἅ­γι­ος Φώ­τι­ος, μέ τό πε­ρί­φη­μο ἔρ­γο του «Πε­ρί τῆς μυ­στα­γω­γί­ας τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος», πού εἶ­ναι πη­γή μέ­χρι σή­με­ρα εἰς τήν δι­δα­σκα­λί­α καί στά συγ­γράμ­μα­τα ὅ­λων τῶν θε­ο­λό­γων μας πε­ρί Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, ἀ­νοί­γει πε­ρισ­σό­τε­ρο τόν δρό­μο. Εἶ­χε δέ τίς προκλήσεις τοῦ Κα­λα­βροῦ Βαρ­λα­άμ, ὥ­στε νά συλ­λά­βει τήν πλή­ρη ἀλ­λο­τρί­ω­ση τῆς Δυ­τι­κῆς Θε­ο­λο­γί­ας. Ποι­ά εἶ­ναι ἡ οὐ­σί­α τῆς δι­δα­σκα­λί­ας τοῦ Ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου, πού εἶ­ναι ἡ συ­νέ­χει­α τῆς πα­τε­ρι­κό­τη­τος; Ἀ­να­κε­φα­λαι­ώ­νει τούς Ἁ­γί­ους Πα­τέ­ρες ὅ­λων τῶν ἐ­πο­χῶν ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς καί ἐ­πα­να­δι­α­τυ­πώ­νει καί ἐ­πα­νεκ­φρά­ζει τήν πί­στη μέ τά μέ­σα, πού τοῦ ἔ­δι­δε ἡ ἐ­πο­χή του. Τήν ἴ­δι­α Ὀρ­θο­δο­ξί­α ἐκ­φρά­ζει καί ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, μέ τή δι­κή του γλώσ­σα, μέ τόν δι­κό του τρό­πο, μέ­νον­τας ὅ­μως πι­στός στήν θε­ο­λο­γι­κή ὁ­μο­λο­γί­α τῶν πα­τέ­ρων τοῦ 4ου, τοῦ 5ου κ.ο.κ αἰ­ῶ­νος. Δέ­χε­ται πρῶ­τον τήν δι­ά­κρι­ση οὐ­σί­ας καί ἐ­νέρ­γει­ας εἰς τόν Θε­όν, τήν ὀ­νο­μά­ζει «δι­ά­κρι­σιν θε­ο­πρε­πή καί ἀ­πόρ­ρη­το», πού εἶ­ναι ἡ προ­ϋ­πό­θε­ση τῆς θε­ώ­σε­ως.
Ἐ­άν ἀρ­νη­θοῦ­με, ὅ­πως ὁ σχο­λα­στι­κι­σμός, ἡ θε­ο­λο­γί­α τοῦ πα­πι­σμοῦ δη­λα­δή, τήν δι­ά­κρι­ση οὐ­σί­ας καί ἐ­νέρ­γει­ας μέ­νει με­τέ­ω­ρον τό θέ­μα τῆς θε­ώ­σε­ως. Πῶς θε­ού­με­θα; Ὁ σκο­πός, ὁ ἀ­πό­λυ­τος σκο­πός καί προ­ο­ρι­σμός κά­θε ἀν­θρώ­που, ὄ­χι μό­νο τῶν χρι­στι­α­νῶν, εἶ­ναι ἡ θέ­ω­ση. Κά­θε ἄν­θρω­πος νά φτά­σει στή θέ­ω­ση. «Ὁ Θε­ός πάν­τας ἀν­θρώ­πους θέ­λει σω­θῆ­ναι καί εἰς ἐ­πί­γνω­σιν ἀ­λη­θεί­ας ἐλ­θεῖν» (Α΄ Τιμ. 2, 4). Ἡ «ἐ­πί­γνω­ση τῆς ἀ­λη­θεί­ας» εἶ­ναι ἡ θέ­ω­ση. Νά ἑ­νω­θοῦ­με μέ τήν ἄ­κτι­στη Χά­ρη τοῦ­ Θε­οῦ. Μέ τήν οὐ­σί­α τοῦ Θε­οῦ δέν ὑ­πάρ­χει δυ­να­τό­τη­τα ἑ­νώ­σε­ως. Ὑ­περ­βαί­νει πᾶ­σα κα­τά­λη­ψη ἡ οὐ­σί­α τοῦ Θε­οῦ. Ἑ­νού­με­θα μέ τήν ἄ­κτι­στη Χά­ρη καί ἐ­νέρ­γει­α τοῦ Θε­οῦ, ὁ­πό­τε, ἄν δέν ὑ­πάρ­χει αὐ­τή ἡ ἐ­νέρ­γει­α, ἀλ­λά ἡ ἐ­νέρ­γει­α εἶ­ναι κτι­στή, - ἡ με­γα­λύ­τε­ρη βλα­σφη­μί­α με­τά τό F­i­l­i­o­q­ue εἶ­ναι ἡ πα­ρα­δο­χή κτι­στῆς χά­ρι­τος, κτι­στῆς ἐ­νέρ­γει­ας εἰς τόν Θε­όν-, δέν εἶ­ναι δυ­να­τή ἡ σω­τη­ρί­α.
Κτι­στή ἐ­νέρ­γει­α ση­μαί­νει, ἔ­χει ἀρ­χή καί τέ­λος. Πῶς θά σέ σώ­σει κά­τι πού ἔ­χει ἀρ­χή καί τέ­λος; Ἡ ἐ­νέρ­γει­α τῆς Ἁ­γί­ας Τρι­ά­δος, οὔ­τε ἀρ­χή ἔ­χει, οὔ­τε τέ­λος. Εἶ­ναι ἄ­ναρ­χη καί ἀ­τε­λεύ­τη­τη, ὅ­πως ἡ οὐ­σί­α τοῦ Θε­οῦ. Ἀ­φοῦ, λοι­πόν, τήν οὐ­σί­α δέν μπο­ροῦ­με νά τήν δεχ­τοῦ­με -τήν οὐ­σί­α τοῦ Θε­οῦ-, δε­χό­με­θα τήν ἐ­νέρ­γει­ά Του. Χά­ρις, ἐ­νέρ­γει­α, Βα­σι­λεί­α, δύ­να­μις, ἤ Βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν, ὅ­λα αὐ­τά ση­μαί­νουν τήν ἄ­κτι­στη ἐ­νέρ­γει­α πού ἐκ­πο­ρεύ­ε­ται ἀ­πό τήν Ἁ­γί­α Τρι­ά­δα.
Σέ κά­ποι­ο ἔρ­γο πού προ­έρ­χε­ται ἀ­πό τόν ἡ­συ­χα­στι­κό κύ­κλο, ἐ­πι­τρέψ­τε μου αὐ­τή τή στιγ­μή νά ὁ­μο­λο­γή­σω τήν ἀ­δυ­να­μί­α μου νά πῶ ἄν εἶ­ναι τοῦ Ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Πα­λα­μᾶ, ἤ ὄ­χι (ἀλ­λά δέν ἔ­χει καμ­μι­ά ση­μα­σί­α, ἴ­σως ἀ­νή­κει στόν Ἅ­γι­ο Γρη­γό­ρι­ο τόν Πα­λα­μᾶ), ἀ­πο­σα­φη­νί­ζε­ται πῶς βλέ­πει τόν Θε­ό ἡ Δύ­ση, ὁ πα­πι­σμός. Βλέ­πει τόν Θε­ό ὡς ἕ­ναν δί­σκο ἡ­λι­α­κό, πού βρί­σκε­ται στόν οὐ­ρα­νό, ἀλ­λά οἱ ἀ­κτῖ­νες του δέν φτά­νουν στήν γῆ. Τό­τε ἤ ὑ­πάρ­χει ὁ ἥ­λι­ος ἤ δέν ὑ­πάρ­χει εἶ­ναι τό ἴ­δι­ο πράγ­μα. Δέν μᾶς ζε­σταί­νει, δέν μᾶς ζω­ο­γο­νεῖ, ἀ­φοῦ οἱ ἀ­κτῖ­νες του δέν φτά­νουν εἰς τόν κό­σμον. Ὁ Θε­ός τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων, εἶ­ναι ἕ­νας ἥ­λι­ος πού στέλ­νει τίς ἀ­κτῖ­νες του καί ζω­ο­γο­νεῖ τή γῆ, καί ὅ­λη τήν κτί­ση, ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κά. Ὁ­πό­τε ἀ­πό τά δι­ά­φο­ρα ὑ­πό­γει­α, ἀ­πό τήν ἁ­μαρ­τί­α μας, ἀ­πό τήν πτώ­ση μας, σπεύ­δου­με νά ἀ­νε­βοῦ­με στήν ἐ­πι­φά­νει­α τοῦ ἐ­δά­φους, γι­ά νά δε­χθοῦ­με τίς ζω­ο­γό­νες ἀ­κτῖ­νες, ὄ­χι τοῦ φυ­σι­κοῦ ἡ­λί­ου, ἀλ­λά τοῦ ὑ­περ­φυ­σι­κοῦ Ἡ­λί­ου, τοῦ Ἡ­λί­ου τῆς Δι­και­ο­σύ­νης.
Γι’ αὐ­τό ἔφ­τα­σε ἡ Δύ­ση ἀ­πό τόν D­e­i­s­m­us, στόν «θά­να­το τοῦ Θε­οῦ». D­e­i­s­m­us τί ση­μαί­νει; Θε­ός, Δη­μι­ουρ­γός, ἀλ­λά ὄ­χι κυ­βερ­νή­της τοῦ κό­σμου. D­e­us c­r­e­a­t­or, s­ed n­on g­u­b­e­r­n­a­t­or. Αὐ­τό ση­μαί­νει ὅ­τι ὁ Θε­ός εἴ­τε ὑ­πάρ­χει, εἴ­τε δέν ὑ­πάρ­χει, δέν ἔ­χει καμ­μί­α ση­μα­σί­α. Γι’ αὐ­τό ἀ­σχο­λεῖ­ται ἡ Δύ­ση μέ κοι­νω­νι­κά, μέ ἠ­θι­κά προ­βλή­μα­τα. Ὄ­χι ὅ­τι δέν τά συμ­με­ρι­ζό­με­θα κι ἐ­μεῖς, ἀλ­λά δέν εἶ­ναι ἡ κύ­ρι­α προ­τε­ραι­ό­τη­τα τῆς πί­στε­ώς μας. Αὐ­τοί ἀ­σχο­λοῦν­ται μέ τά ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τα, χω­ρίς νά ἀ­να­ζη­τοῦν τίς ρί­ζες, τήν οὐ­σί­α. Ἡ Δύ­ση, λοι­πόν, ἔφ­τα­σε ἀ­πό τόν D­e­i­s­m­us, εἰς τόν θά­να­τον τοῦ Θε­οῦ. Στήν δε­κα­ε­τί­α τοῦ 1950 στήν Ἀ­με­ρι­κή καί με­τά στήν Εὐ­ρώ­πη ὁ θε­ο­λο­γι­κός κό­σμος μι­λεῖ γι­ά τόν «θά­να­το τοῦ Θε­οῦ» καί γι­ά τήν θε­ο­λο­γί­α «με­τά τόν θά­να­το τοῦ Θε­οῦ». Τί ση­μαί­νει θά­να­τος τοῦ Θε­οῦ; Δέν ση­μαί­νει ὅ­τι ὁ Θε­ός κα­θ’ ἑ­αυ­τόν πε­θαί­νει. Δέν τούς ἀ­πα­σχο­λεῖ, γι­α­τί ἤ ὑ­πάρ­χει ἤ δέν ὑ­πάρ­χει ὁ Θε­ός δέν λέ­ει τί­πο­τε γι’ αὐ­τούς.Θά­να­τος τοῦ Θε­οῦ ση­μαί­νει ὅ­τι ὁ Θε­ός δέν ἔ­χει καμ­μι­ά σχέ­ση μέ τή ζω­ή μας. Ὁ Θε­ός δέν μπο­ρεῖ νά μᾶς σώ­σει. Κα­τα­λα­βαί­νε­τε, λοι­πόν, ὄ­χι μό­νο βλα­σφη­μί­α, πό­ση ἀ­νο­η­σί­α κρύ­βει αὐ­τή ἡ πο­ρεί­α. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, μι­λών­τας γι­ά τή δι­ά­κρι­ση οὐ­σί­ας καί ἐ­νερ­γεί­ας, ὅ­πως ὁ Μ. Βα­σί­λει­ος καί οἱ λοιποί Ἅ­γι­οι Πα­τέ­ρες, σώ­ζει τήν Πί­στη καί τήν δυ­να­μι­κή της συγ­χρό­νως εἰς τήν θέ­ω­ση τοῦ ἀν­θρώ­που. Μι­λεῖ, ἐ­πί­σης, γι­ά τήν οὐ­σί­α τοῦ Θα­βω­ρί­ου Φω­τός. Στήν συ­ζή­τη­ση μέ τούς σχο­λα­στι­κούς καί τόν Βαρ­λα­άμ ἐ­τέ­θη τό θέ­μα τοῦ Θα­βω­ρί­ου Φω­τός. Τί φῶς εἶ­ναι; κτι­στό ἤ ἄ­κτι­στο; Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος μᾶς λέ­γει ὅ­τι καί στό Σι­νᾶ καί στό Θα­βώρ καί στήν Πεν­τη­κο­στή ἔ­χου­με τήν ἄ­κτι­στη ἐ­νέρ­γει­α τοῦ Θε­οῦ ὡς ἄ­κτι­στο φῶς. Ἡ αἵ­ρε­ση εἶ­ναι πού προ­κα­λεῖ ὅ­λα αὐ­τά τά προ­βλή­μα­τα. Ὁ Βαρ­λα­άμ ὁ Κα­λα­βρός ἐ­χα­ρα­κτη­ρί­ζε­το σο­φός. Εἶ­χε σπου­δά­σει στήν Ρώ­μη μα­θη­μα­τι­κά, φι­λο­σο­φί­α. Ἦ­ταν οὑ­μα­νι­στής. ἀν­θρω­πι­στής. Γι­ά νά κα­τα­λά­βε­τε αὐ­τό τό θέ­μα, πα­ρα­πέμ­πω σέ μι­ά πρό­σφα­τη με­λέ­τη τοῦ ἀ­γα­πη­τοῦ ἀ­δελ­φοῦ καί συ­να­γω­νι­στοῦ, τοῦ πα­τρός Θε­ο­δώ­ρου Ζή­ση, Κα­θη­γη­τοῦ στήν Θε­σσα­λο­νί­κη (εἶ­ναι καί αὐ­τός τώ­ρα ὁ­μό­τι­μος ὅ­πως καί ὁ ὁ­μι­λῶν αὐ­τή τή στιγ­μή) εἰς τόν Ὀρ­θό­δο­ξον Τύ­πον. Σέ τρεῖς συ­νέ­χει­ες ἀ­να­λύ­ει τό ἄν ὁ Μέ­γας Φώ­τι­ος ἦ­ταν ἀν­θρω­πι­στής, ὅ­πως δι­ά­φο­ροι φι­λο­σο­φοῦν­τες θέ­λουν νά τόν πα­ρου­σι­ά­σουν. Δέν θά ἐ­πι­μεί­νω πε­ρισ­σό­τε­ρο γι­α­τί θέ­λω νά ὁ­λο­κλη­ρώ­σω αὐ­τές τίς σκέ­ψεις.
Ἦρ­θε, λοι­πόν, ὁ Βαρ­λα­άμ ὁ Κα­λα­βρός ἀ­πό τή Με­γά­λη Ἑλ­λά­δα, τήν Κα­λα­βρί­α. Ἦρ­θε καί ἔ­γι­νε κα­θη­γη­τής εἰς τήν Κων/πο­λη. Δέχ­τη­κε με­γά­λες τι­μές. Μά­λι­στα ἐ­ξε­προ­σώ­πη­σε τήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α σέ μι­ά Σύ­νο­δο στίς ἀρ­χές τοῦ 14ου αἰ. εἰς τήν A­v­i­n­i­on τῆς Γαλ­λί­ας, ὅ­που οἱ πά­πες μέ­σα στίς συγ­κρού­σεις τους ἦ­ταν ἐ­ξό­ρι­στοι. Ὁ Πα­λα­μᾶς δι­έ­γνω­σε ἀ­μέ­σως τόν αἱ­ρε­τι­κό τρό­πο σκέ­ψε­ως τοῦ Βαρ­λα­άμ. Κά­ποι­ος μο­να­χός, γι­ά νά κα­τα­λά­βε­τε τί ση­μαί­νει Ἅ­γι­ος καί Πα­τέ­ρας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, κά­ποι­ος μο­να­χός ἔ­δω­σε στόν Ἅ­γι­ο Γρη­γό­ρι­ο ἕ­να κεί­με­νο πε­ρί Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, κα­τά τοῦ f­i­l­i­o­q­ue, τό ὁ­ποῖ­ο εἶ­χε γρά­ψει ὁ Βαρ­λα­άμ. Καί ὅ­λοι πί­στευ­αν ὅ­τι εἶ­ναι ἡ κο­ρυ­φή τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου πί­στε­ως καί πα­ρα­δό­σε­ως. Μό­λις δι­ά­βα­σε λί­γες γραμ­μές ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος λέ­ει «εἶ­ναι αἱ­ρε­τι­κό τό κεί­με­νο». Ἔ­κα­νε τόν ἀν­τι­πα­πι­κό ὁ Βαρ­λα­άμ, ἀλ­λά ἡ μέ­θο­δος τήν ὁ­ποί­α ἀ­κο­λου­θοῦ­σε προ­έ­δι­δε τήν ἐ­ξάρ­τη­σή του ἀ­πό τήν πτώ­ση τοῦ πα­πι­σμοῦ, ἀ­πό τήν σχο­λα­στι­κή φι­λο­σο­φί­α. Δι­ό­τι ἡ σκέ­ψη του στη­ρί­ζον­ταν σέ συλ­λο­γι­σμούς ἀν­θρω­πί­νους καί ὄ­χι στήν ἀ­πο­κά­λυ­ψη τοῦ Θε­οῦ δι­ά τοῦ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ στήν Πα­λαι­ά καί Και­νή Δι­α­θή­κη καί στούς Πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἡ φι­λο­σο­φί­α, λοι­πόν, γι­ά τόν Βαρ­λα­άμ εἶ­χε λυ­τρω­τι­κή ση­μα­σί­α, λυ­τρω­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα, καί ζη­τοῦ­σε οὔ­τε λί­γο οὔ­τε πο­λύ τήν ἐκ­φι­λο­σό­φη­ση τῆς πί­στε­ως. Ἔ­πρε­πε δη­λα­δή, ἔ­λε­γε ὁ Βαρ­λα­άμ, νά γί­νει κα­νείς φι­λό­σο­φος, γι­ά νά μπο­ρέ­σει νά σω­θεῖ. Ἕ­νας «ἐ­λι­τι­σμός» στόν χῶ­ρο τῆς πί­στε­ως, στόν χῶ­ρο τῆς σω­τη­ρι­ο­λο­γί­ας. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ἀ­παν­τοῦ­σε ὅ­τι ὁ Θε­ός πάν­τας ἀν­θρώ­πους θέ­λει σω­θῆ­ναι, εἴ­τε ξέ­ρου­με γράμ­μα­τα, εἴ­τε δέν ξέ­ρου­με. Ἔ­χου­με μι­ά ἄλ­λη παι­δεί­α μέ­σα στήν καρ­δι­ά μας, τήν παι­δεί­α καί τήν νου­θε­σί­αν τοῦ Θε­οῦ. Καί δέν στη­ρι­ζό­μα­στε στά ἀν­θρώ­πι­να γράμ­μα­τα. Τώ­ρα κα­τα­νο­εῖ­τε γι­α­τί κα­τε­δί­κα­σα ὅ­λα τά πτυ­χί­α πού μέ τήν χά­ρη τοῦ Θε­οῦ μπό­ρε­σα νά ἀ­πο­κτή­σω. Μη­δέν καί κά­τω τοῦ μη­δε­νός εἰς τήν σω­τη­ρί­α. Ἡ Χά­ρις τοῦ Θε­οῦ καί τό ἄ­νοιγ­μα τῆς καρ­δι­ᾶς σ’ αὐ­τή τή Χά­ρη εἶ­ναι ἡ δυ­να­τό­τη­τα τῆς σω­τη­ρί­ας μας καί ὄ­χι τά γράμ­μα­τα. Ὄ­χι ἡ ἐ­πί­δει­ξη γνώ­σε­ων. Ὅ­λα αὐ­τά μπο­ροῦν νά ὠ­φε­λή­σουν σέ πρα­κτι­κά θέ­μα­τα, νά κη­ρύ­ξεις κα­λύ­τε­ρα, νά χρη­σι­μο­ποι­ή­σεις μι­ά ὑ­ψη­λό­τε­ρη γλώσ­σα, ἀλ­λά τίς πε­ρισ­σό­τε­ρες φο­ρές, τά προ­σόν­τα αὐ­τά τά κο­σμι­κά γί­νον­ται ἡ ἀ­φορ­μή τῆς πτώ­σε­ώς μας. Δι­ό­τι «φυ­σι­οῦ­ται» ὁ ἄν­θρω­πος. Ἀ­πο­κτᾶ ὁ ἄν­θρω­πος ἔ­παρ­ση, στη­ρι­ζό­με­νος εἰς τίς γή­ι­νες γνώ­σεις του.
Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς στή συ­νέ­χει­α γί­νε­ται ὑ­πε­ρα­σπι­στής τοῦ μο­να­χι­σμοῦ, τοῦ μο­να­χι­σμοῦ τῆς πα­τε­ρι­κῆς πα­ρα­δό­σε­ως, τόν ὁ­ποῖ­ον πο­λε­μοῦ­σε ὁ Βαρ­λα­άμ. Ξέ­ρε­τε ἡ Δύ­ση εἶ­χε χά­σει τόν αὐ­θεν­τι­κό μο­να­χι­σμό, ὅ­πως εἶ­χε χά­σει καί τήν ἀ­λη­θι­νή θε­ο­λό­γη­ση. Ἡ ἀ­λη­θι­νή θε­ο­λό­γη­ση περ­νά­ει μέ­σα ἀ­πό τήν ἀ­σκη­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα καί πρά­ξη, δη­λα­δή ἡ Θε­ο­λο­γί­α εἶ­ναι καρ­πός ἀ­σκή­σε­ως, ἀ­νοίγ­μα­τος τοῦ ἀν­θρώ­που στήν Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ. Ἡ Θε­ο­λο­γί­α δέν εἶ­ναι ὑ­πό­θε­ση δι­α­νο­η­τι­κή. Ὅ­ταν σπού­δα­ζα στή Δύ­ση, ἔ­μα­θα τήν φρά­ση «l­a­v­o­ro da t­a­v­o­l­i­no», ἐρ­γα­σί­α τοῦ τρα­πε­ζι­οῦ, τοῦ γρα­φεί­ου. Δέν εἶ­ναι αὐ­τή ἡ Θε­ο­λο­γί­α. Ἡ Θε­ο­λο­γί­α γεν­νι­έ­ται μέ­σα στήν καρ­δι­ά τοῦ ἀν­θρώ­που, μέ τόν φω­τι­σμό τοῦ ἀν­θρώ­που ἀ­πό τήν Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ. Δι­α­φο­ρε­τι­κά συν­τάσ­σου­με ὡ­ραῖ­α κεί­με­να, τά ὁ­ποῖ­α ὅ­μως δέν μπο­ροῦν νά μᾶς ὁ­δη­γή­σουν στήν Θε­ο­λο­γί­α, δι­ό­τι δέν εἶ­ναι καρ­πός ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κῆς ἐμ­πει­ρί­ας.
Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς στή συ­νέ­χει­α εἶ­ναι ὁ Θε­ο­λό­γος τῆς Θεί­ας Χά­ρι­τος. Ἡ Χά­ρις τοῦ Θε­οῦ, λέ­γει, εἶ­ναι ἄ­κτι­στη, δέν εἶ­ναι δη­μι­ουρ­γη­μέ­νη χά­ρις, κτι­στή χά­ρις, g­r­a­t­ia c­r­e­a­ta. Οἱ θε­ού­με­νοι εἶ­ναι οἱ αὐ­θεν­τί­ες καί ὄ­χι τά κεί­με­να. Αὐ­τό τό εἶ­χε ὑ­πο­στη­ρί­ξει πρῶ­τον ἕ­νας μι­κρα­σι­ά­της Θε­ο­λό­γος, Πα­τέ­ρας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας στό κέν­τρον τῆς Εὐ­ρώ­πης, στό Λού­γδου­νον, τήν Λυ­ών, ὁ Ἅ­γι­ος Εἰ­ρη­ναῖος, τόν 2ο αἰ. Ὅ­τι αὐ­θεν­τί­ες στήν Ἐκ­κλη­σί­α δέν εἶ­ναι τά κεί­με­να, ἀλ­λά εἶ­ναι ὁ θε­ού­με­νος, ὁ ἅ­γι­ος. Αὐ­τός εἶ­ναι αὐ­θεν­τί­α. Ὁ προ­φή­της, ὁ Ἀ­πό­στο­λος, ὁ Πα­τέ­ρας καί ἡ Μη­τέ­ρα ὅ­λων τῶν αἰ­ώ­νων. Αὐ­τός πού φτά­νει στήν θέ­ω­ση. Οἱ θε­ο­λό­γοι τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, λοι­πόν, εἶ­ναι οἱ θε­ό­πτες, εἶ­ναι οἱ προ­φῆ­τες πού ὀ­νο­μά­ζον­ται στήν Πα­λαι­ά Δι­α­θή­κη «Ρο­έ» ἀ­πό τό ἑ­βρα­ϊ­κό ρῆ­μα «ρα­ά» (αὐ­τό δέν εἶ­ναι ἐ­πί­δει­ξη, εἶ­ναι γνω­στό­τα­το). Τό ρῆ­μα «ρα­ά» ση­μαί­νει βλέ­πω. Προ­φῆ­τες εἶ­ναι οἱ βλέ­πον­τες. Τί βλέ­πουν; Τήν Χά­ρη τοῦ Θε­οῦ, τήν ἄ­κτι­στη. (Ἔ­χει ἕ­να σπου­δαῖ­ο βι­βλί­ο ὁ σε­βα­στός καί ἀ­γα­πη­τός συ­να­γω­νι­στής, ὁ π. Ἱ­ε­ρό­θος Βλά­χος, Σε­βα­σμι­ώ­τα­τος Μη­τρο­πο­λί­της Ναυ­πά­κτου: «Οἱ βλέ­πον­τες»­). Ἔτ­σι, λοι­πόν, οἱ Θε­ο­λό­γοι εἶ­ναι οἱ θε­ό­πτες. Οἱ Θε­ο­λό­γοι εἶ­ναι αὐ­τοί πού βλέ­πουν τό ἄ­κτι­στο φῶς, αὐ­τοί πού φθά­νουν εἰς τήν θε­ο­πτί­αν. Καί κά­τι ἄλ­λο. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, σέ ἀν­τί­θε­ση μέ τόν Βαρ­λα­άμ, ὁ ὁ­ποῖ­ος ζη­τοῦ­σε τήν ἐκ­φι­λο­σό­φη­ση τῆς πί­στε­ως καί τό­νι­ζε ἰ­δι­αί­τε­ρα τίς φι­λο­σο­φι­κές γνώ­σεις τοῦ ἀν­θρώ­που ὡς πα­ρά­γον­τα σω­τη­ρι­ο­λο­γί­ας, ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς ἱ­ε­ραρ­χεῖ τήν σο­φί­α-παι­δεί­α. Ἔ­χου­με, δι­δά­σκει, τήν θύ­ρα­θεν, τήν κο­σμι­κή σο­φί­α-παι­δεί­α πού παίρ­νου­με στά σχο­λεῖ­α, καί τήν ἐ­σω­τε­ρι­κή σο­φί­α-παι­δεί­α πού παίρ­νου­με μέ­σα ἀ­πό τόν πνευ­μα­τι­κό ἀ­γώ­να. Ὁ­πό­τε, λοι­πόν, αὐ­τό περ­νά­ει στό Συ­νο­δι­κόν τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας ἐξ ἀ­φορ­μῆς τοῦ Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Ἰ­τα­λοῦ καί ἄλ­λων νο­θευ­τῶν τῆς πί­στε­ως. Εἶ­ναι τό πε­ρί­φη­μο ἐ­κεῖ­νο: «τοῖς τά ἑλ­λη­νι­κά δι­ε­ξι­οῦ­σι μα­θή­μα­τα, οὐ πρός παί­δευ­σιν μό­νον, ἀλ­λά καί ταῖς μα­ταί­αις αὐ­τῶν γνώ­μαις ἑ­πο­μέ­νοις καί ὡς ἀ­λη­θέ­σι πι­στεύ­ου­σι, ἀ­νά­θε­μα»! Τό ἀ­νά­θε­μα δέν εἶ­ναι, ὅ­πως νο­μί­ζουν πολ­λοί, κα­τά­ρα. Τό ἀ­νά­θε­μα ση­μαί­νει χω­ρι­σμός. Οἱ ἀ­να­θε­μα­τι­ζό­με­νοι δέν ἀ­νή­κουν στό Σῶ­μα τοῦ Χρι­στοῦ καί ὀρ­θά πρέ­πει νά ἐκ­φω­νεῖ­ται «πᾶ­σι τοῖς αἱ­ρε­τι­κοῖς ἀ­νά­θε­μα». Τά γράμ­μα­τα, δη­λα­δή, δέν μᾶς σώ­ζουν. Τό πρό­βλη­μα εἶ­ναι νά με­λε­τᾶς φυ­σι­κή, ἀ­στρο­φυ­σι­κή, καί νά νο­μί­ζεις ὅ­τι αὐ­τό μπο­ρεῖ νά σέ σώ­σει. Ἄλ­λο ἡ ἐκ­παί­δευ­ση τοῦ ἀν­θρώ­που, (αὐ­τά κα­θο­ρί­ζον­ται ἀ­πό τόν Γρη­γό­ρι­ον τόν Θε­ο­λό­γον τόν 4ο αἰ­ώ­να) καί ἄλ­λο τό θέ­μα τῆς σω­τη­ρί­ας, τῆς αἰ­ω­νι­ό­τη­τός μας. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς δι­α­κρί­νει δύ­ο σο­φί­ες, δύ­ο γνώ­σεις. Ὅ­πως καί ὅ­λοι ὅ­σοι ἀ­κο­λου­θοῦν τήν πα­ρά­δο­ση ἀ­πό τόν Ἀ­πό­στο­λο Παῦ­λο καί τόν Ἰ­ά­κω­βο τόν Ἀ­δελ­φό­θε­ο μέ­χρι τόν Εὐ­γέ­νι­ο Βούλ­γα­ρη. Δέ­χε­ται ὅ­τι ἡ Ἀ­πο­κά­λυ­ψις εἶ­ναι ὑ­πέρ κα­τά­λη­ψιν. Δέ­χε­ται ὅ­τι ἡ Ἀ­πο­κά­λυ­ψις τοῦ Θε­οῦ εἶ­ναι ὁ Ἀ­λη­θι­νός Λό­γος τοῦ Θε­οῦ. Θά σᾶς πῶ δέ κά­τι πού κά­ποι­ους θά τούς ξε­νί­σει. Ἐ­μεῖς λέ­με συ­νή­θως ἡ Βί­βλος, ἡ Ἁ­γί­α Γρα­φή πε­ρι­έ­χει τό Λό­γο τοῦ Θε­οῦ. Δέν εἶ­ναι ἡ Βί­βλος ὁ Λό­γος τοῦ Θε­οῦ, ἀλ­λά εἶ­ναι κα­τα­γρα­φή τῆς Ἀ­πο­κα­λύ­ψε­ως τοῦ Θε­οῦ στήν καρ­δι­ά τῶν Ἁ­γί­ων, τῶν Προ­φη­τῶν καί τῶν Ἀ­πο­στό­λων. Ὁ Θε­ός δέν ἐ­πι­κοι­νω­νεῖ μέ γλῶσ­σα ἀν­θρώ­πι­νη. Ὁ Θε­ός δέν ἐ­πι­κοι­νω­νεῖ μέ κεί­με­να. Ὁ Θε­ός ἐ­πι­κοι­νω­νεῖ, εἰ­σερ­χό­με­νος δι­ά τοῦ Ἀ­κτί­στου Φω­τός Του μέ­σα στήν καρ­δι­ά τοῦ ἀν­θρώ­που, ὁ ὁ­ποῖ­ος φθά­νει νά γί­νει δε­κτι­κός τῆς Χά­ρι­τος τοῦ Θε­οῦ. Ἑ­πο­μέ­νως ἡ Βί­βλος δέν εἶ­ναι ὁ Λό­γος τοῦ Θε­οῦ κα­θε­αυ­τόν, εἶ­ναι «λό­γος πε­ρί τοῦ Λό­γου τοῦ Θε­οῦ». Προ­η­γεῖ­ται ἡ Ἀ­πο­κά­λυ­ψη τῆς κα­τα­γρα­φῆς της, τοῦ γράμ­μα­τος, τῆς Βί­βλου. Πι­στεύ­ω νά ἔ­γι­να κα­τα­νο­η­τός. Ἐ­κεῖ μᾶς ὁ­δη­γεῖ ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς. Ἐ­μεῖς μι­λοῦ­με συ­νε­χῶς γι­ά τήν Γρα­φή ὡς τόν Λό­γον τοῦ Θε­οῦ. Εἶ­ναι «λό­γος γι­ά τόν Λό­γο τοῦ Θε­οῦ». Ὁ Λό­γος τοῦ Θε­οῦ εἶ­ναι ἡ φα­νέ­ρω­ση τῆς Χά­ρι­τος τοῦ Θε­οῦ μέ­σα στήν καρ­δι­ά τῶν Προ­φη­τῶν, τῶν Ἀ­πο­στό­λων καί ὅ­λων τῶν Ἁ­γί­ων.
Ἡ Μέλλουσα Πανορθόδοξος Σύνοδος

Ἀ­γα­πη­τοί ἀ­δελ­φοί, οἱ Σύ­νο­δοι τοῦ 14ου αἰ­ῶ­νος δι­α­τυ­πώ­νουν τήν θε­ο­λο­γί­α πε­ρί τῆς Θεί­ας Χά­ρι­τος. Ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη Πα­ρά­δο­ση δέ­χε­ται αὐ­τές τίς Συ­νό­δους ὡς 9η Οἰ­κου­με­νι­κή καί πα­νορ­θό­δο­ξα γί­νε­ται αὐ­τό ἀ­πο­δε­κτό ἀ­πό γνω­στούς Θε­ο­λό­γους. Δι­ό­τι καί ἡ Σύ­νο­δος αὐ­τή, ὅ­πως καί ἡ 8η τό 879, δι­α­φο­ρο­ποι­οῦν ρι­ζι­κά τήν ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α, στήν πα­τε­ρι­κή συ­νέ­χει­ά της, ἀ­πό τόν χρι­στι­α­νι­σμό τῆς Δύ­σε­ως. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, λοι­πόν, μέ τήν θε­ο­λο­γί­α του, καρ­πό τῆς πα­ρου­σί­ας τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος μέ­σα στήν φω­τι­σμέ­νη ἀ­πό τό Ἅ­γι­ο Πνεῦ­μα καρ­δι­ά του, εἶ­ναι ὁ Πα­τέ­ρας τῆς 9ης Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου.
Ἕ­να ἐ­πί­και­ρο ἐ­ρώ­τη­μα εἶ­ναι: Ἡ μέλ­λου­σα νά συ­νέλ­θει πα­νορ­θό­δο­ξος Σύ­νο­δος τί θά κά­νει; Ἑ­τοι­μά­ζε­ται αὐ­τή ἡ Σύ­νο­δος, γι­ά νά μᾶς ὁ­δη­γή­σει, ὅ­πως δι­α­βά­ζου­με καί ὅ­πως βλέ­που­με, στήν ἀ­πο­δο­χή τοῦ πα­πι­σμοῦ καί τοῦ Προ­τε­σταν­τι­σμοῦ ὡς αὐ­θεν­τι­κῶν χρι­στι­α­νι­σμῶν. Αὐ­τό εἶ­ναι τό τρα­γι­κό. Εὔ­χο­μαι νά μή γί­νει πο­τέ. Ἀλ­λά ἐ­κεῖ ὁ­δη­γοῦν­ται τά πράγ­μα­τα. Ἐ­άν, λοι­πόν, συ­νέλ­θει ἡ Πα­νορ­θό­δο­ξος Σύ­νο­δος, πού θά ἔ­χει τόν χα­ρα­κτή­ρα γι­ά μᾶς Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου, ἐ­άν συ­νέλ­θει καί δέν δε­χθεῖ με­τα­ξύ τῶν Οἰ­κου­με­νι­κῶν Συ­νό­δων τήν 8η καί τήν 9η, θά εἶ­ναι ψευ­δο­σύ­νο­δος. Ὅ­πως ἡ Σύ­νο­δος Φε­ρά­ρας-Φλω­ρεν­τί­ας. Καί τό­τε ἐ­πε­βλή­θη ἀ­πό κά­ποι­ους δε­σπο­τά­δες Ἀ­να­το­λι­κούς καί Δυ­τι­κούς, ἐ­πε­βλή­θη ἡ Σύ­νο­δος Φε­ρά­ρας-Φλω­ρεν­τί­ας, ἀλ­λά ἦ­ταν ἀρ­κε­τή ἡ ἀν­τί­στα­ση ἐν Ἁ­γί­ῳ Πνεύ­μα­τι κά­ποι­ων κο­ρυ­φῶν τῆς πα­ρα­δό­σε­ώς μας, ὅ­πως ὁ Ἅ­γι­ος Μάρ­κος ὁ Εὐ­γε­νι­κός, ὥ­στε τε­λι­κά νά χα­ρα­κτη­ρι­στεῖ ψευ­δο­σύ­νο­δος. Αἱ­ρε­τι­κή Σύ­νο­δος, ἀ­πο­τυ­χη­μέ­νη Σύ­νο­δος, ἡ Σύ­νο­δος Φε­ρά­ρας-Φλω­ρεν­τί­ας.
Ἡ μέλ­λου­σα νά συ­νέλ­θει, λοι­πόν, Πα­νορ­θό­δο­ξος Σύ­νο­δος θά κρι­θεῖ σ’ αὐ­τό τό ση­μεῖ­ο. Ἐ­άν πα­ρα­κάμ­ψει αὐ­τές τίς δύ­ο Συ­νό­δους πού το­πο­θε­τοῦν τήν ὀρ­θο­δο­ξί­α ἀ­πέ­ναν­τι στόν Δυ­τι­κό χρι­στι­α­νι­σμό. Ἐ­κεῖ εἶ­ναι τό κρί­σι­μο ἐ­ρώ­τη­μα. Αὐ­τοί θέ­λουν νά πα­ρου­σι­ά­σουν τήν ἑ­νό­τη­τα, ὅ­τι ὁ Δυ­τι­κός Χρι­στι­α­νι­σμός εἶ­ναι πα­ράλ­λη­λη μορ­φή τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας τῶν Ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων. Ἐ­κεῖ κά­ποι­οι ἐρ­γά­ζον­ται, πρός τά ἐ­κεῖ κά­ποι­οι θέ­λουν νά ὁ­δη­γή­σουν. Ὁ Θε­ός ὅ­μως εἶ­ναι πά­νω ἀ­πό ὅ­λους μας.
Ἕ­να ψευ­δο­ε­πι­χεί­ρη­μα, λοι­πόν, πού κυ­κλο­φο­ρεῖ­ται στό χῶ­ρο τῆς δι­κῆς μας Θε­ο­λο­γί­ας, τῆς Ἀ­κα­δη­μα­ϊ­κῆς Θε­ο­λο­γί­ας, εἶ­ναι ὅ­τι οὐ­δε­μί­α Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος κα­τε­δί­κα­σε τόν Δυ­τι­κό Χρι­στι­α­νι­σμό. Καί ὅ­μως ἔ­χου­με δύ­ο Οἰ­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους, τοῦ 879 καί ἐκείνης τοῦ 14ου αἰ­ῶ­νος, πού δι­α­φο­ρο­ποι­οῦν τήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α ἀ­πό τόν Δυ­τι­κό Χρι­στι­α­νι­σμό.
Εἶ­ναι τρα­γι­κό! Δέν ἐ­πι­χαί­ρω, οὔ­τε θρι­αμ­βο­λο­γῶ. Ἡ ἐ­πι­θυ­μί­α ὅ­λων μας πρέ­πει νά εἶ­ναι νά συ­ναν­τη­θοῦ­με στήν ἑ­νό­τη­τα τῶν Προ­φη­τῶν, τῶν Ἀ­πο­στό­λων καί τῶν Πα­τέ­ρων ὅ­λων τῶν αἰ­ώ­νων. Δι­α­φο­ρε­τι­κά κά­θε ἕ­νω­ση θά εἶ­ναι ψευ­δέ­νω­σις καί ὄ­χι μό­νον αὐ­τό, ἀλ­λά θά κα­τα­στρέ­φει καί θά δι­α­στρέ­φει κά­θε προ­σπά­θει­α, εἰ­λι­κρι­νή προ­σπά­θει­α, πού θέ­λει νά ὁ­δη­γη­θεῖ στό θέ­μα τῆς σω­τη­ρί­ας. Ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς ἐ­λέγ­χει τήν ση­με­ρι­νή κα­τά­στα­ση τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας. Ὑ­πάρ­χει σύγ­χυ­ση. Σχε­τι­κο­ποί­η­ση τῆς πί­στε­ως, πο­λι­τι­κοί συμ­βι­βα­σμοί. Οἱ δι­ά­λο­γοι οἱ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοί εἶ­ναι ἀ­πο­μί­μη­ση τῶν πο­λι­τι­κῶν συ­ζη­τή­σε­ων. Ἔτ­σι, ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς -γι’ αὐ­τό δέν γί­νε­ται εὐ­χά­ρι­στα δε­κτός- ἐμ­πνέ­ει δι­ά­θε­ση ὁ­μο­λο­γί­ας καί μαρ­τυ­ρί­ου ἀ­κό­μη, ἄν ὁ Θε­ός τό ἐ­πι­τρέ­ψει, στήν ἐ­πο­χή μας. Βο­η­θεῖ, ἐ­πί­σης, στή συ­νέ­χει­α τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Πα­ρα­δό­σε­ως. Ἡ ἐ­πα­νέκ­φρα­ση τῆς Πί­στε­ως μέ τά μέ­σα κά­θε ἐ­πο­χῆς δέν ἔ­χει τί­πο­τε τό κοι­νό μέ τήν ἀ­να­ζη­τού­με­νη ἀ­πό δι­κούς μας θε­ο­λό­γους Οἰ­κου­με­νι­στές «ἐ­πα­νερ­μη­νεί­α» τῆς πί­στε­ως. Δέν εἶ­ναι θέ­μα ἐ­πα­νερ­μη­νεί­ας, πῶς θά κα­τα­νο­ή­σου­με λ.χ. τό πα­πι­κό πρω­τεῖ­ο. Συγ­γνώ­μη γι­ά τήν φρά­ση, καί ὁ σκύ­λος χορ­τά­τος καί ἡ πί­τα ἀ­φά­γω­τη! Μά εἶ­ναι αὐ­τά σο­βα­ρά πράγ­μα­τα, ὅ­ταν παί­ζου­με «ἐν οὐ παι­κτοῖς»; Ὅ­ταν παί­ζου­με μέ τή σω­τη­ρί­α; Ὅ­ταν παί­ζου­με μέ τήν αἰ­ω­νι­ό­τη­τα; Δι­α­γρά­φου­με ὅ­λους τούς Ἁ­γί­ους ἐν ὀ­νό­μα­τι τῶν Ἁ­γί­ων. Δι­ό­τι τό πνεῦ­μα, τό ὁ­ποῖ­ον κυ­ρι­αρ­χεῖ, εἶ­ναι νά ἐκ­θει­ά­ζου­με τούς Ἁ­γί­ους. Κι ὅ­πως, μα­κα­ρί­της τώ­ρα, Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πος ἔ­λε­γε: Δε­χό­με­θα τόν Μάρ­κο τόν Εὐ­γε­νι­κό καί τόν τι­μᾶ­με. Ἐ­κεῖ­νος ἔτ­σι ἔ­πρε­πε νά μι­λή­σει στήν ἐ­πο­χή του, ἐ­μεῖς μι­λοῦ­με μέ τόν δι­κό μας τρό­πο στήν δι­κή μας ἐ­πο­χή. Κά­τι πα­ρό­μοι­ο ἐ­λέ­χθη. Ὁ Χρι­στός ὅ­μως εἶ­ναι πάν­τα ὁ αὐ­τός «πα­ρα­τει­νό­με­νος εἰς τούς αἰ­ῶ­νες». Καί ἡ πί­στη πού σώ­ζει εἶ­ναι μί­α συν­τα­γή, ἕ­να φάρ­μα­κο πού δέν ἀλ­λοι­ώ­νε­ται, δέν δέ­χε­ται ἀλ­λα­γές. Εἶ­ναι μί­α καί ἑ­νι­αί­α ἡ πί­στις. Ἡ ἀ­πο­δο­χή τοῦ Λό­γου τοῦ Θε­οῦ ἀ­πό τήν ἐμ­πει­ρί­α τῶν Ἁ­γί­ων, γι­ά νά γί­νει καί δι­κή μας ἐμ­πει­ρί­α.
Ἡ κα­τα­νό­η­ση, λοι­πόν, τῶν Ἁ­γί­ων, ὅ­πως ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς, θέ­τει τό πρό­βλη­μα τῆς ἀ­πο­δο­χῆς τῆς γλώσ­σας τῶν Ἁ­γί­ων. Ἡ γλώσ­σα τῶν Ἁ­γί­ων εἶ­ναι ἡ ἔκ­φρα­ση τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Πα­ρα­δό­σε­ως. Μέ αὐ­τή τή σκέ­ψη κα­τα­λή­γω κι εὔ­χο­μαι ὁ Ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς νά συ­νο­δεύ­ει τή ζω­ή μας. Κα­λόν τό ὑ­πό­λοι­πον Στά­δι­ον τῆς Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς καί Κα­λή Ἀ­νά­στα­ση!



(Post a new comment)


[ Home | Update Journal | Login/Logout | Search | Account | Site Map ]

Hosted by uCoz