ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤ. π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ
Ἡ Διασταση Ἀνατολῆς καί Δύσεως
Ὑπάρχει ὅμως καί ἡ 9η Οἰκ. Σύνοδος. Εἶναι οἱ Σύνοδοι τῆς περιόδου τῆς ἐκρήξεως τοῦ προβλήματος πού ἀφοροῦσε στόν ἡσυχασμό. Δέν εἶναι «ἡσυχαστικές ἕριδες», οἱ Φράγκοι μᾶς μάθανε νά τίς λέμε ἡσυχαστικές ἕριδες. Εἶναι ἡ ἔκρηξη τῆς ἀντιστάσεως τῶν ἡσυχαστῶν, τῶν Ὀρθοδόξων δηλαδή, ἀπέναντι στίς παπικές καί σχολαστικές προκλήσεις.
Εἶναι οἱ Σύνοδοι τοῦ 1341, τοῦ 1347, τοῦ 1351, μέ κατακλείδα τήν Σύνοδο πού ἀνέφερα πρίν, τοῦ 1368. Ἡ ἀφορμή ἐδόθηκε ἀπό τά προβλήματα, τά ὁποῖα δημιούργησε ἡ σύγκρουση τῶν δύο παραδόσεων, τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως. Ἐπίσης σχολαστικοί τοῦ Βυζαντίου, τῆς Ρωμανίας, λατινίζοντες, ρίχνουν λάδι στή φωτιά. Ἐκεῖνα ὅμως τά πρόσωπα, τά ὁποῖα ἡγοῦνται, στήν διασπορά πλανῶν εἰς τήν Ὀρθοδοξο Ἀνατολή εἶναι, ὅπως ξέρετε, ὁ Βαρλαάμ ὁ Καλαβρός καί ὁ Γρηγόριος Ἀκίνδυνος ἤ Πολυκίνδυνος, ὅπως τόν ἔλεγαν, ὁ μαθητής του.
Ὁ Βαρλαάμ καί ὁ Ἀκίνδυνος ἀλλά καί οἱ ἄλλοι ὀπαδοί τους, μετέφεραν τήν δυτική ἀλλοτρίωση στήν Ἀνατολή. Ἤδη στή Δύση εἶχε διαμορφωθεῖ ἕνας ἄλλος Χριστιανισμός, εἶχε ἀλλάξει ἡ οὐσία τοῦ Χριστιανισμοῦ μέ τήν ἐκκοσμίκευση τοῦ Χριστιανισμοῦ στή Δύση, ἡ ὁποία ἐκκοσμίκευση σαρκώνεται καί κορυφώνεται στήν δημιουργία τοῦ παπικοῦ κράτους.
Ἐμεῖς σήμερα, μέ ποιόν Πάπα μιλοῦμε; Μέ τόν Πάπα ἐπίσκοπο, ἔστω καί super ἐπίσκοπο, ὅπως θέλει νά ὀνομάζεται, -γενικός ἐπίσκοπος ὑπεράνω ὅλων τῶν ἐπισκόπων- ἤ μέ τόν Πάπα βασιλέα καί αὐτοκράτορα καί ἀρχηγό κράτους; Διερωτῶμαι αὐτοί πού διεξάγουν τέτοιους διαλόγους, πότε θά τό συνειδητοποιήσουν; Δύο τινά συμβαίνουν. Ἤ δέν μποροῦν νά τά καταλάβουν τά προβλήματα –κάτι πού δέν θέλω νά πιστέψω, γιατί διαθέτουν λογικό καλύτερο ἀπό τό δικό μου-, ἤ ἀδιαφοροῦν καί τά θεωροῦν ὅλα αὐτά ἄνευ σημασίας, ἀσχολούμενοι μέ κοινωνικά, μέ πολιτικά καί διπλωματικά θέματα.
Ἡ Δύση καί ὅλος ὁ Χριστιανισμός εἶχε ἀλλοτριωθεῖ σέ σημεῖο πού νά λέγει ὁ Ντοστογιέφσκυ, δύο φορές, εἰς τούς ἀδελφούς Καραμάζωφ καί εἰς τόν Ἠλίθιον: Μέ τόν ἄθεο, -ἦταν ἡ ἐποχή τῆς ἄθεης ἰντελιγκέντσιας εἰς τήν Ρωσία- μέ τούς ἀθέους μπορῶ νά μιλήσω, διότι ξέρω ποῦ κινεῖται ἡ σκέψη τους καί ὁ λόγος τους, τί πιστεύουν καί τί δέν πιστεύουν. Μέ τόν παπισμό δέν μπορῶ νά μιλήσω, διότι ὁ παπισμός μοῦ δίνει ἀλλοτριωμένη πίστη, «μοῦ δίνει Χριστό πού δέν ὑπάρχει, μοῦ δίνει τόν Ἀντίχριστο». Αὐτό τό λέγει ὁ Φιοντόρ, ὁ Θεόδωρος, δηλαδή, Ντοστογιέφσκι.
Ἔτσι λοιπόν ἡ Δύσις εἰσάγει ὅ,τι εἰσάγει, χτυπώντας τήν καρδιά τῆς Ὀρθοδοξίας πού εἶναι ὁ ἡσυχασμός. Ὁ ἡσυχασμός ὥς ἄσκηση, ὡς πρακτική πνευματικότητος, συνοδεύει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἀρχή τῆς Δημιουργίας. Ἡ ἐπιστροφή τῶν Πρωτοπλάστων γίνεται μέσῳ τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὅπως καί ἡ πτῶσις τους ἦταν καρπός τῆς ἀρνήσεως τῆς πνευματικῆς, τῆς ἁγιοπνευματικῆς, καλύτερα, ζωῆς. Ὁ ἡσυχασμός μέ τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς, τόν φωτισμό τῆς καρδιᾶς ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν ἄκτιστη, καί μέ τήν θέωση, ἀνατρέπει τήν πλάνη, τήν ἁμαρτία μας, ἀνατρέπει τήν τραγικότητά μας. Ἡ θεολογική ταυτότητα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, εἶναι ὁ ἡσυχασμός. Συνεχίζει καί ἐπανεκφράζει τήν πατερικότητα, ἀλλά κυρίως ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἀντελήφθη τήν ἀλλοτρίωση τῆς Δύσεως. Μία Δύση πού οἱ σχολαστικοί οἱ δικοί μας τήν ἤθελαν καί τότε ὡς συνομιλητή καί συνοδοιπόρο.
Ἡ Θεολογία τῆς Θεώσεως
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, σ’ αὐτό τό σημεῖο, συνεχίζει τόν Μ. Φώτιο. Ὁ πρῶτος πού ἀντελήφθη τήν ἀλλοτρίωση τοῦ Δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ, -ὅτι εἶναι κάτι ἄλλο, ἀλλά ὄχι Χριστιανισμός τῶν Ἁγίων Πατέρων- ἦταν ὁ Ἅγιος Φώτιος, μέ τό περίφημο ἔργο του «Περί τῆς μυσταγωγίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», πού εἶναι πηγή μέχρι σήμερα εἰς τήν διδασκαλία καί στά συγγράμματα ὅλων τῶν θεολόγων μας περί Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀνοίγει περισσότερο τόν δρόμο. Εἶχε δέ τίς προκλήσεις τοῦ Καλαβροῦ Βαρλαάμ, ὥστε νά συλλάβει τήν πλήρη ἀλλοτρίωση τῆς Δυτικῆς Θεολογίας. Ποιά εἶναι ἡ οὐσία τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, πού εἶναι ἡ συνέχεια τῆς πατερικότητος; Ἀνακεφαλαιώνει τούς Ἁγίους Πατέρες ὅλων τῶν ἐποχῶν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καί ἐπαναδιατυπώνει καί ἐπανεκφράζει τήν πίστη μέ τά μέσα, πού τοῦ ἔδιδε ἡ ἐποχή του. Τήν ἴδια Ὀρθοδοξία ἐκφράζει καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, μέ τή δική του γλώσσα, μέ τόν δικό του τρόπο, μένοντας ὅμως πιστός στήν θεολογική ὁμολογία τῶν πατέρων τοῦ 4ου, τοῦ 5ου κ.ο.κ αἰῶνος. Δέχεται πρῶτον τήν διάκριση οὐσίας καί ἐνέργειας εἰς τόν Θεόν, τήν ὀνομάζει «διάκρισιν θεοπρεπή καί ἀπόρρητο», πού εἶναι ἡ προϋπόθεση τῆς θεώσεως.
Ἐάν ἀρνηθοῦμε, ὅπως ὁ σχολαστικισμός, ἡ θεολογία τοῦ παπισμοῦ δηλαδή, τήν διάκριση οὐσίας καί ἐνέργειας μένει μετέωρον τό θέμα τῆς θεώσεως. Πῶς θεούμεθα; Ὁ σκοπός, ὁ ἀπόλυτος σκοπός καί προορισμός κάθε ἀνθρώπου, ὄχι μόνο τῶν χριστιανῶν, εἶναι ἡ θέωση. Κάθε ἄνθρωπος νά φτάσει στή θέωση. «Ὁ Θεός πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Τιμ. 2, 4). Ἡ «ἐπίγνωση τῆς ἀληθείας» εἶναι ἡ θέωση. Νά ἑνωθοῦμε μέ τήν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μέ τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ δέν ὑπάρχει δυνατότητα ἑνώσεως. Ὑπερβαίνει πᾶσα κατάληψη ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ. Ἑνούμεθα μέ τήν ἄκτιστη Χάρη καί ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ὁπότε, ἄν δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐνέργεια, ἀλλά ἡ ἐνέργεια εἶναι κτιστή, - ἡ μεγαλύτερη βλασφημία μετά τό Filioque εἶναι ἡ παραδοχή κτιστῆς χάριτος, κτιστῆς ἐνέργειας εἰς τόν Θεόν-, δέν εἶναι δυνατή ἡ σωτηρία.
Κτιστή ἐνέργεια σημαίνει, ἔχει ἀρχή καί τέλος. Πῶς θά σέ σώσει κάτι πού ἔχει ἀρχή καί τέλος; Ἡ ἐνέργεια τῆς Ἁγίας Τριάδος, οὔτε ἀρχή ἔχει, οὔτε τέλος. Εἶναι ἄναρχη καί ἀτελεύτητη, ὅπως ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ, λοιπόν, τήν οὐσία δέν μποροῦμε νά τήν δεχτοῦμε -τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ-, δεχόμεθα τήν ἐνέργειά Του. Χάρις, ἐνέργεια, Βασιλεία, δύναμις, ἤ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ὅλα αὐτά σημαίνουν τήν ἄκτιστη ἐνέργεια πού ἐκπορεύεται ἀπό τήν Ἁγία Τριάδα.
Σέ κάποιο ἔργο πού προέρχεται ἀπό τόν ἡσυχαστικό κύκλο, ἐπιτρέψτε μου αὐτή τή στιγμή νά ὁμολογήσω τήν ἀδυναμία μου νά πῶ ἄν εἶναι τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἤ ὄχι (ἀλλά δέν ἔχει καμμιά σημασία, ἴσως ἀνήκει στόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ), ἀποσαφηνίζεται πῶς βλέπει τόν Θεό ἡ Δύση, ὁ παπισμός. Βλέπει τόν Θεό ὡς ἕναν δίσκο ἡλιακό, πού βρίσκεται στόν οὐρανό, ἀλλά οἱ ἀκτῖνες του δέν φτάνουν στήν γῆ. Τότε ἤ ὑπάρχει ὁ ἥλιος ἤ δέν ὑπάρχει εἶναι τό ἴδιο πράγμα. Δέν μᾶς ζεσταίνει, δέν μᾶς ζωογονεῖ, ἀφοῦ οἱ ἀκτῖνες του δέν φτάνουν εἰς τόν κόσμον. Ὁ Θεός τῆς Ὀρθοδοξίας, τῶν Ἁγίων Πατέρων, εἶναι ἕνας ἥλιος πού στέλνει τίς ἀκτῖνες του καί ζωογονεῖ τή γῆ, καί ὅλη τήν κτίση, ἁγιοπνευματικά. Ὁπότε ἀπό τά διάφορα ὑπόγεια, ἀπό τήν ἁμαρτία μας, ἀπό τήν πτώση μας, σπεύδουμε νά ἀνεβοῦμε στήν ἐπιφάνεια τοῦ ἐδάφους, γιά νά δεχθοῦμε τίς ζωογόνες ἀκτῖνες, ὄχι τοῦ φυσικοῦ ἡλίου, ἀλλά τοῦ ὑπερφυσικοῦ Ἡλίου, τοῦ Ἡλίου τῆς Δικαιοσύνης.
Γι’ αὐτό ἔφτασε ἡ Δύση ἀπό τόν Deismus, στόν «θάνατο τοῦ Θεοῦ». Deismus τί σημαίνει; Θεός, Δημιουργός, ἀλλά ὄχι κυβερνήτης τοῦ κόσμου. Deus creator, sed non gubernator. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Θεός εἴτε ὑπάρχει, εἴτε δέν ὑπάρχει, δέν ἔχει καμμία σημασία. Γι’ αὐτό ἀσχολεῖται ἡ Δύση μέ κοινωνικά, μέ ἠθικά προβλήματα. Ὄχι ὅτι δέν τά συμμεριζόμεθα κι ἐμεῖς, ἀλλά δέν εἶναι ἡ κύρια προτεραιότητα τῆς πίστεώς μας. Αὐτοί ἀσχολοῦνται μέ τά ἀποτελέσματα, χωρίς νά ἀναζητοῦν τίς ρίζες, τήν οὐσία. Ἡ Δύση, λοιπόν, ἔφτασε ἀπό τόν Deismus, εἰς τόν θάνατον τοῦ Θεοῦ. Στήν δεκαετία τοῦ 1950 στήν Ἀμερική καί μετά στήν Εὐρώπη ὁ θεολογικός κόσμος μιλεῖ γιά τόν «θάνατο τοῦ Θεοῦ» καί γιά τήν θεολογία «μετά τόν θάνατο τοῦ Θεοῦ». Τί σημαίνει θάνατος τοῦ Θεοῦ; Δέν σημαίνει ὅτι ὁ Θεός καθ’ ἑαυτόν πεθαίνει. Δέν τούς ἀπασχολεῖ, γιατί ἤ ὑπάρχει ἤ δέν ὑπάρχει ὁ Θεός δέν λέει τίποτε γι’ αὐτούς.Θάνατος τοῦ Θεοῦ σημαίνει ὅτι ὁ Θεός δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τή ζωή μας. Ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά μᾶς σώσει. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ὄχι μόνο βλασφημία, πόση ἀνοησία κρύβει αὐτή ἡ πορεία. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, μιλώντας γιά τή διάκριση οὐσίας καί ἐνεργείας, ὅπως ὁ Μ. Βασίλειος καί οἱ λοιποί Ἅγιοι Πατέρες, σώζει τήν Πίστη καί τήν δυναμική της συγχρόνως εἰς τήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Μιλεῖ, ἐπίσης, γιά τήν οὐσία τοῦ Θαβωρίου Φωτός. Στήν συζήτηση μέ τούς σχολαστικούς καί τόν Βαρλαάμ ἐτέθη τό θέμα τοῦ Θαβωρίου Φωτός. Τί φῶς εἶναι; κτιστό ἤ ἄκτιστο; Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος μᾶς λέγει ὅτι καί στό Σινᾶ καί στό Θαβώρ καί στήν Πεντηκοστή ἔχουμε τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ὡς ἄκτιστο φῶς. Ἡ αἵρεση εἶναι πού προκαλεῖ ὅλα αὐτά τά προβλήματα. Ὁ Βαρλαάμ ὁ Καλαβρός ἐχαρακτηρίζετο σοφός. Εἶχε σπουδάσει στήν Ρώμη μαθηματικά, φιλοσοφία. Ἦταν οὑμανιστής. ἀνθρωπιστής. Γιά νά καταλάβετε αὐτό τό θέμα, παραπέμπω σέ μιά πρόσφατη μελέτη τοῦ ἀγαπητοῦ ἀδελφοῦ καί συναγωνιστοῦ, τοῦ πατρός Θεοδώρου Ζήση, Καθηγητοῦ στήν Θεσσαλονίκη (εἶναι καί αὐτός τώρα ὁμότιμος ὅπως καί ὁ ὁμιλῶν αὐτή τή στιγμή) εἰς τόν Ὀρθόδοξον Τύπον. Σέ τρεῖς συνέχειες ἀναλύει τό ἄν ὁ Μέγας Φώτιος ἦταν ἀνθρωπιστής, ὅπως διάφοροι φιλοσοφοῦντες θέλουν νά τόν παρουσιάσουν. Δέν θά ἐπιμείνω περισσότερο γιατί θέλω νά ὁλοκληρώσω αὐτές τίς σκέψεις.
Ἦρθε, λοιπόν, ὁ Βαρλαάμ ὁ Καλαβρός ἀπό τή Μεγάλη Ἑλλάδα, τήν Καλαβρία. Ἦρθε καί ἔγινε καθηγητής εἰς τήν Κων/πολη. Δέχτηκε μεγάλες τιμές. Μάλιστα ἐξεπροσώπησε τήν Ὀρθοδοξία σέ μιά Σύνοδο στίς ἀρχές τοῦ 14ου αἰ. εἰς τήν Avinion τῆς Γαλλίας, ὅπου οἱ πάπες μέσα στίς συγκρούσεις τους ἦταν ἐξόριστοι. Ὁ Παλαμᾶς διέγνωσε ἀμέσως τόν αἱρετικό τρόπο σκέψεως τοῦ Βαρλαάμ. Κάποιος μοναχός, γιά νά καταλάβετε τί σημαίνει Ἅγιος καί Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, κάποιος μοναχός ἔδωσε στόν Ἅγιο Γρηγόριο ἕνα κείμενο περί Ἁγίου Πνεύματος, κατά τοῦ filioque, τό ὁποῖο εἶχε γράψει ὁ Βαρλαάμ. Καί ὅλοι πίστευαν ὅτι εἶναι ἡ κορυφή τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί παραδόσεως. Μόλις διάβασε λίγες γραμμές ὁ Ἅγιος Γρηγόριος λέει «εἶναι αἱρετικό τό κείμενο». Ἔκανε τόν ἀντιπαπικό ὁ Βαρλαάμ, ἀλλά ἡ μέθοδος τήν ὁποία ἀκολουθοῦσε προέδιδε τήν ἐξάρτησή του ἀπό τήν πτώση τοῦ παπισμοῦ, ἀπό τήν σχολαστική φιλοσοφία. Διότι ἡ σκέψη του στηρίζονταν σέ συλλογισμούς ἀνθρωπίνους καί ὄχι στήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη καί στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ φιλοσοφία, λοιπόν, γιά τόν Βαρλαάμ εἶχε λυτρωτική σημασία, λυτρωτικό χαρακτήρα, καί ζητοῦσε οὔτε λίγο οὔτε πολύ τήν ἐκφιλοσόφηση τῆς πίστεως. Ἔπρεπε δηλαδή, ἔλεγε ὁ Βαρλαάμ, νά γίνει κανείς φιλόσοφος, γιά νά μπορέσει νά σωθεῖ. Ἕνας «ἐλιτισμός» στόν χῶρο τῆς πίστεως, στόν χῶρο τῆς σωτηριολογίας. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἀπαντοῦσε ὅτι ὁ Θεός πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι, εἴτε ξέρουμε γράμματα, εἴτε δέν ξέρουμε. Ἔχουμε μιά ἄλλη παιδεία μέσα στήν καρδιά μας, τήν παιδεία καί τήν νουθεσίαν τοῦ Θεοῦ. Καί δέν στηριζόμαστε στά ἀνθρώπινα γράμματα. Τώρα κατανοεῖτε γιατί κατεδίκασα ὅλα τά πτυχία πού μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ μπόρεσα νά ἀποκτήσω. Μηδέν καί κάτω τοῦ μηδενός εἰς τήν σωτηρία. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί τό ἄνοιγμα τῆς καρδιᾶς σ’ αὐτή τή Χάρη εἶναι ἡ δυνατότητα τῆς σωτηρίας μας καί ὄχι τά γράμματα. Ὄχι ἡ ἐπίδειξη γνώσεων. Ὅλα αὐτά μποροῦν νά ὠφελήσουν σέ πρακτικά θέματα, νά κηρύξεις καλύτερα, νά χρησιμοποιήσεις μιά ὑψηλότερη γλώσσα, ἀλλά τίς περισσότερες φορές, τά προσόντα αὐτά τά κοσμικά γίνονται ἡ ἀφορμή τῆς πτώσεώς μας. Διότι «φυσιοῦται» ὁ ἄνθρωπος. Ἀποκτᾶ ὁ ἄνθρωπος ἔπαρση, στηριζόμενος εἰς τίς γήινες γνώσεις του.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στή συνέχεια γίνεται ὑπερασπιστής τοῦ μοναχισμοῦ, τοῦ μοναχισμοῦ τῆς πατερικῆς παραδόσεως, τόν ὁποῖον πολεμοῦσε ὁ Βαρλαάμ. Ξέρετε ἡ Δύση εἶχε χάσει τόν αὐθεντικό μοναχισμό, ὅπως εἶχε χάσει καί τήν ἀληθινή θεολόγηση. Ἡ ἀληθινή θεολόγηση περνάει μέσα ἀπό τήν ἀσκητική πραγματικότητα καί πράξη, δηλαδή ἡ Θεολογία εἶναι καρπός ἀσκήσεως, ἀνοίγματος τοῦ ἀνθρώπου στήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἡ Θεολογία δέν εἶναι ὑπόθεση διανοητική. Ὅταν σπούδαζα στή Δύση, ἔμαθα τήν φράση «lavoro da tavolino», ἐργασία τοῦ τραπεζιοῦ, τοῦ γραφείου. Δέν εἶναι αὐτή ἡ Θεολογία. Ἡ Θεολογία γεννιέται μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, μέ τόν φωτισμό τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Διαφορετικά συντάσσουμε ὡραῖα κείμενα, τά ὁποῖα ὅμως δέν μποροῦν νά μᾶς ὁδηγήσουν στήν Θεολογία, διότι δέν εἶναι καρπός ἁγιοπνευματικῆς ἐμπειρίας.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στή συνέχεια εἶναι ὁ Θεολόγος τῆς Θείας Χάριτος. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, λέγει, εἶναι ἄκτιστη, δέν εἶναι δημιουργημένη χάρις, κτιστή χάρις, gratia creata. Οἱ θεούμενοι εἶναι οἱ αὐθεντίες καί ὄχι τά κείμενα. Αὐτό τό εἶχε ὑποστηρίξει πρῶτον ἕνας μικρασιάτης Θεολόγος, Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας στό κέντρον τῆς Εὐρώπης, στό Λούγδουνον, τήν Λυών, ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος, τόν 2ο αἰ. Ὅτι αὐθεντίες στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι τά κείμενα, ἀλλά εἶναι ὁ θεούμενος, ὁ ἅγιος. Αὐτός εἶναι αὐθεντία. Ὁ προφήτης, ὁ Ἀπόστολος, ὁ Πατέρας καί ἡ Μητέρα ὅλων τῶν αἰώνων. Αὐτός πού φτάνει στήν θέωση. Οἱ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας, λοιπόν, εἶναι οἱ θεόπτες, εἶναι οἱ προφῆτες πού ὀνομάζονται στήν Παλαιά Διαθήκη «Ροέ» ἀπό τό ἑβραϊκό ρῆμα «ραά» (αὐτό δέν εἶναι ἐπίδειξη, εἶναι γνωστότατο). Τό ρῆμα «ραά» σημαίνει βλέπω. Προφῆτες εἶναι οἱ βλέποντες. Τί βλέπουν; Τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν ἄκτιστη. (Ἔχει ἕνα σπουδαῖο βιβλίο ὁ σεβαστός καί ἀγαπητός συναγωνιστής, ὁ π. Ἱερόθος Βλάχος, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου: «Οἱ βλέποντες»). Ἔτσι, λοιπόν, οἱ Θεολόγοι εἶναι οἱ θεόπτες. Οἱ Θεολόγοι εἶναι αὐτοί πού βλέπουν τό ἄκτιστο φῶς, αὐτοί πού φθάνουν εἰς τήν θεοπτίαν. Καί κάτι ἄλλο. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, σέ ἀντίθεση μέ τόν Βαρλαάμ, ὁ ὁποῖος ζητοῦσε τήν ἐκφιλοσόφηση τῆς πίστεως καί τόνιζε ἰδιαίτερα τίς φιλοσοφικές γνώσεις τοῦ ἀνθρώπου ὡς παράγοντα σωτηριολογίας, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἱεραρχεῖ τήν σοφία-παιδεία. Ἔχουμε, διδάσκει, τήν θύραθεν, τήν κοσμική σοφία-παιδεία πού παίρνουμε στά σχολεῖα, καί τήν ἐσωτερική σοφία-παιδεία πού παίρνουμε μέσα ἀπό τόν πνευματικό ἀγώνα. Ὁπότε, λοιπόν, αὐτό περνάει στό Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας ἐξ ἀφορμῆς τοῦ Ἰωάννου τοῦ Ἰταλοῦ καί ἄλλων νοθευτῶν τῆς πίστεως. Εἶναι τό περίφημο ἐκεῖνο: «τοῖς τά ἑλληνικά διεξιοῦσι μαθήματα, οὐ πρός παίδευσιν μόνον, ἀλλά καί ταῖς ματαίαις αὐτῶν γνώμαις ἑπομένοις καί ὡς ἀληθέσι πιστεύουσι, ἀνάθεμα»! Τό ἀνάθεμα δέν εἶναι, ὅπως νομίζουν πολλοί, κατάρα. Τό ἀνάθεμα σημαίνει χωρισμός. Οἱ ἀναθεματιζόμενοι δέν ἀνήκουν στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὀρθά πρέπει νά ἐκφωνεῖται «πᾶσι τοῖς αἱρετικοῖς ἀνάθεμα». Τά γράμματα, δηλαδή, δέν μᾶς σώζουν. Τό πρόβλημα εἶναι νά μελετᾶς φυσική, ἀστροφυσική, καί νά νομίζεις ὅτι αὐτό μπορεῖ νά σέ σώσει. Ἄλλο ἡ ἐκπαίδευση τοῦ ἀνθρώπου, (αὐτά καθορίζονται ἀπό τόν Γρηγόριον τόν Θεολόγον τόν 4ο αἰώνα) καί ἄλλο τό θέμα τῆς σωτηρίας, τῆς αἰωνιότητός μας. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς διακρίνει δύο σοφίες, δύο γνώσεις. Ὅπως καί ὅλοι ὅσοι ἀκολουθοῦν τήν παράδοση ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο καί τόν Ἰάκωβο τόν Ἀδελφόθεο μέχρι τόν Εὐγένιο Βούλγαρη. Δέχεται ὅτι ἡ Ἀποκάλυψις εἶναι ὑπέρ κατάληψιν. Δέχεται ὅτι ἡ Ἀποκάλυψις τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ Ἀληθινός Λόγος τοῦ Θεοῦ. Θά σᾶς πῶ δέ κάτι πού κάποιους θά τούς ξενίσει. Ἐμεῖς λέμε συνήθως ἡ Βίβλος, ἡ Ἁγία Γραφή περιέχει τό Λόγο τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι ἡ Βίβλος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά εἶναι καταγραφή τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά τῶν Ἁγίων, τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων. Ὁ Θεός δέν ἐπικοινωνεῖ μέ γλῶσσα ἀνθρώπινη. Ὁ Θεός δέν ἐπικοινωνεῖ μέ κείμενα. Ὁ Θεός ἐπικοινωνεῖ, εἰσερχόμενος διά τοῦ Ἀκτίστου Φωτός Του μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος φθάνει νά γίνει δεκτικός τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως ἡ Βίβλος δέν εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ καθεαυτόν, εἶναι «λόγος περί τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ». Προηγεῖται ἡ Ἀποκάλυψη τῆς καταγραφῆς της, τοῦ γράμματος, τῆς Βίβλου. Πιστεύω νά ἔγινα κατανοητός. Ἐκεῖ μᾶς ὁδηγεῖ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἐμεῖς μιλοῦμε συνεχῶς γιά τήν Γραφή ὡς τόν Λόγον τοῦ Θεοῦ. Εἶναι «λόγος γιά τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ». Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ φανέρωση τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ μέσα στήν καρδιά τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί ὅλων τῶν Ἁγίων.
Ἡ Μέλλουσα Πανορθόδοξος Σύνοδος
Ἀγαπητοί ἀδελφοί, οἱ Σύνοδοι τοῦ 14ου αἰῶνος διατυπώνουν τήν θεολογία περί τῆς Θείας Χάριτος. Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση δέχεται αὐτές τίς Συνόδους ὡς 9η Οἰκουμενική καί πανορθόδοξα γίνεται αὐτό ἀποδεκτό ἀπό γνωστούς Θεολόγους. Διότι καί ἡ Σύνοδος αὐτή, ὅπως καί ἡ 8η τό 879, διαφοροποιοῦν ριζικά τήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, στήν πατερική συνέχειά της, ἀπό τόν χριστιανισμό τῆς Δύσεως. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, λοιπόν, μέ τήν θεολογία του, καρπό τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν φωτισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καρδιά του, εἶναι ὁ Πατέρας τῆς 9ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ἕνα ἐπίκαιρο ἐρώτημα εἶναι: Ἡ μέλλουσα νά συνέλθει πανορθόδοξος Σύνοδος τί θά κάνει; Ἑτοιμάζεται αὐτή ἡ Σύνοδος, γιά νά μᾶς ὁδηγήσει, ὅπως διαβάζουμε καί ὅπως βλέπουμε, στήν ἀποδοχή τοῦ παπισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ ὡς αὐθεντικῶν χριστιανισμῶν. Αὐτό εἶναι τό τραγικό. Εὔχομαι νά μή γίνει ποτέ. Ἀλλά ἐκεῖ ὁδηγοῦνται τά πράγματα. Ἐάν, λοιπόν, συνέλθει ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος, πού θά ἔχει τόν χαρακτήρα γιά μᾶς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐάν συνέλθει καί δέν δεχθεῖ μεταξύ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τήν 8η καί τήν 9η, θά εἶναι ψευδοσύνοδος. Ὅπως ἡ Σύνοδος Φεράρας-Φλωρεντίας. Καί τότε ἐπεβλήθη ἀπό κάποιους δεσποτάδες Ἀνατολικούς καί Δυτικούς, ἐπεβλήθη ἡ Σύνοδος Φεράρας-Φλωρεντίας, ἀλλά ἦταν ἀρκετή ἡ ἀντίσταση ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι κάποιων κορυφῶν τῆς παραδόσεώς μας, ὅπως ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός, ὥστε τελικά νά χαρακτηριστεῖ ψευδοσύνοδος. Αἱρετική Σύνοδος, ἀποτυχημένη Σύνοδος, ἡ Σύνοδος Φεράρας-Φλωρεντίας.
Ἡ μέλλουσα νά συνέλθει, λοιπόν, Πανορθόδοξος Σύνοδος θά κριθεῖ σ’ αὐτό τό σημεῖο. Ἐάν παρακάμψει αὐτές τίς δύο Συνόδους πού τοποθετοῦν τήν ὀρθοδοξία ἀπέναντι στόν Δυτικό χριστιανισμό. Ἐκεῖ εἶναι τό κρίσιμο ἐρώτημα. Αὐτοί θέλουν νά παρουσιάσουν τήν ἑνότητα, ὅτι ὁ Δυτικός Χριστιανισμός εἶναι παράλληλη μορφή τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ἐκεῖ κάποιοι ἐργάζονται, πρός τά ἐκεῖ κάποιοι θέλουν νά ὁδηγήσουν. Ὁ Θεός ὅμως εἶναι πάνω ἀπό ὅλους μας.
Ἕνα ψευδοεπιχείρημα, λοιπόν, πού κυκλοφορεῖται στό χῶρο τῆς δικῆς μας Θεολογίας, τῆς Ἀκαδημαϊκῆς Θεολογίας, εἶναι ὅτι οὐδεμία Οἰκουμενική Σύνοδος κατεδίκασε τόν Δυτικό Χριστιανισμό. Καί ὅμως ἔχουμε δύο Οἰκουμενικές Συνόδους, τοῦ 879 καί ἐκείνης τοῦ 14ου αἰῶνος, πού διαφοροποιοῦν τήν Ὀρθοδοξία ἀπό τόν Δυτικό Χριστιανισμό.
Εἶναι τραγικό! Δέν ἐπιχαίρω, οὔτε θριαμβολογῶ. Ἡ ἐπιθυμία ὅλων μας πρέπει νά εἶναι νά συναντηθοῦμε στήν ἑνότητα τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων ὅλων τῶν αἰώνων. Διαφορετικά κάθε ἕνωση θά εἶναι ψευδένωσις καί ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλά θά καταστρέφει καί θά διαστρέφει κάθε προσπάθεια, εἰλικρινή προσπάθεια, πού θέλει νά ὁδηγηθεῖ στό θέμα τῆς σωτηρίας. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἐλέγχει τήν σημερινή κατάσταση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὑπάρχει σύγχυση. Σχετικοποίηση τῆς πίστεως, πολιτικοί συμβιβασμοί. Οἱ διάλογοι οἱ ἐκκλησιαστικοί εἶναι ἀπομίμηση τῶν πολιτικῶν συζητήσεων. Ἔτσι, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς -γι’ αὐτό δέν γίνεται εὐχάριστα δεκτός- ἐμπνέει διάθεση ὁμολογίας καί μαρτυρίου ἀκόμη, ἄν ὁ Θεός τό ἐπιτρέψει, στήν ἐποχή μας. Βοηθεῖ, ἐπίσης, στή συνέχεια τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Ἡ ἐπανέκφραση τῆς Πίστεως μέ τά μέσα κάθε ἐποχῆς δέν ἔχει τίποτε τό κοινό μέ τήν ἀναζητούμενη ἀπό δικούς μας θεολόγους Οἰκουμενιστές «ἐπανερμηνεία» τῆς πίστεως. Δέν εἶναι θέμα ἐπανερμηνείας, πῶς θά κατανοήσουμε λ.χ. τό παπικό πρωτεῖο. Συγγνώμη γιά τήν φράση, καί ὁ σκύλος χορτάτος καί ἡ πίτα ἀφάγωτη! Μά εἶναι αὐτά σοβαρά πράγματα, ὅταν παίζουμε «ἐν οὐ παικτοῖς»; Ὅταν παίζουμε μέ τή σωτηρία; Ὅταν παίζουμε μέ τήν αἰωνιότητα; Διαγράφουμε ὅλους τούς Ἁγίους ἐν ὀνόματι τῶν Ἁγίων. Διότι τό πνεῦμα, τό ὁποῖον κυριαρχεῖ, εἶναι νά ἐκθειάζουμε τούς Ἁγίους. Κι ὅπως, μακαρίτης τώρα, Ἀρχιεπίσκοπος ἔλεγε: Δεχόμεθα τόν Μάρκο τόν Εὐγενικό καί τόν τιμᾶμε. Ἐκεῖνος ἔτσι ἔπρεπε νά μιλήσει στήν ἐποχή του, ἐμεῖς μιλοῦμε μέ τόν δικό μας τρόπο στήν δική μας ἐποχή. Κάτι παρόμοιο ἐλέχθη. Ὁ Χριστός ὅμως εἶναι πάντα ὁ αὐτός «παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνες». Καί ἡ πίστη πού σώζει εἶναι μία συνταγή, ἕνα φάρμακο πού δέν ἀλλοιώνεται, δέν δέχεται ἀλλαγές. Εἶναι μία καί ἑνιαία ἡ πίστις. Ἡ ἀποδοχή τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων, γιά νά γίνει καί δική μας ἐμπειρία.
Ἡ κατανόηση, λοιπόν, τῶν Ἁγίων, ὅπως ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, θέτει τό πρόβλημα τῆς ἀποδοχῆς τῆς γλώσσας τῶν Ἁγίων. Ἡ γλώσσα τῶν Ἁγίων εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Μέ αὐτή τή σκέψη καταλήγω κι εὔχομαι ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς νά συνοδεύει τή ζωή μας. Καλόν τό ὑπόλοιπον Στάδιον τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί Καλή Ἀνάσταση!
[ Home | Update Journal | Login/Logout | Search | Account | Site Map ]