ΕΠΙ ΕΠΙΚΑΙΡΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Ἐκδίδεαι ἀπό τό Κέντρο Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς ἡ Ἁγία Αἰκατερίνη,

(Διεύθυνσις: Στρογγύλη 194.00 Κορωπί Τ.Θ. 54. Τηλ. 210 60 20 176)

Ὑπεύθυνος: Μητροπολίτης Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κήρυκος

ΑΡΙΘΜ. 181


ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ
ΓΝΗΣΙΟΥΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ 

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΕΠΙ ΕΝΟΣ  ΨΕΥΔΟΥΣ ΤΩΝ ΠΑΠΙΚΩΝ
ΤΟ ΟΠΟΙΟΝ ΠΕΡΑΣΕ ΕΙΣ ΤΑΣ ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΗΔΑΛΙΟΥ

Ἐν συνεχείᾳ τῶν συζητήσεων, τάς ὁποίας εἴχομεν κατά τήν ἐνταῦθα παραμονήν μου, σᾶς γράφω καί τήν ἀκόλουθον ἐνημερωτικήν ἐπιστολήν, ὅσον ἀφορᾶ τό ἕν θέμα τῶν συζητήσεων, ἤτοι τῶν ὑποσημειώσεων τοῦ ἱεροῦ Νικοδήμου, αἱ ὁποῖαι, ὡς ἀποδεικνύεται, δέν εἶναι τοῦ ἱεροῦ Νικοδήμου, ἀλλά τῶν παπικῶν, οἱ ὁποῖοι κατώρθωσαν νά τάς εἰσαγάγουν διά τοῦ φιλοπαπικοῦ ἐκδότου τοῦ Πηδαλίου Ἀρχιμανδρίτου Θεοδωρήτου, γεγονός τό ὁποῖον προεκάλεσε τήν βαρυτάτην θλίψιν τοῦ ἱεροῦ Νικοδήμου. Πρόκειται δι’ ἕν θέμα πολύ σοβαρόν, τό ὁποῖον πρέπει νά μελετήση καί νά γνωρίση κάθε ὀρθόδοξος, ὥστε νά μή παρασύρεται ἀπό τά ψεύδη τῶν παπικῶν καί εἰς τό Ἡμερολογιακόν, καί εἰς τό θέμα τῶν Εἰκόνων καί εἰς ἄλλα θέματα.
Κατά τό ἐν ἔτει 1998 συγκληθέν Ἱερατικόν Συνέδριον τῆς Ἰερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως Κουβαρᾶ Ἀττικῆς, μοί εἶχεν ἀνατεθεῖ νά ἀναλύσω τό πολυσυζητούμενον τότε καί προγραμματιζόμενον ὑπό τῶν οἰκουμενιστῶν θέμα «συνεορτασμοῦ τοῦ Πάσχα» μετά τῶν Παπικῶν. Ἄν ἐνθυμοῦμαι καλῶς, ἀφορμήν διά τήν Εἰσήγησιν ἐπ’ αὐτοῦ τοῦ θέματος, ἐδόθη ἀπό μίαν δήλωσιν τοῦ Βαρθολομαίου, καθ’ ἥν σχεδιάζουν τόν συνεορτασμόν τοῦ Πάσχα, διά νά ἑορτάζουν καί οἱ νεοημερολογῖται, κατά τήν παράδοσιν τῶν πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀπό τήν ὁποίαν «ἐξέφυγον» οἱ παραμένοντες εἰς τό Ἰουλιανόν (παλαιόν) ἡμερολόγιον, καί ἑπομένως καί αὐτοί, ἀφοῦ συνεχίζουν καί μέχρι σήμερον νά ἑορτάζουν τό Πάσχα κατά τό Ἰουλιανόν ἡμερολόγιον.
Εἰς τήν Εἰσήγησιν ταύτην, τήν ὁποίαν κατόπιν ἐδημοσιεύσαμεν καί εἰς τευχίδιον, ἀντεγράψαμεν δυστυχῶς, χωρίς νά ἐξετάσωμεν τό θέμα, καί ἕν ψεῦδος τῶν Παπικῶν, τό ὁποῖον πέρασε καί εἰς τάς ὑποσημειώσεις τοῦ Ἰεροῦ Νικοδήμου εἰς τό Πηδάλιον, καί συγκεκριμένα ὑπό τόν Ζ΄ Ἀποστολικόν Κανόνα, ὅτι «ἡ ἐαρινή ἰσημερία κατά τήν Α΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον ἔπεσεν εἰς τάς 21 Μαρτίου». Ὅπως διεπίστωσα ὅμως είς τήν συνέχειαν πρόκειται περί ἑνός ψεύδους, τό ὁποῖον ἐφεῦρον οἱ Παπικοί, διά νά στηρίξουν τήν καινοτομίαν τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ νέου Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου, καί τό ὁποῖον ὑπεστήριξαν μετά τό 1924 καί νεοημερολογῖται καί παλαιοημερολογῖται, ἀφοῦ «πέρασε» εἰς τάς ὑποσημειώσεις τοῦ Πηδαλίου. Εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἰδία περίπτωσις μέ τό ψεῦδος πού πέρασαν εἰς τό Πηδάλιον, διά νά δογματοποιήσουν τάς ἀναγεννησιακάς δυτικάς Εἰκόνας καί ἄλλα τινά. 
Αὐτήν τήν ἄποψιν τήν ἀντέγραψα, χωρίς νά ἐξετάσω ἄν εἶναι ὀρθή, ἀπό τό βιβλίον «Πάσχα Κυρίου» τοῦ Δελήμπαση, ὁ ὁποῖος τήν περιέλαβε εἰς τό σύγγραμά του, μέ παραπομπήν εἰς τάς ὑποσημειώσεις τοῦ Πηδαλίου. Τήν ἰδίαν ἄποψιν, κατ’ ἀντιγραφήν ἀπό τήν ὑποσημείωσιν τοῦ Ζ΄ Ἀποστολικοῦ Κανόνος, κατεχώρησα καί εἰς τό βιβλίον «ΚΑΤΑ ΚΕΝΟΦΩΝΙΑΣ» (ἤτοι λόγος στηλιτευτικός τῶν «περί Ἡμερολογίου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» κακοδοξιῶν τοῦ νεοημερολογίτου πρεσβυτέρου καί τῆς διδασκαλίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας) τό ὁποῖον ἐξεδόθη τό 1991.

Ἡ ὑποσημείωσις τοῦ Πηδαλίου εἰς τόν Ζ΄ Κανόνα,
δέν εἶναι τοῦ Ἰεροῦ Νικοδήμου, ἀλλά παπική παρεμβολή

Παραθέτω τήν ὑποσημείωσιν ὑπό τόν Ζ΄ Ἀποστολικόν Κανόνα, ὅπως εἶναι καταγεγραμμένη εἰς τάς σελίδας 8-9 τοῦ Πηδαλίου, ὁπόθεν τήν ἀντέγραψα:
 «Καί βλέπεις, ἀγαπητέ, πῶς ὁ θεῖος Χρυσόστομος ὀνομάζει σχισματικούς τούς Λατίνους διά τί ἐκαινοτόμησαν τό Πασχάλιόν τους καί Καλανδάριον, ὄχι διατί δέν εἶναι τοῦτο, ὅσον κατά τήν ἰσημερίαν, ὀρθόν. Διότι καί ἡμεῖς βλέπομεν πῶς ἡ ἰσημερία ἀληθῶς ἔμεινεν ὀπίσω ἡμέρας, ἀλλά διατί ἐχωρίσθησαν κατά τοῦτο ἀπό ἡμᾶς, τό ὁποῖον εἶναι ἔγκλημα ἀσυγχώρητον κατά τόν αὐτόν ἄγιον...
 Ἀς ἠξεύρουν γάρ ὅτι καί αἱ Οἰκουμενικαί Σύνοδοι, ὁποῦ μετά τήν πρώτην ἔγιναν, καί οἱ λοιποί Πατέρες, ἔβλεπον ναί καί αὐτοί, ὡς σοφοί, ὁποῦ ἦτο, πῶς ἐκατέβη πολύ ἡ ἰσημερία, ἀλλ’ ὅμως δέν ἠθέλησαν νά τήν μεταθέσουν ἀπό τήν κα΄ Μαρτίου, ὁποῦ τήν ηὖρεν ἡ Α΄ Σύνοδος, προτιμῶντες περισσότερον τήν συμφωνίαν τῆς Ἐκκλησίας καί ἔνωσιν ἀπό τήν ἀκρίβειαν τῆς ἰσημερίας, ἥτις δέν προξενεῖ, οὔτε εἰς τήν εὕρεσιν τοῦ ἰδικοῦ μας Πάσχα καμμίαν σύγχυσιν, οὔτε βλάβην εἰς τήν εὐσέβειαν, μάλιστα δέ προξενεῖ ἡ ἀκρίβεια αὕτη εἰς τούς Λατίνους δύο μεγάλας ἀτοπίας, τό νά ἑορτάζουν δηλ. τό Πάσχα, ἤ μετά Ἰουδαίων, ὅπερ ἐναντίον ἐστίν εἰς τόν παρόντα ἀποστολικόν Κανόνα ἤ πρό τῶν Ἰουδαίων».
Ὁ Ἱερομόναχος π. Ἀμφιλόχιος, ὁ ὁποῖος εἶχε μελετήσει τό θέμα καί εἶχε συγγράψει σχετικάς πραγματείας, ὅπως τόν «ΑΙΩΝΙΟΝ ΠΑΣΧΑΛΙΟ - ΗΜΕΡΟΔΕΙΚΤΗΝ» μοί ἐπεσήμανεν ἀπ’ ἀρχῆς τό λάθος, καί μοί ἀπέδειξεν, ὅτι ἡ ὑποσημείωσις τοῦ Ζ΄ Ἀποστολικοῦ Κανόνος ἐκφράζει δυτικόν πνεῦμα καί εἶναι παπική παρεμβολή. Διεπίστωσα τήν σοβαρότητα τοῦ θέματος, ἀντελήφθην πράγματι ὅτι πρόκειται περί ἀπάτης τῶν παπικῶν, τήν ὁποίαν ἐτοποθέτησαν εἰς τάς ὑποσημειώσεις τοῦ Πηδαλίου, διά νά δικαιολογήσουν τήν εἰσαγωγήν τοῦ νέου Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου, ἤτοι τήν πρόσθεσιν τότε (τό 1582) 10 ἡμερῶν, σήμερον 13 ἡμερῶν, ἀλλά μέ τούς ἀναλυτικούς χρονολογικούς πίνακας, καί τούς μαθηματικούς ὑπολογισμούς, εἰς τούς ὁποίους προσεπάθησε νά μέ  εἰσαγάγη ὁ π. Ἀμφιλόχιος, ἐστάθη ἀδύνατο νά καταλάβω τό θέμα, καί διότι ἐχρειάζετο πολύς χρόνος, ἀλλά καί διότι μέ τά μαθηματικά καί ἀστρονομικά ποτέ δέν τά πήγαινα καλά, ὅμως ἐδέχθην τήν παρατήρησίν του καί ἀμέσως προέβην εἰς νέαν ἔκδοσιν τοῦ τευχιδίου, ὅπου παρέλειψα τήν ἄποψιν αὐτήν, ἐνῶ διά τήν καταχώρησιν αὐτοῦ εἰς τό «ΚΑΤΑ ΚΕΝΟΦΩΝΙΑΣ» βιβλίδιον προγραμματίζω τήν ἐπανέκδοσιν τοῦ τεύχους χωρίς τήν παπικήν παρεμβολήν.
Ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ τῶν παπικῶν παρεμβολῶν εἰς τάς ὑποσημειώσεις τοῦ Πηδαλίου ἐγράφησαν δύο πολύ σημαντικά κείμενα, τά ὁποῖα καταχωρίζομεν εἰς τήν συνέχειαν. Τό πρῶτον ἐγράφη ὑπό τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, καί ἀναφέρεται εἰς τήν ὑποσημείωσιν τήν ἀφορῶσαν τάς νεωτέρας ἀναγεννησιακάς Εἰκόνας καί τό δεύτερον ὑπό τῆς Καθηγητρίας κ. Ἀντιγόνης Παπαμιχαήλ καί ἀναφέρεται εἰς τό θέμα τῆς ἰσημερίας τοῦ Πάσχα.

Καί ἡ ὑποσημείωσις εἰς τά Προλεγόμενα τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐπί τινων Εἰκονογραφικῶν παραστάσεων δέν εἶναι τοῦ Ἰεροῦ Νικοδήμου, ἀλλά εἶναι ἐπίσης παπική παρεμβολή.

Παραθέτομεν σχετικόν κείμενον τοῦ θεολόγου κ. Ἐλευθερίου Γκουτζίδη:
«῾Η ἀνωτέρω παρατεθεῖσα ὑποσημείωσις ἐν τῷ Πηδαλίῳ (σελ. 320-321) τόσον καθ᾿ ἡμᾶς, ἀλλά προηγουμένως καί κυρίως κατά πολλούς ἐρευνητάς, ἀλλά καί τούς ἐκδότας τοῦ ἰδίου τοῦ Πηδαλίου, δέν ἀνήκει εἰς τόν ῾Ιερόν Νικόδημον, ἀλλά προφανῶς εἰς κάποιον ᾿Αρχ/την Θεοδώρητον, ἤ ἄλλον παπικόν δάκτυλον, διότι ὁλόκληρος ἡ ὑποσημείωσις ἀποτελεῖ ἔκφρασιν δυτικῆς "θεολογίας"....
Περαιτέρω ἐπικαλούμεθα τάς μαρτυρίας τοῦ ἰδίου τοῦ Πηδαλίου, ἐν ἀρχῇ τοῦ ὁποίου σημειώνονται τά κάτωθι πολύ σημαντικά:
"... Γενομένου ἐράνου μεταξύ τῶν ῾Αγιορειτῶν Πατέρων ἐστάλη ὑπό τοῦ Νικοδήμου πρός τόν ἐν Λειψίᾳ φίλον του Θεοδώρητον τόν καί ἐπιστατήσαντα τῆς ἐκτυπώσεως.᾿Αλλ᾿ ὅμως ἄλλα φρονῶν ὁ Θεοδώρητος, (σ.σ. ὡς λατινόφρων) διάφορα τῶν τοῦ Νικοδήμου, προσέθεσέ τινας ὑποσημειώσεις, νοθεύσας οὕτω τό ἀπό πάσης ἀπόψεως ὀρθόδοξον ἔργον τοῦ ῾Αγίου Πατρός, ὅστις ἐλυπήθη τόσον, ὥστε εἶπεν ὅτι "εἶχεν κάλλιον νά τόν ἐκτύπα κανείς πολλάκις εἰς τήν καρδίαν μέ τό μαχαίρι, παρά νά προσθέσῃ ἤ νά ἀφαιρέσῃ εἰς τό βιβλίον".  Διό καί ἠναγκάσθη ὁ Πατριάρχης Νεόφυτος νά ἀπολύσῃ γράμμα, ἐν ᾧ, ἀναφέρων καί καθορίζων τάς προσθήκας, καταδικάζει ταύτας καί συνιστᾶ πρός τόν εὐσεβῆ καί ὀρθόδοξον λαόν νά καλύψῃ διά χρώματος τάς ἐπισημαινομένας κακοδοξίας". (῾Ορᾶτε Πηδάλιον ῎Εκδοσις ᾿Αστέρος 1990 ἐν τῷ προλόγῳ τῶν ἐκδοτῶν).
Ποῖος ὅμως θεολόγος, ἤ ποία ᾿Ορθόδοξος Σύνοδος ἤλεγξεν καί ἀπεφάνθη ὅτι εἰς τάς διαφόρους ἐκδόσεις τοῦ Πηδαλίου δέν παρέμειναν αἱρετικαί ὑποσημειώσεις ἐκφράζουσαι καί καλλιεργοῦσαι καί σήμερον τόν δυτικόν ὀρθολογισμόν, ὁ ὁποῖος ἀναγκαστικά ὁδηγεῖ εἰς τήν αἵρεσιν; ....
Εἴτε ὅμως, αἱ ἐν τῷ Πηδαλίῳ ἐναπομείνασαι  κακόδοξοι ὑποσημειώσεις, ἀνήκουν εἰς τόν Λατινόφρονα Θεοδώρητον, εἴτε εἰς ἄλλον παπικόν δάκτυλον, πρέπει νά γίνῃ ἀντιληπτόν, ὅτι εἶναι κακοδοξίαι, ἐκφράζουν δυτικόν ὀρθολογισμόν καί εὑρίσκονται μέσα εἰς τό γενικώτερον πλαίσιον τῆς παραχαράξεως τῆς ᾿Ορθοδοξίας ὑπό τοῦ συνεχίζοντος, νά εἰσβάλλῃ εἰς Αὐτήν καί σήμερον, δυτικοῦ ᾿Ορθολογισμοῦ. .... ῾Ο ἰσχυρισμός ἐν τέλει, ὅτι δῆθεν τό Πηδάλιον ἐν τῷ συνόλῳ του εἶναι "θεόπνευστον" διότι δῆθεν ἐνεκρίθη ὑπό τῆς Πατριαρχικῆς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, εἶναι καί οὗτος ὅλως ἐσφαλμένος. ῾Η ἔγκρισις μιᾶς ἐκδόσεως καί ἐν προκειμένῳ οὐχί τῆς συγκεκριμένης ἐκδόσεως, ἀλλά τῶν χειρογράφων τοῦ ῾Ιεροῦ Νικοδήμου, δέν προσδίδει εἰς αὐτήν ποτέ θεοπνευστίαν. Μετά καί ἀπό τήν ῾Αγίαν Ζ' Οἰκουμενικήν Σύνοδον, θεόπνευστον, ἄν ἐπετρέπετο ἡ φράσις, εἶναι μόνον ὅ,τι ἀποδέχεται καί ἐκφράζει τάς θεοπνεύστους ρήσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
᾿Εν προκειμένῳ ὅμως ἡ Πατριαρχική Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, οὐδέν ἕτερον ἐποίησεν, εἰ μή μόνον ἔλαβεν ὑπ᾿ ὅψιν της τήν "καλήν μαρτυρίαν" τοῦ ᾿Αρχιμανδρίτου Δωροθέου, τοῦ ᾿Αθανασίου τοῦ Παρίου καί τοῦ ῾Αγίου Μακαρίου τοῦ Κορίνθου τοῦ Νοταρᾶ καί ἐνέκρινε τά χειρόγραφα τοῦ ῾Ιεροῦ Νικοδήμου καί ὄχι τήν ἔκδοσιν τῆς Λειψίας (1800), τήν ὁποίαν κατόπιν ἐπεμελήθη ὁ Θεοδώρητος καί προφανῶς προσέθεσε τάς δυτικάς κακοδοξίας, ὅπως, καθ᾿ ἠμᾶς, μᾶλλον συμβαίνει καί μέ τήν ἐν λόγῳ ὑποσημείωσιν.
Δυστυχῶς ἀπό αὐτάς τάς κακοδόξους ὑποσημειώσεις ἐπλανήθησαν καί πλανῶνται πολλοί ὀρθόδοξοι».

Παραθέτω καί τήν ἀπό τοῦ 1998 ἐπιστολήν πρός τήν ἐλαχιστότητά μου τῆς ἀδελφῆς Ἀντιγόνης Παπαμιχαήλ ἐκ Λαρίσης, μέ τήν σημείωσιν ὅτι τήν ἐπιστολήν ταύτην τότε ἁπλῶς τήν ἐδιάβασα καί τήν ἐτοποθέτησα εἰς τό Ἀρχεῖον τῆς Ἀρχιγραμματείας εἰς τό Πνευματικόν Κέντρον, διά νά τήν μελετήσω ἐν καιρῶ, ἀλλά ἀπό τότε πού οἱ «βάνδαλοι» τοῦ Νικολάου κατέλαβαν τά Γραφεῖα (Μπότσαρη 8 Περιστέρι) καί ἠχρήστευσαν τά Ἀρχεῖα, οὐσιαστικά τήν ἀπώλεσα. Ἐσχάτως, ὄταν μετέβην εἰς Λάρισα τήν ἐζήτησα ἀπό τήν ἀδελφή Ἀντιγόνη, ἡ ὁποία μοῦ ἐχορήγησε ἀντίγραφο, τό ὁποῖον ἔχω μαζί μου, καί τήν παραθέτω καί πρός δικήν σας ἐνημέρωσιν:
                                                                                           
Λάρισα  7/20.7.1998
Πρός
τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην
Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς
κ. Κήρυκον
Σεβασμιώτατε, εὐλογεῖτε, τήν εὐχή σας.
Ἀνέγνωσα μετά προσοχῆς τό ὑφ’ ὑμῶν ἐκπονηθέν καί ἐκδοθέν τευχίδιον «Ὁ ἐπιδιωκόμενος Συνεορτασμός τοῦ Πάσχα», Ἀθῆναι 1998, μοί ἐγεννήθησαν δέ ἀπορίαι τινές, ὅθεν παρακαλῶ τήν Σεβασμιότητά σας ὅπως συνδράμη πρός ἐπίλυσίν των. Παρ’ ὅλον δέ τό γεγονός ὅτι δέν ἔχω ἀσχοληθεῖ ἐπισταμένως μέ τό αἰώνιον κανόνιον, παρά μόνον, τολμῶ νά πῶ, ἐκ τοῦ προχείρου σημεῖα τινά τῶν ὑφ’ ὑμῶν ἐκτεθέντων μοῦ δίδουν τήν ἐντύπωσιν ὡς μή ὀρθῶς τοποθετηθέντα.
Συγκεκριμένα δεδομένου ὅτι ἡ Ἐαρινή ἰσημερία καθορίζει τό τέλος τοῦ χειμῶνος καί τήν ἀρχήν τοῦ ἔαρος, ταυτοχρόνως δέ καί τήν ἀρχήν τοῦ νέου ἔτους, ὁ μήν Νισάν, ὁ πρῶτος μήν τοῦ σεληνιακοῦ ἔτους, ἀπαραιτήτως ἀρχίζει κατά τήν ἰσημερίαν ἤ μετά ἀπό αὐτήν. « Ὁ μήν οὗτος ὑμῖν ἀρχή μηνῶν, πρῶτός ἐστίν ἐν τοῖς μησίν τοῦ ἐνιαυτοῦ» (Ἐξ 12,2). Ὅθεν πῶς εἶναι δυνατόν ἡ τεσσαρασκαιδεκάτη τοῦ μηνός Νισάν, ἤτοι ἡ πρώτη ἐαρινή πανσέληνος νά κατέρχεται ἕως καί 21 Μαρτίου, Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου, ἐάν, ὅπως γράφετε, ἡ Ἐαρινή ἰσημερία εἶναι ὄντως τήν ἡμερομηνίαν αὐτήν (21 Μαρτίου); Μία τοιαύτη πανσέληνος (τῆς σελήνης γεννηθείσης πρό τῆς ἰσημερίας) εἶναι Ἐαρινή ἤ τοῦ χειμῶνος τοῦ προηγουμένου ἔτους;
Ὡσαύτως, Σεβασμιώτατε, πόθεν συνάγετε ὅτι ἐν ἔτει 325 μ.Χ. ἡ ἰσημερία ἦτο τήν 21ην Μαρτίου, Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου; Παρακατιών δέ ἀναφέρετε: «Διά τοῦτο ἡ Ὀρθοδοξία ὑπολογίζει ὡς ἡμερομηνία τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας, σταθερῶς μέχρι σήμερον, τήν 21ην Μαρτίου Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου, ἀνεξαρτήτως φυσικῆς χρονικῆς ἀκριβείας» (σελ. 22). Πῶς τεκμηριώνετε τοῦτο; Δέν νομίζετε ὅτι μέ τοιαύτην ἰσημερίαν (21 Μαρτίου Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου), οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου θά εἶχον θέσει τά ὅρια τοῦ Πάσχα ἀπό 3 Ἀπριλίου ἕως 8 Μαίου καί οὐδέποτε μέσα εἰς τόν Μάρτιον μῆνα; Καί τοῦτο διότι διά νά γίνη τό Πάσχα εἰς τό κατώτατον ὅριον (22 Μαρτίου) πρέπει νά περάσουν ἀπό τήν ἰσημερίαν, ἡ ὁποία σηματοδοτεῖ τήν ἀρχήν τῆς ἀνοίξεως καί τοῦ σεληνιακοῦ ἔτους, 14 ὁλόκληροι ἡμέραι. Ὅθεν ἡ 21η Μαρτίου Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου εἶναι βάσις τῆς ἐαρινῆς πανσελήνου καί οὐχί τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας, τήν ὀποίαν πρέπει νά ἀναζητήσωμεν 14 ἡμέρας ἐνωρίτερον, ἤτοι τήν 7-8 Μαρτίου (Ἴδε ξεσκέπασμα τῆς πλάνης τοῦ νέου Ἡμερολογίου», σελ. 56-73 καί «Αιώνιος Πασχαλιοημεροδείκτης» π. Ἀμφιλοχίου Ταμπουρᾶ).
Κατ’ αὐτήν τήν ζωηφόρον Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου, ἥτις ἐγένετο τήν 25ην Μαρτίου (κατά τόν Δαμασκηνόν), τό Νομικόν Πάσχα ἤτοι, ἡ τεσσαρασκαιδεκάτη τοῦ μηνός Νισάν συνέπεσε τήν 24ην Μαρτίου, ὅτε ὁ «ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἀμαρτίαν τοῦ κόσμου ἐγένετο τράπεζα εἰς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς».  Εἶναι δυνατόν μέ ἰσημερίαν 21 Μαρτίου, ἡ ἐαρινή σελήνη τήν 24ην Μαρτίου (δηλαδή μετά 3 ἠμέρας) νά ἔχη ἡλικίαν 13 ἡμερῶν; Τό 1991 ὡσαύτως, ἤτοι μετά ἀπό 2000 χρόνια περίπου, τό Πάσχαἑωρτάσθη τήν 25ην Μαρτίου, τήν αὐτήν ἡμερομηνίαν τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.
    Ἡ Σεβασμιότης σας τί πιστεύει; Ἔπεσε ἡ Ἰσημερία εἰς τήν πορείαν τῶν αἰώνων ἕως καί 13 ἡμέρας, καθώς ὑποστηρίζουν οἱ καινοτομήσαντες ἤ ὄχι; Καί ἐάν οὕτω συνέβη, οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οἱ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι δογματίσαντες τήν ἐορτήν τοῦ Πάσχα, δέν θά εἶχον προβλέψει τήν πτῶσιν; Καί δέν ἀποτελεῖ ἡ περί τοῦ ἀντιθέτου ἄποψις, ἔλεγχον τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος ὡς μή ἀρτίως λαλήσαντος; Τό γεγονός ὅτι μετά πάσης ἀκριβείας ἐνομοθετήθη ἡ ἑορτή τοῦ Πάσχα ἕως συντελείας τοῦ αἰῶνος μᾶς διαβεβαιοῖ ὅτι πολλοί τῶ ὄντι ἔπεσον, οὐχί ὅμως ἡ ἰσημερία.
Ἐξ’ ἄλλου ἡ ἔλευσις τοῦ Κυρίου ὡς ἀνθρώπου ἐν τῶ κόσμῳ μικρόν τι διάστημα ἐτῶν μετά τήν θέσπισιν τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου, δέν εἶναι δυνατόν νά θεωρηθῆ ὅτι ἔγινε εἰκῆ καί ὡς ἔτυχεν (κατά τόν συγκεκριμένον χρόνον), ἐφ’ ὅσον ἅπασαι αἱ ἑορταί Δεσποτικαί τε καί Θεομητορικαί, ἀκίνητοι καί κινηταί, καθώς καί ὁλόκληρον τό ὀρθόδοξον ἑορτολόγιον ὠκοδομήθη ἐπί τοῦ ἱουλιανοῦ ἡμερολογίου. Ἐάν ἀτελές τό Ἠμερολόγιον, ὁπωσδήποτε σαθρόν καί ἔν τοιοῦτον οἰκοδόμημα. Ὅμως τό Ἰουλιανόν ἡμερολόγιον προσφερθέν πρός χρῆσιν τοῦ μόνου ΤΕΛΕΙΟΥ, ὡς τέλειον ἐν τοῖς ἡμερολογίοις πρέπει νά θεωρηθῆ καί θά παραμείνη τοιοῦτόν εἰς τόν αἰῶνα.
Παραθἐτομεν δέ κατωτέρω τί γράφει ὁ Καθηγητής τῶν φυσικομαθηματικῶν Ν.Ι. Μαξεντιανός κατά τό 1880 μ.Χ. «Οὕτω λοιπόν οἱ Γρηγοριανοί ἤ οἱ λεγόμενοι νεοημερολογῖται πρέπει νά ἐνανέλθωσι μέ 12 ἡμέρας (σ.σ. σήμερον 13) ἐάν δέν θέλωσι νά γελοιοποιηθῶσιν πρό τῆς ἀληθοῦς ἐπιστήμης». Ὁ ἴδιος δέ παραθέτει καί σχετικόν Πίνακα, μετά τόν ὁποῖον γράφει συμπερασματικῶς: «Ἀθροιζόμενα καί ἀναλαμβανόμενα ἐξ’ ἴσου εἰς δύο κατά μέσον ὅρον, δίδουν τό θρησκευτικόν Ἰουλιανόν ἔτος, ὅπερ εἶναι 365 ἡμ. 6 ὥρας 0 λ. 0΄΄ δευτ. Καί κλᾶσμα τοῦ δευτερολέπτου, ο, 1556, τό ὁποῖον κλᾶσμα ἐγκαταλείπομεν καί ἡμεῖς, ὡς τό ἐγκατέλειψε καί ὁ Σωσιγένης. Διότι μία ἁπλῆ ἀριθμητική πρᾶξις μᾶς καταδεικνύει ὅτι μετά ἀπό 555270 ἔτη μ.χ. θά ὑστερήσωμεν μίαν ἡμέραν (Ἴδε περιοδικόν «Ὀρθόδοξος» Βουκουρέστι 1880, ἔτος α, σελ. 7 καί «Ὀρθόδοξος Ρουμανική Ἐκκλησία» ἀριθμ. 5, ἔτος 1880, σελ. 311).
Καί ὁ διδάκτωρ τῶν μαθηματικῶν Δ.Π.Κ. γράφει: «... ἐάν ἐχρησιμοποιεῖτο ἡ ὀρθή ἡμερομηνία τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας (Γρηγοριανή 21 Μαρτίου) ἀντί τῆς ἐσφαλμένης (Ἰουλιανῆς 21 Μαρτίου ἥτις ἐνέχει .ἤδη συσσωρευθέν σφάλμα 13 ἡμερῶν)» (Τά ἡμερολόγια καί ὁ Κανών τοῦ Πάσχα, σελ. 50). Ὅθεν παρατηροῦμεν ὅτι καί ἡ σύχρονος ἐπιστήμη τῆς Ἀστρονομίας εὑρίσκει ἐσφαλμένην τήν 21ην Μαρτίου (Ἰουλιανοῦ) ὡς ἐαρινήν ἰσημερίαν.
Ὅσον δέ ἀφορᾶ εἰς τόν Πασχάλιον Κανόνα, οἱ δύο μεγάλοι ἑρμηνευταί τῶν ἱερῶν Κανόνων Ζωναρᾶς καί Βαλσαμών γράφουν τά ἑξῆς: «... ἐν μέν οὖν τοῖς κανόσιν τῆς πρώτης Συνόδου οὐδέν τι περί τοῦ Πάσχα εὕρηται ὁρισθέν, εἰ δέ ἐκτός τῶν Κανόνων τι ὠκονόμητο ἀγνοῶ, πρακτικόν τῆς Συνόδου ἐκείνης μή ἔχων» (Σύνταγμα καν. Ράλλη, τόμ. 3, σελ. 124 Ζωναρᾶ).  Ὁμοίως δέ «... ἐν γοῦν τοῖς κανόσιν τῶν ἐν Νικαίᾳ Πατέρων τοῦτο οὐχ εὕρηται, εἰς δέ τά Πρακτικά τῆς πρώτης Συνόδου εὑρίσκεται» (Σύντ. Καν. Ράλλη, τόμ. 3, σελ. 124, Βαλσαμῶνος).
Ὁμοίως περί αὐτοῦ ἀπό τήν Μεγάλη Ἑλληνική Ἐγκυκλοπαίδεια, λῆμμα Πάσχα, πληροφορούμεθα: « Καί δέν διεσώθησαν μέν τά Πρακτικά τῆς Συνόδου ἐκείνης, ἔχομεν ὅμως τήν Ἐγκύκλιον τοῦ Μεγ. Κων/νου, εἰς τήν ὁποίαν τονίζει ὅτι ἡ Σύνοδος δέν ἐνδιαφέρεται διά ζητήματα χρονολογικά, ἀλλά ἀπαιτεῖ καί ἐπιβάλλει δύο ὅρους α) Νά συνεορτάζουν ὅλοι οἱ χριστιανοί καί β) νά ἐορτάζουν μετά ἀπό τούς Ἰουδαίους.
Ἡ Ἀλεξανδρεωτική Ἐκκλησία ἑρμηνεύουσα τήν διπλῆν ἀξίωσιν τῆς Συνόδου, κατήρτισε τόν κανόνα ὡς ἑξῆς: «Τό Πάσχα δέον νά ἑορτάζεται τήν πρώτην Κυριακήν μετά τήν Πανσέληνον ἥτις συμπίπτει ἤ ἕπεται τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας. Ἐπειδή ἡ 14 Νισάν, ἡμέρα τοῦ Νομικοῦ Πάσχα, ὁ κανών ἀπαιτεῖ τό Πάσχα νά ἑορτάζεται τήν Κυριακήν, ἥτις ἕπεται τῆς 14 Νισάν. Διά τόν προσδιορισμόν ὅθεν τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα χρειάζεται νά ὑπολογίζωμεν α) τήν ἡμερομηνίαν τῆς Πανσελήνου τοῦ ἕαρος  β) τό πλῆθος τῶν παρεμπιπτουσῶν ἡμερῶν μεταξύ τῆς ἐν λόγῳ πανσελήνου καί τῆς ἀκολουθούσης ἑορτῆς» (Τά ἡμερολόγια καί ὁ Κανών τοῦ Πάσχα, σελ. 48).
Ὅθεν προκύπτει ὅτι ὁ Κανών τοῦ Πάσχα, τόν ὁποῖον καί ὑμεῖς ἐπικαλεῖσθε, Σεβ/τε, δέν εἶναι τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀλλά τῆς Ἀλεξανδρεωτικῆς Ἐκκλησίας καί οὕτω ἐξηγεῖται καί τό Πνεῦμα τοῦ Μελετίου Πηγᾶ, Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας τοῦ συγγράψαντος τόν «ΤΟΜΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΟΝ ΠΕΡΙ ΠΑΣΧΑΛΙΟΥ», τό ὁποῖον καί ἐν τῶ τευχιδίῳ σας δημοσιεύετε.
Καί ἐνῶ οἱ Ζωναρᾶς καί Βαλσαμών (ἴδε ἀνωτέρω) σταματοῦν κάθε ἑρμηνείαν περί τοῦ Πάσχα, παραδεχόμενοι ὅτι ἀγνοοῦν, ὁ Ματθαῖος Βλάσταρις, ἑρμηνεύων τόν Α΄ Κανόνα τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου καί ἄνευ τῶν Πρακλτικῶν τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς, παραθέτει στοιχεῖα τῶν δυτικῶν διά νά δικαιολογήση τήν μεταρρύθμισιν.  «... ἡμεῖς δέ (λέγει ὁ ἴδιος) τῶ τῶν ἡμερῶν καί μηνῶν ἀριθμῶ κατά Ρωμαίους χρώμεθα (Σύντ Κανόνων Ράλλη, τόμ. 6, σελ. 405).  Καί «ἡμῖν δέ τούτου κατά Ρωμαίους ἔθος μετρεῖν» (Σύντ. Ἱερῶν Κανόνων Ράλλη, τόμ. 6, σελ. 419).
Οἱ ἱστορικοί δέ περί τοῦ Ματθαίου Βλαστάρεως, σχετικῶς μέ τό θέμα τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου, ἀναφέρουν τά ἑξῆς: «Τά σφάλματα τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου εἶχον κατανοηθεῖ ἐπί τῆς Βυζαντινῆς ἐποχῆς. Ὁ Γρηγορᾶς Νικηφόρος (1324) ἐπρότεινε διόρθωσιν, τήν ὁποίαν ἐπεδοκίμασαν ὁ Μοναχός Ἰσαάκιος καί ὁ Ματθαῖος ὁ Βλάσταρις (1371)» (Ἐκκλ. ἱστ. Στεφανίδου, σελ. 702). Καί «ἀναλόγους πραγματείας (σ.σ. μετά τόν Γρηγορᾶν) συνέταξεν μετά ταῦτα ὁ μοναχός Ἰσαάκ κα ὁ Ματθαῖοςὁ Βλάσταρις» (Τά ἡμερολόγια καί ὁ Κανών τοῦ Πάσχα, σελ. 21).
 Ὁμοίως, «τήν διόρθωσιν τοῦ Γρηγορᾶ (ὁπαδοῦ τοῦ παπικοῦ Ἀκινδύνου σ.σ.) ἐπεδοκίμασε τό 1371 καί ὁ Ἰσαάκιος μοναχός καί ὁ Ματθαῖος ὁ Βλάσταρις» (‘Εκκλης. ἱστορία Βαφείδου, τόμ. 3).
Τούτου τοῦ Βλαστάρεως, τοῦ συμφωνοῦντος καί ἐπιδοκιμάζοντος τά τῶν αἱρετικῶν, εἶναι καί αἱ ἐν τῶ Πηδαλίῳ ἑρμηνεῖαι περί τοῦ Πάσχα καί ἰδική του ἡ γνώμη πώς «ναί, ἐγνώριζον καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες πώς ἔπεσε πολύ ἡ ἰσημερία, ἀλλά δέν ἠθέλησαν νά τήν μεταθέσουν ἀπό τήν 21ην Μαρτίου, ὅπου ἦτο τό 325»(!!!).
Ὅθεν, Σεβασμιώτατε, συνάγεται ὅτι οὐχί μόνον αἱ δυτικόφρονες ὑποσημειώσεις τοῦ Πηδαλίου, αἱ ὁποῖαι εἰς τήν διάκρισιν ἀδοκίμων νόων, ἀλλά καί ἐγκαθέτων προδοτῶν, ἔσχισαν τόν ἄραφον χιτῶνα τοῦ Χριστοῦ μέ τό πρόσφατον σχῖσμα, ἀλλά καί ἑρμηνεῖαι τινές Κανόνων, τό μόνον τό ὁποῖον ὑπηρετοῦν εἶναι αἱ ἐν γένει καινοτομίαι καί ὁπωσδήποτε ἡ τοιαύτη τοῦ 1924, δίδουσαι νομοκανονικήν ἐπίφασιν εἰς τούς καινοτομήσαντας νεοημερολογίτας καί ἀναδεικνύουσαι τούς γνησίους ὀρθοδόξους χριστιανούς ὡς νομοκανονικῶς ἀντάρτας καί στασιαστάς.
Καθ’ ὅτι, ἐάν ὄντως ἡ ἰσημερία τό 325 μ.Χ. ἦτο τήν 21 Μαρτίου, ὅπως καί ἡ Σεβασμιότης σας ὑποστηρίζει, καί ἔπεσε κατά 13 ἡμέρας καί ἐχρειάσθη νά σηκωθῆ, ὁ νεοημερολογιτισμός δέν χρειάζεται ἕτερον «συγχωροχάρτι» καί μάλιστα ὅταν ἡμεῖς τόν κηρύττομεν καί τόν ἐπικυρώνομεν χωρίς νά τόν δεχώμεθα!
Μετά τήν ἔκθεσιν τῶν ὡς ἄνω σκέψεων καί στοιχείων, τά ὁποῖα ἀντλήσασα ἀπό τό «ΞΕΣΚΕΠΑΣΜΑ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ», (Ἀν. Πετρολέκα, Λάρισα 1977 καί ἀπό τόν ΑΙΩΝΙΟ ΠΑΣΧΑΛΙΟΗΜΕΡΟΔΕΙΚΤΗ» (π. Ἀμφιλοχίου Ταμπουρᾶ, 1975), παραθέτω, παρακαλῶ τήν Σεβασμιότητά σας, ὅπως ἐπανεξετάζουσα τό ζήτημα, ἀναζητήση τήν πραγματικήν ἠμερομηνίαν τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας, λαβοῦσα ὑπ’ ὄψιν καί τήν ἡμερομηνίαν ἐνάρξεως τῆς κινήσεως τῶν φωστήρων (ἡλίου καί σελήνης) κατά τήν κοσμογονίαν. Καθ’ ὅτι παρατηροῦμεν ὅτι τό ἀνά τούς αἰῶνας αἱρετικόν πνεῦμα καί οἱ ἑκάστοτε ἐκφρασταί του, ἐπί μακρούς αἰῶνας συνομωτοῦν κατά τῆς ἀληθείας καί τά Πρακτικά τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐξηφάνισαν καί εἰς τάς ἑρμηνείας τῶν ἱερῶν Κανόνων παρενέβησαν, διά νά παρουσιάσουν τήν πλάνην ὡς ἀλήθειαν. Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρω ὁτι τό 700 μ.Χ. ἤρχισεν ἡ πρότασις περί μεταρρυθμίσεως τοῦ ἡμερολογίου καί μόλις ἐπί τέλους ὁ Γρηγόριος ΙΓ  τό κατώρθωσεν» (Μεγάλη Ἑλληνική Ἐγκυκλοπαίδεια λ. ἰσημερία).
Ὄθεν ὀφείλομεν ἅπαντες νά ἐργασθῶμεν πρός ἀποκατάστασιν τῆς ἀληθείας ἵνα μή πλανῶνται ψυχαί, ὐπέρ ὧν Χριστός ἀπέθανεν καί ὁ Ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου πανηγυρίζη. Παρακαλῶ δέ ὡσαύτως ὅπως ἐνημερώσητε καί τήν ταπεινότητά μου περί τοῦ θέματος.
Ἀσπαζομένη τήν δεξιάν σας, αἰτοῦμαι ὑμετέραν εὐχήν.
Ἡ ἐλαχίστη
Παπαμιχαήλ Ἀντιγόνη

Νομίζω ὅτι εἶναι ἕνα πολύ ἐνδιαφέρον θέμα, καί πρέπει νά τό προσέξωμεν καί νά τό μελετήσωμεν ἐπισταμένως διά νά εἴμεθα εἰς θέσιν νά ἐνημερώνωμεν καί ἑτέρους.
Ἐλάχιστος ἐν Ἐπισκόποις
+ Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς
Κήρυκος

ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ
@ ΓΟΕΕ 2008