ΕΠΙ ΕΠΙΚΑΙΡΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Ἐκδίδεαι ἀπό τό Κέντρο Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς ἡ Ἁγία Αἰκατερίνη,

(Διεύθυνσις: Στρογγύλη 194.00 Κορωπί Τ.Θ. 54. Τηλ. 210 60 20 176)

Ὑπεύθυνος: Μητροπολίτης Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κήρυκος

ΑΡΙΘΜ. 217 - ΜΑΡΤΙΟΣ 2008


ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΝΑΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΤΙΜΟΤΕΡΟΝ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΩΝΤΑΙ ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΕΙΣ ΤΑΣ ΟΙΚΙΑΣ ΤΩΝ, ΠΑΡΑ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΝΑΟΥΣ ΤΩΝ ΣΧΙΣΜΑΤΟ - ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΚΟΛΑΣΘΟΥΝ ΜΑΖΙ ΜΕ ΑΥΤΟΥΣ.

Εἰς τό ἐρώτημα τινῶν, ἐάν δύνανται νά ἐκκλησιάζωνται εἰς Ναούς τῶν Νικολαϊτῶν, ὅταν δέν ὑπάρχει κοντά ναός Ὀρθόδοξος, ἀπηντήσαμεν ὡς κάτωθι:

ΓΝΗΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΙΕΡΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟΝ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
 
ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ  194 00 Τ.Θ. 54  ΚΟΡΩΠΙ 

ΤΗΛ. 210. 6020176, 210.6021467, 210.2466057  
Α.Π.  448
Ἐν τῶ ἱερῶ Ἐπισκοπείω τῆ 18 Σεπτεμβρίου  2007

ΕΓΚΥΚΛΙΟΝ ΓΡΑΜΜΑ
τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κηρύκου
πρός τούς ἁπανταχοῦ γνησίους Ὀρθοδόξους

Θέμα: Ἀπάντησις εἰς τούς ἐρωτῶντας ἐάν δύνανται, ὅπου δέν ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι Ναοί, νά ἐκκλησιάζωνται εἰς Ναούς, ὅπου λειτουργοῦν Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς τῆς σχισματοαιρέσεως τοῦ φερομένου ὡς Ἀρχιεπισκόπου Νικολάου.

Τέκνα ἐν Κυρίῳ πνευματικά.

Ἐπί τοῦ τεθέντος ἐρωτήματος, ἐάν δύνασθε, ὅπου δέν ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι Ναοῦ, νά ἐκκλησιάζεσθε εἰς Ναούς, ὅπου λειτουργοῦν Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς τῆς σχισματοαιρέσεως τοῦ ψευδαρχιεπισκόπου Νικολάου, σᾶς γνωρίζομεν τά κάτωθι:

Πρῶτον: Ὡς γνήσιοι ὀρθόδοξοι, γνωρίζετε ἀσφαλῶς, ὅτι θεμέλιον ἐπί τοῦ ὁποίου ὁ Κύριος ὡκοδόμησε τήν Ἐκκλησίαν Του εἶναι ἡ «πέτρα» τῆς Ὁμολογίας τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ἤτοι ἡ Ὁμολογία τῆς Πίστεως. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπεν: «’Επί ταύτην τήν πέτραν οἰκοδομήσω μου τήν Ἐκκλησίαν». «Πέτρα» εἶναι ἡ  Ὁμολογία, ἤτοι ἡ ἐλευθέρα ἀποδοχή καί ἡ δημοσία διακήρυξις τῆς περί τοῦ Χριστοῦ ὡς Θεοῦ ἀληθείας. Καί αὕτη ἡ ὁμολογία καί διακήρυξις εἶναι πού μᾶς καθιστᾶ «δικούς» του, μέλη τοῦ σώματός Του. «Ὅστις ὁμολογήση ἐν ἐμοί ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων ὁμολογήσω κἀγώ αὐτόν ἐνώπιον τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν Οὐρανοῖς». Διά τοῦτο καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεως (τό Πιστεύω), δηλαδή ἡ Ὁμολογία Πίστεως τοῦ χριστιανοῦ,  ἔχει κορυφαίαν θέσιν εἰς τήν ζωήν τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Χωρίς τήν Ὁμολογίαν, δέν νοεῖται ὅτι εἶναι κάποιος μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι μέλος τῆς Ἐκκλησίας Του. Ἑπομένως τό πρῶτον τό ὁποῖον πρέπει νά μᾶς προβληματίση, εἶναι ἐάν ὁ φερόμενος ὡς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Νικόλαος καί οἱ περί αὐτόν Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς παραμένουν ἐν τῆ Ὁμολογία τῆς Πίστεως, ὡς τήν παρέλαβον, καί ὡς οἱ ἴδιοι τήν ἀπεδέχθησαν ἐλευθέρως καί συνειδητῶς καί τήν διεκήρυξαν, διά τῶν μέχρι τοῦδε διακηρύξεων. Καί ἔχει ἰδιαιτέραν σημασίαν τοῦτο, διότι τότε καί μόνον τότε, ἀποδεικνύονται ἀληθινά μέλη καί γνήσιοι ἐκφρασταί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε καί ὀφείλομεν νά τούς ἀκολουθῶμεν, κατά τό «πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε, ὡς λόγον ἀποδώσοντες», διό «ἀναθεωροῦντες τήν ἔκβασιν», ὀφείλομεν, ἐάν μέν ἐνεργοῦν κατά τά διατεταγμένα νά «ὑπακούωμεν» καί νά τούς μιμούμεθα, ἐν ἐναντία ὅμως περιπτώσει πρέπει νά ἀπομακρυνώμεθα ἀπ’ αὐτῶν, κατά τό «ἐξέρχεσθε ἐκ μέσου αὐτῶν καί ἀκαθάρτου μή ἅπτεσθε», ὅπερ σημαίνει ὅτι οὔτε συμπροσευχή μετ’ αὐτῶν, οὔτε ἐκκλησιασμός εἰς τούς Ναούς των ἐπιτρέπεται.
 
Δεύτερον: Τό ὅτι ἠρνήθησαν τήν πρώτην καλήν Ὁμολογίαν, εἶναι αὐτό πού τούς κατέστησεν ἀλλοτρίους τῆς Ἐκκλησίας καί κινουμένους εἰς τόν ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας παλαιοημερολογιτικόν Οἰκουμενισμόν εἶναι πασιφανές. Καί μόνον τό γεγονός, ὅτι ἐπί τόσα ἔτη ὁ «Πειραιῶς» Νικόλαος ἐπανηγύριζε καί ἐθριαμβολόγει διά τό 54/76 ὑπέρ αὐτοῦ Ἀπαλλακτικόν Βούλευμα τοῦ Πλημελειοδικείου Πειραιῶς, ἀποκρύπτων τό βλάσφημον αὐτοῦ περιεχόμενον καί ψευδόμενος ὅτι ἐξεδόθη κατόπιν τῆς καλῆς αὐτοῦ ὁμολογίας ἐνώπιον τοῦ δικαστοῦ, ὅταν δέ ἐδημοσιοποιήθη τό περιεχόμενόν του ὑπό τῶν Φλωρινικῶν, δέν ἠθέλησεν νά τό ἀντιμετωπίση Ὁμολογιακῶς, ἀλλά καί ἐδίωξε κατά τόν βαρβαρικώτερον τρόπον, ἐκείνους οἱ ὁποῖοι κατήγγειλαν τήν παράλειψίν του αὐτήν, καί μόνον λέγω αὐτό ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ τοῦ λόγου τό ἀληθές, ὅτι δηλαδή «Πειραιῶς» Νικόλαος κινεῖται πλέον εἰς τόν χῶρον τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί κατέστη ἐν γνώσει του τό ὄργανον διά τήν πραγματοποίησιν τῶν στόχων τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ, ἤτοι τήν ἄμεσον ἤ ἔμμεσον ὑπαγωγήν τῶν παλαιοημερολογιτῶν ὡς δεκατριμεριτῶν ὑπό τόν νεοημερολογιτισμόν.

Τρίτον: Ὅσον ἀφορᾶ τό πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπίζη ὁ ὀρθόδοξος τούς τοιούτους ἀρνητάς τῆς Ὁμολογίας των εἶναι σαφές ὅτι ἰσχύει ἐδῶ τό γνωστόν ἀξίωμα, ὅτι «ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτω ἀκοινώνητος ἐστιν», δηλαδή ἐκεῖνος πού κοινωνεῖ μετά τοῦ ἀκοινωνήτου, τοῦ μή ὁμολογοῦντος τήν Ἀλήθειαν, γίνεται καί αὐτός ἀκοινώνητος τῆς Ὁμολογίας, ἀλλότριος τῆς Ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ, καί ὁ ἴδιος βλάσφημος καί αὐτός καί ἀρνητής τῆς Ὁμολογίας Του. Ἰδού τί ἐπ’ αὐτοῦ ἐνδεικτικῶς διδάσκουν δύο μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης: «Ἐχθρούς γάρ τοῦ Θεοῦ ὁ Χρυσόστομος, οὐ μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί τούς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας μεγάλῃ καί πολλῆ τῆ φωνῆ ἀπεφήνατο». (P.G. 99. 1049 Α). Ἀλλοῦ λέγει: «Οἱ μέν τέλεον περί τήν πίστιν ἐναυάγησαν΄ οἱ δέ, εἰ καί τοῖς λογισμοῖς ού κατεποντίσθησαν, ὅμως τῆ κοινωνία τῆς αἱρέσεως συνόλλυνται» (P.G. 99, 1164 Α). Δηλαδή: «Ἄλλοι μέν ἐναυάγησαν περί τήν πίστιν τελείως, ἄλλοι δέ, καίτοι ἐσωτερικῶς δέν ἀσπάσθηκαν τήν κηρυττομένην κακοδοξίαν, συναπωλέθησαν  ὅμως μέ τούς λοιπούς λόγω τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας πού εἶχαν μαζί τους» (P.G.  99, 1164A).  Καί ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός προτρέπει μέ Ἐγκύκλιόν του τούς ὀρθοδόξους τῆς ἐποχῆς του: «Πέπεισμαι... ὅτι ὅσον ἀποδιϊσταμαι τοῦτου (τοῦ Πατριάρχου) καί τῶν τοιούτων, ἐγγίζω τῶ Θεῶ καί πᾶσι τοῖς πιστοῖς καί ἁγίοις Πατράσι΄ καί ὥσπερ τούτου χωρίζομαι, οὕτως ἑνοῦμαι τῆ ἀληθεία καί τοῖς ἁγίοις» (P.G. 160, 536), διό: «Φεύγετε καί ὑμεῖς ἀδελφοί, τήν πρός τούς ἀκοινωνήτους κοινωνίαν καί τό μνημόσυνον τῶν ἀμνημονεύτων».

Τέταρτον: ’Από τά ἀνωτέρω προκύπτει καί ἡ ἀπάντησις εἰς τό ἐρώτημα, καί ἡ ὁποία συνοψίζεται εἰς τήν ἀπάντησιν τοῦ ἁγίου Γερμανοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, πρός τούς Κυπρίους Ορθοδόξους, τούς ὁποίους τήν ἐποχή τῆς Φραγκοκρατίας τῆς Κύπρου, πίεζαν οι παπικοί νά ἔχουν «κοινωνία» με ιερείς, οἱ ὁποῖοι ὑπετάχτηκαν εἰς τούς Λατίνους επισκόπους: «Εξορκίζω όλους τους λαϊκούς, που κατοικούν στην Κύπρο, όσοι είστε γνήσια τέκνα της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, να φεύγετε ολοταχώς από τους ιερείς, που ὑπέπεσαν στην υποταγή στους Λατίνους, και μήτε σε εκκλησία (που αυτοί λειτουργούν) να συγκεντρώνεστε μαζί τους, μήτε να παίρνετε οποιαδήποτε ευλογία από τα χέρια τους. Είναι καλύτερα να προσεύχεστε στο Θεό στα σπίτια σας μόνοι σας, παρά να συγκεντρώνεστε στην εκκλησία μαζί με τους Λατινόφρονες (ιερείς και αρχιερείς). Ει δʼ άλλως θα υποστήτε την ίδια κόλαση με αυτούς» ( P.G. 140, 620)!!!! 

Πρός Κύριος εὐχέτης
+ Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς
Κήρυκος

ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ
@ ΓΟΕΕ 2008