|
ΤΕΥΧΟΣ 186 Μάρτιος -Ἀπρίλιος 2009 |
ΣΥΝΕΚΛΗΘΗ ΕΙΣ Β΄ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΙΝ
ΔΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2009 Η ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (ΤΡΙΤΗ 4/17 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2009) (Συνέχεια
τοῦ προηγουμένου τεύχους)
Συνεχίζομεν τήν δημοσίευσιν ἀποσπασμάτων ἐκ τῶν Πρακτικῶν τῆς Πανορθοδόξου Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 4ης/17ης Φεβρουαρίου 2009. Συγκεκριμένως εἰς τό παρόν ὁλοκληροῦται ἡ παρουσίασις τοῦ Γ΄ Θέματος, ἡ ὁποία ἤρχισεν ἐκ τῆς σελ. 29 τοῦ προηγουμένου τεύχους, καί ἀκολουθοῦν τά Δ΄ καί Ε΄ θέματα: «Ἠκολούθησεν ἀναφορά ἐπί τῶν κυρίων σημείων τῶν παραλλήλων διώξεων κατά τοῦ Σεβ/του κ. Κηρύκου, τοῦ π. Ἀμφιλοχίου, ἀλλά καί τοῦ κ. Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, θέμα τό ὁποῖον κατά τήν Η.Δ., εἰσηγήθη ὁ ἴδιος ἐνῶ προηγουμένως ἐζήτησεν τόν λόγον ὁ Πανοσιολογιώτατος π. Ἀμφιλόχιος, ὅστις εἶπεν: «Παρακαλῶ ὅπως μοι ἐπιτραπῆ νά τονίσω αὐτό, τό ὁποῖον μόλις ἐπεσημάνθη καί μοι προεκάλεσεν ἐντύπωσιν! Δηλαδή, ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶναι ὡς παντελῶς ἐσκοτισμένοι, διό οὔτε νά σκεφθοῦν λογικά δύνανται, οὔτε ἔχουν δυνατότητα νά ἀναλάβουν τάς εὐθύνας των… Δέν εἶναι αἰτία μόνον τό γεγονός τῆς βλασφημίας των κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἤ τῆς καταλύσεως τῆς Κανονικῆς τάξεως καί τοῦ θεσμοῦ τῆς Συνόδου, δέν εἶναι μόνον ἡ Ἐκκλησιομαχία των! Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἀπό τήν στιγμήν, καθ' ἥν διενοήθησαν νά μεταστοιχειώσουν καί μεταλλάξουν τήν συγχωρητικήν εὐχήν εἰς χειροθεσίαν, διά τόν ἑαυτόν των, ἐξέπεσον τῆς Ἀρχιερωσύνης, ἐφυγάδευσαν τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐνῶ καί πέραν ὅλων τῶν ἄλλων, ἐνεργοποίησαν κατ' αὐτῶν, καί τήν ἀπό τό 1977 ὁμόφωνον Κανονικήν καί Ὀρθόδοξον ἀπόφασιν περί ΚΑΘΑΙΡΕΣΕΩΣ κατά τοῦ Καλλίστου! («Κ.Γ.Ο.» Τόμος 1977, ἀριθμ. τ. 10, σελ. 3—10). Φρονῶ ὅτι ἐκείνη ἡ βλασφημία τοῦ Καλλίστου κατά τό 1977, εἶναι ὡς μικρά ἐμπρός εἰς αὐτήν τῶν συγχρόνων ΠΡΟΔΟΤΩΝ καί βλασφήμων κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διότι ὁ Κάλλιστος δέν εἶπεν ὅτι ἐνήργησεν καί ἐν Ἑλλάδι χειροθεσίαν, ἀλλά μόνον ὅτι ὁ ἴδιος τήν ἐδέχθη εἰς τήν Ἀμερικήν! Ὁ Κάλλιστος δέν ἐδολοπλόκησεν ὅπως οἱ σημερινοί, καί τό πλέον σημαντικόν, ὅταν τό 1977 ὁ Ἀργολίδος καί ὁ Πειραιῶς, ὑπέγραφον τήν καθαίρεσιν κατά τοῦ Καλλίστου, οἱ ἴδιοι ἐβαρύνοντο ὁ μέν εἷς μέ τήν ἄκρως βλάσφημον ἀλλά καί ψευδῆ «ἐξομολογητικήν του ἐπιστολήν», ὁ δέ ἕτερος μέ τό 54/76 ἐξ ἴσου βλάσφημον Ἀπαλλακτικόν του Βούλευμα!!! Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ὑπογράφοντες τό 1977 τήν καθαιρετικήν πρᾶξιν κατά τοῦ Καλλίστου, ὑπό τάς ἀνωτέρω ἐν κρυπτῶ προϋποθέσεις των, ΠΡΩΤΙΣΤΩΣ τήν ὑπέγραψαν καί τήν ἐπέβαλον εἰς τόν ἑαυτόν των!.. Ὁ Κάλλιστος τέλος ὡς ὁ Ἰούδας ἔφυγεν καί προσεχώρησεν εἰς τό Φλωρινικόν σχίσμα, συνεπής πρός τήν ὑπαναχώρησίν του! Δέν εἶπεν, ἀποκηρύσσω ἤ ἀπορρίπτω ἤ καταδικάζω τήν ἀνυπόστατον εἰς τήν Ἑλλάδα, (τήν Ἱεράν Σύνοδον καί τόν Ἱερόν Κλῆρον), «χειροθεσίαν», ὅπως οἱ σημερινοί, οἱ ὁποῖοι παρά ταῦτα, ΑΚΡΩΣ ΑΣΕΒΩΣ ΑΝΤΙΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΚΑΘΕ ΙΕΡΟΝ ΚΑΙ ΟΣΙΟΝ ἐκ τῆς Ἐκκλησίας καί ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ!.. Δέν προσφεύγουν καί αὐτοί εἰς τούς Φλωρινικούς ἤ τόν Νεοημερολογιτισμόν, διότι ἔχουν νά ἀποτελειώσουν καί ἄλλον ἔργον!.. ἀφοῦ μέ τήν ἐγκύκλιόν των (3282/27.11.2007) δέν τό ὡλοκλήρωσαν!.. Ἐπίσης φρονῶ ὅτι δέον νά ὑπογραμμισθῆ τό γεγονός, τό ὁποῖον ἤδη ἐτονίσθη, ὅτι μέ τήν ἐκ μέρους των ἀθώωσιν τῶν πέντε, δηλαδή ἀφοῦ κατέλυσαν τήν ὑπ' ἀριθμ. 3005/18.6.1997 ἀπόφασιν τῆς Ἱ.Σ. τῆς Ἱεραρχίας, περί ἐφαρμογῆς τῆς Κανονικῆς καί Ὀρθοδόξου τάξεως κατά τῶν πέντε σχισματοαιρετικῶν, τοῦτο πάλιν διά τούς ἰδίους, ἔχει ὡς συνέπειαν τήν ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΙΝ τῆς ὑπ' ἀριθμ. 10/25.6.1995 ἀκύρου καθαιρετικῆς ἀποφάσεως ἐκ μέρους τῶν πέντε καί οὕτω διά δευτέραν φοράν, οὕτως εἰπεῖν, εἶναι καθηρημένοι, ἀλλά καί ἀναθεματισμένοι, ὑπ' αὐτῶν!..». Τά ἀνωτέρω ἐλήφθησαν σοβαρῶς ὑπ' ὄψιν, ἐνῶ αἱ ἀγνοοῦντες ταῦτα ἐξεπλάγησαν!.. * * *
Ἀκολούθως ἐκλήθη ὁ θεολόγος
Ἐλευθέριος Γκουτζίδης νά ἐκθέση μέ πᾶσαν δυνατήν συντομίαν τάς ἀπό τοῦ
1998 ἐναντίον του διώξεις τῶν Φλωρινικῶν καί τῶν ὡς ἐγκαθέτων αὐτῶν
δρώντων κ.κ. Μαξίμου Τσακίρογλου καί Δημητρίου Κάτσουρα καί ἰδιαιτέρως
τῶν ἐκτελεστικῶν αὐτῶν ὀργάνων, τῆς ὁμοίας τῶν Νικολαϊτῶν, μέχρι τῆς
ἀπό 14/27.2.2002 κατ' αὐτοῦ «ἀφοριστικῆς πράξεως». Λαβών τόν λόγον ὁ
θεολόγος εἶπεν χαρακτηριστικῶς:«Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς καί λοιπά μέλη τῆς παρούσης Πανορθοδόξου Ἱερᾶς Συνόδου, ἄν ἡ σιωπή μου δέν θά ἐξελαμβάνετο καί ἀπό τόν Θεόν καί τούς ἀνθρώπους ὡς ἀρνητική, θά ἐπεθύμουν νά σιωπήσω, ὅταν ὅμως τό κινδυνευόμενον εἶναι ἡ ΠΙΣΤΙΣ, ἡ Κανονική τάξις, οἱ Ἐκκλησιαστικοί θεσμοί, ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ἀποστολική Διαδοχή, ἡ Ὁμολογία, ἡ Ἐκκλησιολογία, δηλαδή ὅταν τό ληστευόμενον εἶναι ἡ ἄσπιλος Νύμφη τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἐκκλησία, ὅταν βλασφημῆται τό Ἅγιον Πνεῦμα καί Αὐτή ἡ Ὁμοούσιος καί ἀδιαίρετος Παναγία Τριάς, δέν διανοοῦμαι ὅτι μπορῶ νά σιωπῶ ἐνώπιον τῆς Ἁγίας Συνόδου. Ἄλλωστε ἡ τοιαύτη σιγή θά ἐσήμαινεν σύμπραξιν εἰς ἔσχατον κακόν, κάλυψιν τῶν προδοτῶν καί κατά ἕναν τρόπον μετοχήν εἰς τήν ἐσχάτην προδοσίαν των, τήν ὁποίαν ἡ ἐλαχιστότης μου θεωρεῖ πολύ χειροτέραν ὅλων ἐκείνων τῶν προηγουμένων, κατά τά ἔτη 1924 ὑπό τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ — Οἰκουμενισμοῦ, 1937 ὑπό τοῦ πρ. Φλωρίνης Χρυσοστόμου Καββουρίδη καί τῶν πέντε κατά τό 1995. Διευκρινίζω ὅμως ὅτι δέν εἶμαι πικραμένος οὔτε ἔχω πάθος διά τάς ἐναντίον μου σκευωρίας των. Ὄχι. Νά εἶναι συγκεχωρημένοι δι' αὐτάς, ἀλλά δι' ὅσα ἐπί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν θεσμῶν καί κυρίως κατά τῆς ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ καί ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ, ὅσα κατά τῆς Μητρός μας Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας ἀπετόλμησαν, δέν νοεῖται ὅτι ἐπιτρέπεται ἡ ἀποσιώπησίς των, ἡ δέ Ἱερά Σύνοδος καλεῖται νά ἐπιληφθῆ Κανονικῶς καί Ὀρθοδόξως. Οἱ συστηματικοί διωγμοί, σκευωρίαι, συκοφαντίαι, διώξεις, «ἀργίαι» καί «καθαιρέσεις», ἀλλά καί «ἀφορισμοί», ὅπως ἐλέχθη, ἤρχισαν τόσον κατά τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου, ὅσον καί κατά τοῦ π. Ἀμφιλοχίου καί τοῦ Σεβ/του κ. Κηρύκου μετά τό 1997-1998, ὅτε ἐτάχθημεν ἀναφανδόν ἀντιμέτωποι τῆς σκευωρίας τῶν Μον. Μαξίμου καί Δημ. Κάτσουρα καί οὐσιαστικά τῶν Φλωρινικῶν καί κατ' ἐπέκτασιν ὅλων τῶν ἔξω Κέντρων. Κατελέγξαντες ἐν προκειμένω εὐθέως καί εὐθαρσῶς καί τήν σκευωρίαν περί δῆθεν «ἀσεβείας» τοῦ Ἱερομονάχου π. Ἀμφιλοχίου κατά τῆς Συνόδου, κατεστήσαμεν σαφές ὅτι ὑπό τοῦ Πανοσ/του Ἱερομονάχου π. Ἀμφιλοχίου, οὐδεμία ἀσέβεια διεπράχθη, παρά μόνον διετυπώθη γνήσιον τό ἐπιβεβλημένον αἴτημα ὅπως, μετά τό σχίσμα τῶν πέντε (Ἰούνιος 2005), διακηρυχθῆ Συνοδικῶς ἡ ΟΜΟΛΟΓΙΑ — ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ, ἀντιμετωπισθῆ ἡ σχισματοαίρεσις τῶν πέντε καί διασφαλισθῆ περαιτέρω ἡ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ. Κατόπιν αὐτοῦ ἐνωχλημένοι διότι ἡ ἐλαχιστότης μας, ἐκτός τῆς ὁμιλίας μας κατά τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας εἰς Θεσσαλονίκην·(1), ἐγνωμοδοτήσαμεν, κατ' ἐξαίρεσιν καί ἀποκλειστικότητα, διότι πάντες οἱ λοιποί ἐσιώπησαν, παρά τό ἐπίσημον τῆς αἰτήσεως νά γνωμοδοτήσουν, καί ἐπί τοῦ κατά τῶν πέντε Κατηγορητηρίου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου (3005/18.6.1997), κατόπιν τοῦ ὑπ' ἀριθμ. 3038/ 9/22.1.1998 σχετικοῦ ἐγγράφου τοῦ ἀνακριτοῦ, Ἀργολίδος κ. Παχωμίου, ἐκίνησαν τόν πλέον σκληρόν διωγμόν ἐναντίον μας·(2). Οἱ μεγάλοι σκευωροί «Πανθεολογική» Διάσκεψις!
Ἐν ὄψει αὐτῆς τῆς καταστάσεως
ὁ τότε Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας, τήν 10.10.1999 συνεδριάζει
μέ ὅλους τούς θεολόγους του διά νά ἀποφανθοῦν ἄν ἡ διατύπωσις τοῦ
θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη εἰς τήν ὁμιλίαν του κατά τήν Κυριακήν τῆς
Ὀρθοδοξίας 1997: «Δέν θά ὁμιλήσω σήμερον διά τήν πρώτην ἄναρχον,
αἰωνίαν καί ἀόρατον Ἐκκλησίαν, διότι αὕτη εἶναι ἡ τελεία κοινωνία καί
ἀδιαίρετος ἑνότης τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος…»
εἶναι ὀρθή ἤ ἐσφαλμένη. Ἐπ' αὐτῆς ἀπεφάνθησαν συλλογικά καί χωρίς
εἰδικάς μελέτας, εἰσηγήσεις καί ὑπογραφάς ὅτι «ἡ συγκεκριμένη
διατύπωσις δέν εἶναι δόκιμος, διότι δέν ἀπαντᾶται εἰς τήν περί ἁγίας
Τριάδος Ὀρθόδοξον Δογματικήν διδασκαλίαν…»!.. (Ἐπιστολή Μακαριωτάτου
πρός θεολόγον Ἐλευθέριον Γκουτζίδην Α.Π. 1281/ 19.10.1999).Παραλλήλως τά ἴδια πρόσωπα, μέ πρῶτον τόν κ. Δ. Κάτσουρα, ἐπιχειροῦν νά ἐγείρουν ἐκ νέου θέμα εἰκόνων, μέ βάσιν σημείωσιν, τήν ὁποίαν παρεθέσαμεν εἰς ἕτερον βιβλίον μας ὑπό τόν τίτλον: «ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΟΜΕΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΟΜΕΝ ΤΑ ΣΚΟΤΕΙΝΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΠΡ. ΑΤΤΙΚΗΣ κ. ΜΑΤΘΑΙΟΥ ΜΑΚΡΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ Ι. ΜΟΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ «ΠΕΥΚΟΒΟΥΝΟΓΙΑΤΡΙΣΣΗΣ» Ἀθῆναι 1998 σελ. 68. Ἡ προσπάθεια αὕτη δέν ἐπεβίωσεν ἐπί πολύ, ἐνῶ σκληρύνει τήν θέσιν του ὁ Μακαριώτατος·(4) κατά τοῦ θεολόγου, τόν ὁποῖον κατηγορεῖ ὡς δῆθεν ἀδικοῦντα τόν κ. Δ. Κάτσουρα, ὅστις πλέον εἶναι ὁ ἐκλεκτός του, ἐνῶ ὁ θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης εἶναι πλέον τό ὀλιγώτερον κακόδοξος καί ἀναδεικνύεται καί εἰς κακόν ἄνθρωπον! Τοῦτο δέ ὅλον διότι δέν ἐπιτρέπει νά ὑποβόσκη καί νά προχωρῆ ἡ κατά τῆς Ἐκκλησίας προδοσία καί προπάντων δηλώνει ὅτι «ΔΕΝ ΕΜΜΕΝΕΙ ΕΙΣ ΚΑΜΜΙΑΝ ΔΙΑΤΥΠΩΣΙΝ ΤΟΥ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑΝ ΘΑ ΑΠΟΔΕΙΞΟΥΝ ΩΣ ΠΑΤΕΡΙΚΩΣ ΑΜΑΡΤΥΡΟΝ, ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΝ ΚΑΙ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑΝ». Ἡ δήλωσίς μας αὕτη διετυπώθη ἐπισήμως καί ἐγγράφως πλείστας ὅσας φοράς, ἀλλ' οὐδέποτε ἀπέδειξαν τό παραμικρόν, ἐξ ὅσων συκοφαντικῶς καί δή ἐκ προθέσεως καί σκοποῦ ἀδιστάκτως διετύπωνον σκευωροῦντες. Ἐνῶ δέν ἀποδεικνύουν ὅμως «ἀφορίζουν»!
Ἐνῶ ἡ φθορά συνεχίζεται
ἀμείωτος καί οἱ ψευδοκατήγοροι, ὡς ἄνανδροι καί ἀνέντιμοι συκοφάνται,
δέν ἀποδεικνύουν τίποτε, ἐκ τῶν ὅσων ἀφεώρων εἰς τήν σκευωρίαν των,
ἡμεῖς κατά τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας 2001, μέ τήν ὁμιλίαν μας εἰς τήν
Ἱεράν Μητρόπολιν Λαρίσης, δημοσίως ἀπεδείξαμεν τό ἀπολύτως ὀρθόδοξον
τῆς διατυπώσεως, τόσον Ἁγιογραφικῶς, ὅσον καί Πατερικῶς, ἀλλά καί βάσει
τῆς Ὀρθοδόξου Δογματικῆς, ἐνῶ τήν ἰδίαν ὁμιλίαν, ὡς ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΝ
ΥΠΟΜΝΗΜΑ, κατεθέσαμεν εἰς τήν Ἱεράν Σύνοδον. Δυστυχῶς ὅμως ἕκαστος τῶν
συκοφαντῶν μας καί ὅλοι ὁμοῦ «οὐκ ἠβουλήθησαν συνιέναι», ἀλλά τήν 14/27
Φεβρουαρίου τοῦ 2002, οἱ συγκεκριμένοι ἀδίστακτοι σκευωροί, (Φλωρινικοί
καί ἡμέτεροι), ἠκόνισαν τά ξίφη των καί ἐπεχείρησαν νά μᾶς «λογχεύσουν»
εἰς τήν καρδίαν, ὥστε νά «ἐκπνεύσωμεν» ἔμπροσθέν των! Συγκεκριμένως
προκειμένης τῆς Συνόδου τῆς 14/27 Φεβρουαρίου 2002, συνέταξαν εἰσήγησιν
ἐπί τοῦ θέματος, τήν ὁποίαν παρέδωκαν εἰς τόν ἀφελῆ καί ματαιόδοξον
Πειραιῶς Νικόλαον, διά νά τήν εἰσηγηθῆ ἐνώπιον τῆς Συνόδου. Μέ τήν
εἰσήγησιν αὐτήν, ἐνῶ ἐπεχείρησαν νά παρουσιάσουν ὡς κακοδοξίαν καί
αἴρεσιν τήν συγκεκριμένην διατύπωσιν, (καθ' ἥν ἡ ἑνότης καί κοινωνία
τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι κατ' εἰκόνα καί ὁμοίωσιν τῆς
Ἁγιοτριαδικῆς κοινωνίας καί ἑνότητος), ἐν τῆ παραφροσύνη των, ἐκήρυξαν,
ὅτι βάσει τῆς διατυπώσεως περί «πρώτης — ἀνάρχου Ἐκκλησίας τῆς Ἁγίας
Τριάδος» ὑπό τοῦ θεολόγου μπορεῖ νά νοηθῆ ὅτι «ἡ Ἁγία Τριάς κάποτε ἦτο
διηρημένη ἤ ὅτι θά διαιρεθῆ εἰς τό μέλλον»! Ἡ ὅλη δέ «ἐκκλησιολογία»
των εἶναι ὅτι ἡ «Ἐκκλησία καθ' ὁρισμόν σημαίνει κλῆσιν πρός ἑνότητα τῶν
πρίν διεστώτων, καί ἑπομένως, κατ' αὐτούς, προκύπτει ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἦτο
κάποτε χωρισμένη ἤ μπορεῖ κάποτε νά χωρισθῆ»! Καί κατέληξεν ὁ εἰσηγητής
κ. Νικόλαος: «ἐδῶ καί τώρα νά ἀφορισθῆ Ἱεροσυνοδικῶς ὁ θεολόγος», καί
οὕτω ἐγένετο!!!».Εἰς τήν συνέχειαν ὁ εἰσηγητής ἀνεφέρθη εἰς Ἁγιογραφικάς καί δή Κυριακάς ρήσεις -μαρτυρίας, ἀλλά καί Ἁγιοπατερικάς μαρτυρίας καθώς καί εἰς τήν Ὀρθόδοξον Δογματικήν, ἐξ ὦν προκύπτει τό ὀρθόδοξον τῆς διατυπώσεως καί παρεκάλεσεν ὅπως ὑποβληθῶσιν ὁποιαιδήποτε ἀπορίαι ἤ ἐνστάσεις, προκειμένου ἡ Ἱερά Σύνοδος νά ἀποφανθῆ καί ἐπί τοῦ θέματος τοῦ «ἀφορισμοῦ» του ὑπό τῶν Νικολαϊτῶν. Κατόπιν συνεχίσας, ἀνεκεφαλαίωσεν τά περί τῆς «καθαιρετικῆς» ἀποφάσεως κατά τοῦ Σεβ/του Μητροπολίτου Κηρύκου, ἀλλά καί τοῦ Πανοσιολογιωτάτου π. Ἀμφιλοχίου, ἐνῶ ἐδήλωσεν ὅτι τά ἑκατοντάδες κανονικά Ἀρχιερατικά ἔγγραφα, παρεμβάσεις, ἀλλά καί ἐκκλήσεις δι' ἀγάπην καί ἑνότητα ἐν τῆ Μία Ὁμολογία, Ἐκκλησιολογία καί τῆ ἀδιακόπω καί ἀνοθεύτω Ἀποστολικῆ Διαδοχῆ, κατακλύζουν τούς τόμους τῆς «Ὀρθοδόξου Πνοῆς». Ὁπωσδήποτε ἐκεῖ μέ ἄνεσιν ἕκαστος δύναται νά προσφύγη, ὅμως τήν ὥραν αὐτήν ἐλάχιστα μόνον θά ἐπικαλεσθῆ διά νά καλυφθῆ τό θέμα καί νά μορφωθῆ πλήρης ἀντίληψις, ἴνα ἕκαστος τῶν Σεβασμιωτάτων καί ἀπό κοινοῦ, ἐλευθέρως, ἐν ἀληθεία καί εὐθύνη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του, ἀποφανθῶσιν καί ἐπί τῶν «καθαιρέσεων» κατά τοῦ Μητροπολίτου κ. Κηρύκου καί τοῦ π. Ἀμφιλοχίου καί κατέληξεν: «Ὁμολογῶ ὅτι καί
μόνον ἐπιγραμματικῶς νά ἀναφερθῆ ἡ ὅλη γραμματολογία τοῦ Σεβ/του κ.
Κηρύκου, ὅσον καί τοῦ Ἱερομονάχου π. Ἀμφιλοχίου θά ἀπαιτηθοῦν ὄχι ἁπλῶς
πολλαί ὥραι, ἀλλά καί ἡμέραι. Ἐν προκειμένω ὅμως δέν εἶναι δυνατόν νά
μήν ἀναφερθῶ καί εἰς τήν ὑπ' ἀριθμ. 3282/28.11.2007 «ἀπόφασιν» περί τῆς
«κατά πλειοψηφίαν» «καθαιρέσεως» τοῦ Μητροπολίτου κ. Κηρύκου, ἡ ὁποία
πρωτίστως εἶναι ἀπολύτως ΑΚΥΡΟΣ, διότι δέν προέρχεται ἀπό Κανονικήν καί
Ὀρθόδοξον Ἱεράν Σύνοδον, ἀλλά ἀπό ἕν, ὄνομα καί πρᾶγμα, ΕΚΚΛΗΣΙΟΜΑΧΟΝ
«Καϊαφικόν Συνέδριον» καί κατά τήν Ὀρθόδοξον Ὑμνολογίαν ἀπό μίαν
«σαθράν συμμορίαν» παναιρετικῶν, βλασφήμων, ἐκκλησιομάχων,
πολυκαθηρημένων προδοτῶν.
Ὡστόσον θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά συνεχίσω, διότι διά καθαρῶς καί μόνον ποιμαντικούς λόγους, τοῦτο τό τονίζω ἐκ τῶν προτέρων, ἡ Ἱερά Σύνοδος δέον νά ἀποφανθῆ Ἱεροσυνοδικῶς, ὥστε νά μή πλανηθοῦν ἄλλο οἱ πιστοί, ἀλλά καί οἱ ἤδη πλανηθέντες νά ἐννοήσουν τόν δόλον αὐτοῦ τοῦ κειμένου, τό ὁποῖον ἐπί 36 ὁλόκληρα ἔτη ἐπωάζετο ὡς ὡόν ἐχίδνης, εἰς τούς νόας καί τάς καρδίας τῶν προδοτῶν, καί νά τό ἐμπτύσουν τρίς. Περαιτέρω καί τό γεγονός, ὅτι κατά τό ἴδιον «Καϊαφικόν των Συνέδριον» τῆς 28ης Νοεμβρίου 2007, ἐξέδωκαν καί τό βδέλυγμα τῆς ἐπί 37 ἔτη μελετωμένης ἄλλης ἀποφάσεώς των — βλασφημίας, καθ' ἥν μετήλλαξαν καί ἐπέβαλον, τοὐλάχιστον εἰς τούς ἑαυτούς των, τήν ἐξ ἀντικειμένου καί ὑπό συγκεκριμένας προϋποθέσεις γενομένην δεκτήν ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τό 1971, συγχωρητικήν εὐχήν εἰς «χειροθεσίαν» των, ἀποτελεῖ πρόκλησιν καί καταντᾶ ἀνοησία ἡ περαιτέρω ἐνασχόλησις διότι καί αὕτη ἡ ἀπόφασίς των εἶναι εἰς τήν κυριολεξίαν χαρτί τοῦ Ἀντιχρίστου Διαβόλου, ὁ ὁποῖος ἐσκότισεν καί ἐπλάνησεν πρώην Ὀρθοδόξους Ἐπισκόπους τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὅλον δέ τοῦτο ἐποίησαν ὡς κάλυψιν, ἀλλά καί συνεπῆ ἐξέλιξιν τῶν: α) Τῆς ἀπό τό 1974 «ἐξομολογητικῆς ἐπιστολῆς», τοῦ πρ. Ἀργολίδος Παχωμίου, ὡς καί τῆς ἀπό 2004 νεωτέρας του, καί β) Τοῦ 54/76 Ἀπαλλακτικοῦ Βουλεύματος τοῦ Συμβουλίου Πλημμελειοδικῶν Πειραιῶς, ὑπέρ τοῦ πρ. Πειραιῶς Νικολάου·(5). Ζητῶ τήν κατανόησίν σας διά νά διατρέξω τήν σχετκήν ψευδοκαθαιρετικήν ἀπόφασιν (3282/28.11.2007). Εἰδικώτερον εἰς τήν α΄ παράγραφον, τῆς ψευδοαποφάσεώς των ἐπικαλοῦνται τήν ἀπό τό 1999 δήλωσιν τοῦ Σεβ/του Μητροπολίτου, ὅτι «δέν ἔχει ἐπιφυλάξεις ἐπί ἀπαντητικοῦ ἄρθρου τοῦ θεολόγου πρός τόν κ. Καλλίνικον, ὅπως δημοσιευθῆ εἰς τό ἐπίσημον Δημοσιογραφικόν Ὄργανον τόν «Κ.Γ.Ο.», τοῦτο δέ, καί πάλιν τό τονίζομεν, ὅταν οἱ ἴδιοι ποτέ, ὡς δειλοί καί ἐσκοτισμένοι ψευδοκατήγοροι — σκευωροί, δέν ἀπέδειξαν ποῦ προσκρούει ἡ διατύπωσις μας, ἐνῶ, ὅπως ἤδη ἐλέχθη, τόσον ἐσκοτίσθησαν ὥστε τήν 14/17 Φεβρουαρίου 2002 Ἱεροσυνοδικῶς ἐκήρυξαν (ἔστω καί ὑποθετικῶς) ἄκουσον — ἄκουσον(!) ὅτι «ἡ φράσις τοῦ θεολόγου ἀποτελεῖ ἐκκλησιολογικήν καί Τριαδολογικήν αἴρεσιν!!!, διότι ἐξ αὐτῆς ὑπονοεῖται — προκύπτει «ὅτι ἡ Ἁγία Τριάς κάποτε ἦτο διηρημένη καί ἠνώθη ἤ ἐνδέχεται νά διαιρεθῆ εἰς τό μέλλον»!!! Ἰδού ὅτι καί εἰς τάς ἡμέρας μας πολλοί ἀντίχριστοι γεγόνασι (Α΄ Ἰω. 2, 18 καί 19). Εἰς τάς ἑπομένας παραγράφους β΄, γ΄ καί δ΄, τήν ἀληθῆ καί θαρραλέαν δήλωσιν τοῦ Ἐπισκόπου ὑπέρ τῆς διατυπώσεως τοῦ θεολόγου, πάλιν τήν ἐπικαλοῦνται ὡς βασικήν καί μοναδικήν κατηγορίαν, καί τοῦτο διότι ὁ Ἀρχιερεύς δέν συνεπορεύθη μαζί των καί δέν τόν «ἀφώρισεν», ἐνῶ εἰς τήν ε΄ παράγραφον κατηγοροῦν τόν Μητροπολίτην, διότι δέν ἐτήρησεν καί δέν ἐφήρμοσεν τόν κατά τοῦ θεολόγου «ἀφορισμόν» των, ἀλλά τοῦ ἐπιτρέπει νά συμμετέχη εἰς τήν ἐν γένει ζωήν τῆς Ἐκκλησίας! Βεβαίως ἄν ὁ «ἀφορισμός» των (ἀκοινωνησία) ἦτο Κανονική, ἀντικειμενική καί δικαία καί πρό πάντων ἐλευθέρα πρᾶξις, ωφειλον οἱ πάντες νά τήν σεβασθοῦν καί ἐφαρμόσουν, ἐν προκειμένω ὅμως ἡ ἀπόρριψίς της ἀπετέλεσεν ὁμολογιακήν πρᾶξιν καί ἀνατροπήν τῶν εὐρυτέρων σχεδίων τῆς προδοσίας των. Εἰς τήν στ΄ παράγραφον καί πάλιν ἐπανέρχονται εἰς τό γεγονός, ὅτι τό 2003 ἐκ νέου ὁ Μητροπολίτης ἐδήλωσεν ὅτι ἀποδέχεται τήν ὁμιλίαν καί τήν φράσιν τοῦ θεολόγου. Εἰς τήν ζ΄ καί η΄ παράγραφον τῆς ἀποφάσεώς των καί πάλιν τό αὐτό ἐπαναλαμβάνουν! Εἰς τήν τελευταίαν θ΄ κατηγορίαν, διά νά καθαιρέσουν τόν Μητροπολίτην, ἐπικαλοῦνται τήν ὑπ' ἀριθμ. 390/16.6.2005 Ἀποκήρυξίν των ὑπό τοῦ Σεβ/του κ. Κηρύκου καί τήν διά τῆς ἰδίας ἀποφάσεως διαγραφήν τῶν ὀνομάτων των ἐκ τῶν διπτύχων τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλοίμονον ἄν καί αὗται αἱ πράξεις δέν ἐκόσμουν τόν Ἐπίσκοπον καί δέν διεκηρύσσετο καί δι' αὐτῶν ἡ Ὀρθόδοξος Ὁμολογία του! Εἰς τήν συνέχειαν ἀφοῦ καταχρηστικῶς καί ὅλως ἀνοήτως παραθέτουν Πατερικά χωρία τῆς ἀρεσκείας των, μηδεμίαν σχέσιν ἔχοντα μέ τό θέμα, τό Καϊαφικόν των Συνέδριον «ἀποφασίζει κατά πλειοψηφίαν», τήν «καθαίρεσιν» αὐτοῦ!.. Ἐντέλλεται δέ τοῖς πιστοῖς ὅπως μηδεμίαν κοινωνίαν ἔχωσιν μετά τοῦ ἐν λόγω «πρώην Ἐπισκόπου καί νῦν μοναχοῦ Κηρύκου Κοντογιάννη»!.. Αὐτή εἶναι ἐν πάση περιλήψει ἡ καθαιρετική ἀπόφασις τῆς «σαθρᾶς συμμορίας» ὑπό τούς κ.κ. Νικόλαον καί Παχώμιον. Οὐσία, πέραν τῆς ἀναρμοδιότητος ὡς παρανόμων, βλασφήμων καί καθηρημένων, δέν διετύπωσαν καί δέν ἐστοιχειοθέτησαν ΟΥΔΕΝ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΚΑΤΗΓΟΡΗΤΗΡΙΟΝ, διότι δέν ὑπάρχει. Τά αὐτά ἀπολύτως ἰσχύουσιν καί ἐπί τῆς ψευδοκαθαιρέσεως κατά τοῦ Παν/του π. Ἀμφιλοχίου». Ἐπ' αὐτῆς τῆς Εἰσηγήσεως ὁ προεδρεύων Σεβ/τος Μεσογαίας εἶπεν: «Παρακαλῶ νά ἀκουσθοῦν ἐλευθέρως ὅλαι αἱ ἀπόψεις ἀκόμη καί ἐνστάσεις διά νά κατανοηθῆ πλήρως τό θέμα, δεδομένου ὅτι καί ἐπ' αὐτοῦ θά ἀποφανθῆ εἰς ἑπομένην συνεδρίαν της ἡ Πανορθόδοξος Ἱερά Σύνοδος». * * *
Μετά συζήτησιν, καθ' ἥν
ἐδόθησαν περαιτέρω πληροφορίαι καί διεφωτίσθη τό ὅλον θέμα, ἡ Ἱερά
Σύνοδος ἀπηξίωσεν νά ἀσχοληθῆ περισσότερον μέ τάς ΑΚΥΡΟΥΣ καί
ΑΝΥΠΟΣΤΑΤΟΥΣ διά τήν Ἐκκλησίαν ἐλεεινάς Ἱεροσυλίας, ἐνῶ τάς
ἐχαρακτήρισεν ὡς τρεῖς ἐκ τῶν κυριωτέρων πράξεων τῶν Νικολαϊτῶν, τάς
ὁποίας θά λάβη ὑπ' ὄψιν της ἡ Πανορθόδοξος Ἱερά Σύνοδος ὡς Συνοδικόν
δικαστήριον, καί ἐφ' ὅσον μέχρι τῆς ἐκδικάσεως θά παραμείνουν εἰς τό
ἔρεβος τοῦ σκότους τῆς προδοσίας των.Ἰδιαιτέρως ἐτονίσθη ὅτι, ὅστις δύναται νά ἔχη τήν ἀντικειμενικήν εἰκόνα τῆς πορείας των μετά τό 1995 καί μέχρι σήμερον, μέ ἰδιαιτέραν λύπην διαπιστώνει ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί καί τό κίνημα τῆς προδοσίας των δέν ἐχρεωκόπησαν μετά τήν βδελυράν Ἐγκύκλιόν των (3280/28.11.2007) ἀλλά πρίν ἀπό ὁλοκλήρους δεκαετίας δεδομένου ὅτι οἱ πρώην Ἀργολίδος Παχώμιος καί Πειραιῶς Νικόλαος, ἀποδεδειγμένως εἶναι κατακεκριμένοι ὡς δόλιοι καί ὕπουλοι ΕΣΧΑΤΟΙ ΠΡΟΔΟΤΑΙ κατά τῆς Ἀποστολικῆς των Διαδοχῆς καί κατ' ἐπέκτασιν τῆς Ὁμολογίας — Ἐκκλησιολογίας, οἱ δέ λοιποί τούς συμμερίζονται, τούς ἐνθαρρύνουν καί ἀπό κοινοῦ συνεχίζουν τήν ΕΣΧΑΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑΝ. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ὄχι μόνον Ἀρχιερεῖς δέν πρέπει νά χαρακτηρίζωνται, ἀλλ' οὔτε κἄν χριστιανοί, διότι χριστιανός σημαίνει ζῶν μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖον ἀγωνίζεται νά καθαρθῆ, φωτισθῆ καί ἁγιασθῆ ἐν τῆ Ἐκκλησία. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἔγιναν πληγή καί νόσος ἀνίατος, ἡ ὁποία μεταδίδεται εἰς τόσους καί τόσους Κληρικούς, Μοναχούς, καί λαϊκούς!..». Εἰς τό σημεῖον αὐτό ζητήσας πάλιν τόν λόγον ὁ π. Ἀμφιλόχιος εἶπεν: «Σεβ/τοι, προκειμένου νά μήν λογισθῶμεν ὡς κοινωνοί τῶν ἐγκλημάτων των, πρέπει ὄχι ἁπλῶς νά διαχωρίσωμεν τάς εὐθύνας μας, ἀλλά πρωτίστως καί δή διά καθαρῶς ποιμαντικούς λόγους, ἡ Ἱερά Σύνοδος, εἶναι ἐπεῖγον νά προστατεύση τούς πιστούς ἀλλά καί τούς ὀπαδούς των νά διαφωτίση, μερικοί ἐκ τῶν ὁποίων ἴσως νά μήν ἀντιλαμβάνωνται, ἀλλ' ὡς ἐξηπατημένοι τούς ἀκολουθοῦν μέ συνέπειαν νά χάνωνται. Ταπεινῶς φρονῶ ὅτι δέν ἀπαιτοῦνται οὔτε εἰδικά κατηγορητήρια, οὔτε ἀνακρίσεις, διότι οἱ ἄνθρωποι δέν ἔχουν πλέον οὔτε στοιχεῖον Ὀρθοδοξίας οὔτε Κανονικήν τάξιν καί Ἐκκλησιαστικούς θεσμούς λαμβάνουν ὑπ' ὄψιν οὔτε σέβονται, μέ πρῶτον αὐτόν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἀλλά καί εὐθέως ἐβλασφήμησαν καί βλασφημοῦν ἀμετανοήτως κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τῆς Ἐκκλησίας καί κατά τόν Ἀπόστολον Παῦλον, ὡς ἀντίχριστοι δέον νά λογίζωνται». Κατόπιν ὅλων αὐτῶν ἡ Ἱερά Σύνοδος ὁμοθύμως καί ὁμοφώνως ἐχαρακτήρισεν ὡς ΑΚΥΡΟΥΣ καί ΑΝΥΠΟΣΤΑΤΟΥΣ ὅλας τάς σκοπίμως ληφθείσας ἱεροσύλους πράξεις — σκευωρίας, τονίσασα ὅτι αὗται ἐμεθοδεύθησαν διά νά πλήξουν τήν ΑΣΠΙΛΟΝ ΝΥΜΦΗΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ, καί κατόπιν καί τά Πρόσωπα τά ὁποῖα, χάριτι Χριστοῦ, διέθεσαν καί διαθέτουν ἑαυτούς εἰς τόν Ἱερόν Αὐτῆς ἀγῶνα. Ἐν προκειμένω αἱ σχετικαί Ἱεροσυνοδικαί ἀποφάσεις θά μελετηθοῦν ἰδιαιτέρως, διότι αὗται αἱ ἄκυροι πράξεις τῶν Νικολαϊτων, ἀποτελοῦν σοβαρόν μέρος τοῦ κατ' αὐτῶν κατηγορητηρίου καί θά ληφθοῦν ἰδιαιτέρως ὑπ' ὄψιν κατά τήν ἐκδίκασιν τῶν ἰδίων καί τοῦ Ἀντιχρίστου κινήματός των! Ἡ Ἱερά Σύνοδος δέν παρέλειψεν νά ἐπισημάνη πρός πάντας ὅτι ζῶμεν εἰς μίαν ἐποχήν, καθ' ἥν ὁ Ἀντίχριστος, διά τῶν προδρομικῶν ὀργάνων του, ἐξαπατώμενος ἀνέλαβεν νά… «διαλύση» τήν Ἐκκλησίαν! * * *
ΕΠΙ ΤΟΥ ΤΕΤΑΡΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ: Τῶν
αἰτιάσεων εἰς τάς ὑπ' ἀριθμ. 1616/ 2008 καί 5087/2008 Ἀγωγάς τοῦ ἐν
ἀργία τελοῦντος Ἱερομονάχου Ἰγνατίου Δάσσιου κατά τῆς Συντακτικῆς
Ἐπιτροπῆς τῆς «Ὀρθοδόξου Πνοῆς», ὁ λόγος ἐδόθη εἰς τόν Διευθυντήν τοῦ
ἐπισήμου δημοσιογραφικοῦ Ὀργάνου «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΟΗ», Ἐλευθέριον
Γκουτζίδην, ὅστις διέδραμεν μέ κάθε σαφήνειαν ἀλλά καί συντομίαν τό
θέμα ἀπό τῆς ἐμφανίσεώς του μέχρι τήν ἡμέραν ἐκείνην τῆς 19ης Μαρτίου
2009.Δέν ἐκτίθεται τό ἱστορικόν διότι τοῦτο περιελήφθη καί εἰς τήν ληφθεῖσαν ὑπό τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου Ἱστορικήν Ἀπόφασιν ἔχουσαν οὕτω: «ΓΝΗΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ
ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ
4/17 Φεβρουαρίου 2009 (Ἱερός Ναός Ἁγ. Αἰκατερίνης Κορωπίου Ἀττικῆς 19400 Τ.Θ. 54) Α.Π. 410 Ἐν
Ἀθήναις τῆ 4/17.2.2009
ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΓΩΓΩΝ ΤΟΥ κ. ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΔΑΣΣΙΟΥ ΚΑΤΑ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΑ·Ι·ΚΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ «ΘΕΜΑ: Ἐπί τῶν Ἀγωγῶν τοῦ κ. Ἰγνατίου Δάσσιου εἰς τό Πολυμελές Πρωτοδικεῖον Ἀθηνῶν. (Α.Κ.Δ. 1616/2008 καί 5087/2008). Ἡ Ἱερά Σύνοδος λαβοῦσα ὑπ' ὄψιν: 1ον. Τάς μέ ἀριθμούς καταθέσεως 1616/2008 καί 5087/2008 δύο Ἀγωγάς τοῦ κ. Ἰγνατίου Δάσσιου κατά Κληρικῶν καί Λαϊκῶν μελῶν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας διά δημοσιεύματα εἰς τήν «ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΠΝΟΗΝ». 2ον. Τά δημοσιεύματα εἰς τήν «ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΠΝΟΗΝ», ἐπί τῶν ὁποίων ἐστηρίχθη ὁ ἐνάγων, ἤτοι: α) Τήν ὑποσημείωσιν (8) εἰς τάς σελίδας 237—238 τῆς «Ο.Π.» Ἀρ. τ. 176 Ἰούλιος -Αὔγουστος 2007, Τόμος 18ος, καί β) Ἄρθρον, τοῦ Διευθυντοῦ τῆς «Ο.Π.» ἐν σελίδι 25 ὡς καί τήν Β΄ ΔΗΜΟΣΙΑΝ ΑΠΑΝΤΗΣΙΝ ΤΟΥ Μητροπολίτου κ. Κηρύκου ἐπί τῆς ὑπ' ἀριθμ. 3282/28.11.2007, «Καθαιρέσεώς» του εἰς τάς σελίδας τῆς «Ο.Π.» 26-35 Α.Τ. 179 Ἰανουάριος — Φεβρουάριος 2008, Τόμος 19ος. 3ον. Τήν Ἀπαντητικήν Ἐπιστολήν τοῦ Διευθυντοῦ τῆς «Ο.Π.» πρός τόν ἐνάγοντα, δημοσιευθεῖσαν εἰς τό αὐτό περιοδικόν εἰς τάς σελ. 147-160 τοῦ Τεύχους 180 Μάρτιος — Ἀπρίλιος 2008, Τόμος 19ος. 4ον. Τήν ὑπό τοῦ Δ/ντοῦ τῆς «Ο.Π.» ΑΝΑΚΛΗΣΙΝ τῆς ὑπ' ἀριθμ. (8) ὑποσημειώσεως, δημοσιευθεῖσαν εἰς τό αὐτό περιοδικόν, εἰς τάς σελ. 243-246 τοῦ ὑπ' ἀρ. 181 Τεύχους, Μάϊος — Ἰούνιος 2008, Τόμος 19ος. 5ον. Τήν Δευτέραν Ἐπιστολήν τοῦ Δ/ντοῦ τῆς «Ο.Π.» πρός τόν ἐνάγοντα, δημοσιευθεῖσαν ἐπίσης εἰς τό αὐτό Περιοδικόν καί εἰς τάς σελ. 374-387 τοῦ ὑπ' ἀριθμ. 183 Τεύχους Σεπτεμβρίου — Ὀκτωβρίου 2008, Τόμος 19ος. 6ον. Τήν ὑπ' ἀριθμ. Πρ. 94/10.7.2008 ἐπιστολήν τοῦ Ἱερ/χου π. Ἀμφιλοχίου πρός τόν κ. Ἰγνάτιον, δημοσιευθεῖσαν ἐπίσης εἰς τό αὐτό περιοδικόν καί εἰς τάς σελίδας 323-331, Ἀρ. Τ. 182 Ἰούλιος — Αὔγουστος 2008 Τόμος 19ος. 7ον. Τά πραγματικά καί σαφῆ δεδομένα τοῦ κινήματος τῆς σχισματοαιρετικῆς Ἐκκλησιομάχου ὁμάδος ὑπό τόν πρώην Πειραιῶς κ. Νικόλαον Μεσσιακάρην, εἰς τό ὁποῖον ἐνέταξεν τόν ἑαυτόν του ὁ κ. Ἰγνάτιος καί παρ' οὗ ἐπισκοποποιήθη, καί 8ον. Λαβοῦσα ἰδιαιτέρως ὑπ' ὄψιν τήν ὑπό τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἁγίων Πατέρων ἀντιμετώπισιν τῶν ἀπ' ἀρχῆς καί ἀνά τούς αἰῶνας Φαρισαίων καί πάσης φύσεως σχισματοαιρετικῶν. Συσκεψαμένη, καθά ὑποχρεοῦται ἁρμοδίως, Κανονικῶς καί Ὀρθοδόξως. ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:
Α΄ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τάς πράξεις τῶν
δύο προσφυγῶν τοῦ Ἱερ/χου καί ἤδη φερομένου ὡς Μητροπολίτου Λαρίσης κ.
Ἰγνατίου Δάσσιου, ἐνώπιον τοῦ Πολυμελοῦς Πρωτοδικείου Ἀθηνῶν καί δή μέ
τάς συγκεκριμένας αἰτιάσεις καί τά συγκεκριμένα οἰκονομικά αἰτήματα,
διότι:α) Αἱ ἐν αὐταῖς αἰτιάσεις δι' ἅς προσέφυγεν εἰς τά δικαστήρια εἶναι ἀλυσιτελεῖς καί ἀβάσιμοι διότι ἔχουν Ἐκκλησιαστικόν — Δογματικόν χαρακτῆρα καί ἔκφρασιν, καί εἰς καμμίαν περίπτωσιν δέν ἐστόχευον εἰς προσβολήν προσωπικότητος, ἀναφέρονται δέ εἰς παρεκκλίσεις ἐπί θεμάτων Πίστεως τελεσθείσας δημοσίως παρά δημοσίου Προσώπου, διό ὁ δημόσιος ἔλεγχος εἶναι ἐπιβεβλημένος καί δέν εἶναι συκοφαντικαί ἀλλ' ἀπολύτως ἀληθεῖς. β) Ὁ ἐνάγων, καίτοι Κληρικός, προέβη εἰς τάς ἀγωγάς ἀποκλειστικῶς διά νά πορισθῆ χρήματα παρά βιοπαλαιστῶν ἀλλά καί ἀναργύρων Κληρικῶν καί Λαϊκῶν. γ) Τό ὅλον γεγονός ἀντιβαίνει εἰς τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύουν τήν τοιαύτην προσφυγήν εἰς τά πολιτικά δικαστήρια καί τιμωροῦν τούς παρά Κανόνας προσφεύγοντας. Συγκεκριμένως ἡ ἐνέργειά του προσέκρουσεν σκληρῶς εἰς τόν Θ΄ Κανόνα τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καθώς καί εἰς τούς ΙΔ΄ καί ΡΙΕ΄ τῆς ἐν Καρθαγένη, οἱ ὁποῖοι διαγορεύουν: 1ον. Ὁ Θ΄ τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Εἴ τις Κληρικός πρός Κληρικόν πρᾶγμα ἔχει, μή ἐγκαταλειμπανέτω τόν οἰκεῖον Ἐπίσκοπον, καί ἐπί κοσμικά δικαστήρια κατατρεχέτω… εἰ δέ τις παρά ταῦτα ποιήσοι, κανονικοῖς ἐπιτιμίοις ὑποκείσθω…». 2ον. Ὁ ΙΔ΄ τῆς ἐν Καρθαγένη: «Ἤρεσεν, ἴνα ὅστις δήποτε τῶν Ἐπισκόπων, ἤ Πρεσβυτέρων, ἤ διακόνων, ἤ Κληρικῶν, πράγματος αὐτῶ ἐγκληματικοῦ ἤ πολιτικοῦ ἐν τῆ Ἐκκλησία κινουμένου, ἐάν παραιτούμενος τό Ἐκκλησιαστικόν δικαστήριον, δημοσίοις θελήση καθαρθῆναι δικαστηρίοις, κἄν ὑπέρ αὐτοῦ ἡ ψῆφος ἐκφωνηθῆ, ὅμως τόν ἴδιον τόπον ἀπολέση…». 3ον. Ὁ ΡΙΕ΄ τῆς ἰδίας Συνόδου: «…ὅστις δήποτε ἀπό τοῦ Βασιλέως διάγνωσιν δημοσίων δικαστηρίων αἰτήσοι, τῆς ἰδίας τιμῆς στερηθείη…». Β΄ Ὡς Ἐπίσκοποι καί ὡς Πανορθόδοξος Σύνοδος, ἔχομεν ἀπόλυτον γνῶσιν τοῦ ὑπό τῆς συγκεκριμένης ὁμάδος τοῦ ἐνάγοντος καί τοῦ ἰδίου, διωγμοῦ κατά τῆς Ἐκκλησίας, κατά τῆς Ὁποίας, ἤδη ἐν τῆ προσπαθεία των νά πλήξουν τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν τῶν Ἐπισκόπων καί Πρεσβυτέρων τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί μέσω αὐτῆς καί τήν ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ — ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ Αὐτῆς, προεκάλεσαν Δογματικῆς φύσεως σχίσμα. Διά πάντα ταῦτα ἡ παροῦσα Πανορθόδοξος Σύνοδος, Κανονικῶς συγκληθεῖσα καί συνεδριάσασα, ΟΜΟΦΩΝΩΣ
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ
τάς πράξεις τῶν δύο Ἀγωγῶν τοῦ
κ. Ἰγνατίου Δάσσιου, ἐνώπιον τοῦ Πολυμελοῦς Πρωτοδικείου Ἀθηνῶν, τόν δέ
ἐνάγοντα ΑΠΕΦΑΣΙΣΕΝ ὅπως καλέση εἰς Ἀπολογίαν κατά τήν Κανονικήν τάξιν.Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς ΚΗΡΥΚΟΣ (Διά τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος) ΤΑ
ΜΕΛΗ
Ὁ Βράντσεα ΓΕΡΟΝΤΙΟΣ (Διά τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ρουμανίας) Ὁ Κένυας ΜΑΤΘΑΙΟΣ Καί ἀ. α. ὁ Ἱερεύς Μιχαήλ Ἰωάννου (Διά τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἀφρικῆς) Ὁ Κιέβου ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Καί ἀ. α. ὁ Ἱερεύς Ἀνδρέας Σίντνιεβ (Διά τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ρωσίας)
Ὁ Κιτίου ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ
(Διά τήν Ἐκκλησίαν τῆς Κύπρου) Ο
ΑΡΧΙΓΡΑΜΜΑΤΕΥΣ
Ἱερομόναχος Ἀμφιλόχιος Ταμπουρᾶς» Ἡ ἀνωτέρω Ἱεροσυνοδική ἀπόφασις δέον ὅπως ὑποβληθῆ νομίμως μετά τῶν προτάσεων εἰς τό Πολυμελές Πρωτοδικεῖον καί ληφθῆ ὑπ' ὄψιν ὑπό τοῦ Δικαστηρίου». ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΜΠΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ: Ἐπί δημοσιευμάτων τοῦ Περιοδικοῦ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΠΑΤΕΡΙΚΟΝ ΣΑΛΠΙΣΜΑ» εἰς τά φύλλα 74 Ἰούλιος — Αὔγουστος 2008 καί 75 Σεπτέμβριος — Ὀκτώβριος 2008.(6) Ὁ εἰσηγητής κ. Ἀντώνιος Μάρκου μέ τήν συστηματικήν εἰσήγησίν του εἶπεν: Εἰς τό Περιοδικόν «Ὀρθόδοξον Πατερικόν Σάλπισμα», ἐπίσημον ὄργανον τῆς ὑπό τόν «Ἀρχιεπίσκοπον» κ. Μακάριον Καββακίδην Παλαιοημερολογιτικῆς ὁμάδος τοῦ εὐρύτερου Φλωρινικοῦ χώρου, ἐδημοσιεύθησαν δύο κείμενα ἀναφερόμενα εἰς τάς ἐξελίξεις εἰς τόν χῶρον τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας διεθνῶς, κατά τό παρελθόν ἔτος 2008. Συγκεκριμένως εἰς τά ὑπ' ἀρ. φύλ. 74 (σελ. 878-879) καί 75 (σελ. 906-908), γίνεται πικρόχολος ἀναφορά εἰς τήν ἕνωσιν τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν (Ἑλλάδος, Κύπρου, Ρουμανίας, Ρωσίας καί Κένυας), εἰς τάς χειροτονίας νέων Ἐπισκόπων καί εἰς τήν συγκρότησιν Ἱερᾶς Συνόδου Πανορθοδόξου ἐμβελείας. Τό πρῶτον κείμενον, φέρει τόν τίτλον «Ἐσωτερική σύγκρουσις καί αὐτοαναίρεσις σημαντικῆς πράξεως «Μητροπολιτικῆς Ἱερᾶς Συνόδου» (φ. Ἰουλίου — Αὐγούστου 2008, σελ. 878-879 καί 883). Τό δεύτερον κείμενον, ὑπογραφόμενον ἀπό τόν «Προϊστάμενον τῆς ἐν Ρουμανία Ἐξαρχίας, Πρεσβύτερον Ἄνθιμον Μπισίρ», εἶναι ἐπιστολή τοῦ τελευταίου σχετική μέ τούς Σεβ. Ἐπισκόπους κ.κ. Κασσιανόν καί Γερόντιον τῆς ἐν Ρουμανία Τοπικῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (φ. Σεπτεμβρίου — Ὀκτωβρίου 2008, σελ. 906-908). Τῶν ἀνωτέρω δημοσιευμάτων ἐπελήφθη ἡ Ἱερά Σύνοδος τό ἑσπέρας τῆς Δευτέρας 3.2.2009, πρίν ἀπό τάς προγραμματισμένας ἐργασίας της. Κατ' αὐτήν ἐμελέτησεν τήν ἀρθρογραφίαν τοῦ Φλωρινικοῦ Περιοδικοῦ καί ἀφοῦ ἤκουσεν τόν ἐργασθέντα ἐπί τῶν δημοσιευμάτων κ. Ἀντώνιον Μάρκου, κατόπιν ἀντηλλάγησαν ἀπόψεις καί ἐδόθησαν περαιτέρω πληροφορίαι, κατά τήν συνεδρίαν δέ τῆς Τρίτης 4/17.2.2008, ὅτε ἐπανῆλθεν τό θέμα κατά τήν Η.Δ., ἀπεφασίσθη ὅπως κατ' ἀρχάς δημοσιευθῆ ἡ εἰσήγησις τοῦ κ. Ἀντωνίου Μάρκου. «Η
ΕΙΣΗΓΗΣΙΣ — ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ
Τά δημοσιεύματα εἰς τό
Φλωρινικόν Περιοδικόν «Ὀρθόδοξον Πατερικόν Σάλπισμα» (Α.Φ. 74 καί
75/2008) ἐπιχειροῦν νά ἀμφισβητήσουν τό δικαίωμα εἰς τόν Σεβ.
Μητροπολίτην Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Κήρυκον, ὡς μόνου Κανονικοῦ
καί Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, νά συγκροτήση
περί αὐτόν Ἱεράν Μητροπολιτικήν Σύνοδον. Ἐπίσης οἱ περί τόν κ. Μακάριον
πολύ περισσότερον δέ ὁ ἴδιος, φέρονται ὡς ἐνοχλημένοι διότι ἐπῆλθεν
Κανονικῶς καί Ὀρθοδόξως ἡ Ἕνωσις μετά τῆς ἐν Ρουμανία Γνησίας Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας καί ἐπιχειρεῖται ἀνόητος, καθ' ἡμᾶς, μῶμος καί ὡς πρός τήν
διαδικασίαν (ἀπό Κανονικῆς καί Ὀρθοδόξου ἀπόψεως) τῆς ἑνώσεως, ἐνῶ
καταφέρεται κατά τῶν Ἐπισκόπων αὐτῆς. Ὡς πρός τήν συγκρότησιν τῆς
Μητροπολιτικῆς Ἱερᾶς Συνόδου ὑπό τόν Σεβ/τον κ. Κήρυκον καί τάς
ἀποφάσεις της καί εἰδικώτερον ὅσον ἀφορᾶ εἰς τάς ἀποφάσεις της ἐπί τῶν
Ἐπισκόπων τῆς ἐν Ρουμανία Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῆς ἑνώσεως
αὐτῆς μετά τῆς ἐν Ἑλλάδι καί ἁπανταχοῦ Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
γράφεται σχετικῶς: «Τά ἀνωτέρω ἀποσπάσματα ἀνήκουν εἰς τήν ἀπό
1/14.4.2008 «πρᾶξιν — Ἐπισκόπου «Μεσογαίας» κ. Κηρύκου, εἰς τήν ὁποίαν
συμμετεῖχον ὁ ἴδιος καί τέσσαρες Ἱερεῖς». Καί εἰς τήν συνέχειαν: «Θέλει
Ὀρθόδοξον καί Κανονικήν ἐξέτασιν, κατά πόσον ἔχουν τήν ἐξουσίαν εἷς
Ἐπίσκοπος καί ὀλίγοι Ἱερεῖς νά ἀποφαίνωνται κυριαρχικῶς «ἐν Συνόδω»
περί τῆς ἐγκυρότητος ὁλοκλήρου σειρᾶς Ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν».τοῦ κ. Ἀντωνίου Μάρκου κατ' ἔγκρισιν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου: 1. ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΥΠΟ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΝ κ. ΚΗΡΥΚΟΝ Α. Ἡ Ἱερά Μητροπολιτική Σύνοδος ὡς ἐκκλησιαστικός θεσμός Ἄρα ἡ περί τόν Σεβ. κ. Κήρυκον Μητροπολιτική Ἱερά Σύνοδος, κατ' ἀκρίβειαν ὀνομάζεται Ἐπαρχιακή ἤ Χωρική καί ἀσφαλῶς δέν αὐτοορίζεται, ἐφ' ὅσον προβλέπεται ὡς θεσμός ἀπό τήν πράξιν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί πράγματι εἶναι τοιαύτη. Β. Ἁρμοδιότητες τῆς Ἐπαρχιακῆς ἤ Χωρικῆς (ἤ Μητροπολιτικῆς) Συνόδου Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Κήρυκος καί τό περί αὐτόν «μικρόν ποίμνιον» Κληρικῶν καί λαϊκῶν, μέσα εἰς ἕν πλῆθος «Ἐκκλησιῶν», «Συνόδων» καί μεμονωμένων «Ἐπισκόπων» καί ὁμάδων ἐν Ἑλλάδι, ἀντιποιουμένων τήν ἀπό τό 1924 Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος, πιστεύει, ὁμολογεῖ καί κηρύσσει ὅτι ἐκφράζει, ἐκπροσωπεῖ καί διακονεῖ ὄχι σχισματοαιρετικήν παράταξιν, ἀλλ' Αὐτήν Ταύτην τήν Μίαν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ὁμολογία αὐτή δέν προέκυψεν χθές, ἀλλά κηρύσσεται γραπτῶς καί προφορικῶς ὑπό τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπό τό 1924, 1935, 1937, 1948, 1995, ἀπό δέ τό 2005 ἤτοι, μετά καί τό τελευταῖον σχίσμα τῶν περί τόν «Ἀρχιεπίσκοπον» κ. Νικόλαον τέως ἐν Χριστῶ πατέρων καί ἀδελφῶν, καί ὑπό τοῦ Μητροπολίτου κ. Κηρύκου. Ἀποτελεῖ δέ ἰδιαιτέραν τιμήν διά τόν ἴδιον τό γεγονός, ὅτι κατ' αὐτήν τήν ἰδιαιτέρως κρίσιμον περίοδον (ἀπό τοῦ σχίσματος τῶν Νικολαϊτῶν, μέχρι τῆς ἀνασυγκροτήσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου), δέν διοίκησεν τήν ἐμπερίστατον Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος Δεσποτικῶς, ἀλλά Συνοδικῶς, μετά τῶν περί αὐτόν Κληρικῶν κ.λπ. Γ. Ἡ Σύνοδος τῆς 1/14.4.2008
Εἰς ὅτι ἀφορᾶ τήν Ἱεράν
Σύνοδον τῆς 1/14.4.2008, κατά τήν ὁποίαν ἐρυθμίσθη κατά Θεόν καί κατά
τήν πράξιν τῆς Ἐκκλησίας τό θέμα τῆς ἑνώσεως μετά τῶν Ἐπισκόπων τῆς ἐν
Ρουμανία Τοπικῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἤτοι, τούς κ.κ. Κασσιανόν
καί Γερόντιον, ὑποβαθμίζεται ὑπό τῶν συντακτῶν τῶν δύο ἄρθρων εἰς τό
προαναφερθέν περιοδικόν, καί μᾶλλον ἠθελημένως δέν λαμβάνεται οὐδόλως
ὑπ' ὄψιν τό γεγονός, ὅτι δέν πρόκειται περί Ἐπαρχιακῆς ἤ Χωρικῆς (ἤ
Μητροπολιτικῆς) Συνόδου, ἀλλ' ἤδη περί Διευρυμένης Ἱερᾶς Συνόδου εἰς
τήν Ὁποίαν συμμετεῖχον Κληρικοί ἐκπρόσωποι τεσσάρων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν,
ἤτοι, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐκπροσωπουμένης ὑπό τοῦ Σεβ.
Μητροπολίτου κ. Κηρύκου καί τούς περί αὐτόν Κληρικούς, ὡς καί τῶν
Ἐκκλησιῶν Κύπρου καί Ρωσίας, καθώς καί τῆς ἐντός τοῦ κλίματος τοῦ
πρεσβυγενοῦς Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας δραστηριοποιουμένης Ἱεραποστολῆς
εἰς τήν Κένυαν.Ἐπί τούτου δέν πρέπει νά διαφύγη τῆς προσοχῆς, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς πάλαι Ὀρθοδόξου Ρώμης ἀντιπροσωπεύθη εἰς Οἰκουμενικάς Συνόδους ὑπό ἁπλῶν Πρεσβυτέρων καί μάλιστα εἰς περιόδους ἀκμῆς, ὅταν ὑπῆρχον Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι (Πάπαι) καί πολλοί ἄλλοι Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι εἰς τήν Δύσιν. Τό ἴδιον, κατ' ἐπανάληψιν, συνέβη καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Κύπρου κατά τήν Τουρκοκρατίαν. Εἶναι χαρακτηριστικόν, ὅτι τό 1821, μέ τόν ἀπαγχονισμόν τοῦ Ἐθνομάρτυρος Ἀρχιεπισκόπου Κυπριανοῦ καί τῶν λοιπῶν τριῶν Μητροπολιτῶν (9-14 Ἰουλίου) καί τήν διαφυγήν εἰς τήν Ρώμην τοῦ Ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος Σπυρίδωνος, τήν διοίκησίν Της ἤσκησεν Σύνοδος Ἱερέων μέχρι τήν ἀνασυγκρότησιν τῆς Ἱεραρχίας (Δεκέμβριος 1821). Ἡ Κυπριακή Ἐκκλησία ἔμεινεν «ἀκέφαλος», χωρίς ὅμως νά παύση νά εἶναι αὐτοκέφαλος. Μάλιστα ὑπό τῆς Συνόδου τῶν Ἱερέων ἐξελέγησαν οἱ διάδοχοι τῶν σφαγιασθέντων Ἱεραρχῶν, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωακείμ καί οἱ Μητροπολῖται Πάφου Πανάρετος, Κιτίου Λεόντιος καί Κυρηνείας Δαμασκηνός, οἱ ὁποῖοι ἐχειροτονήθησαν ὑπό τριῶν Ἀρχιερέων τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας, μετακληθέντων πρός τοῦτο εἰς Κύπρον. Τό ἴδιον ἴσχυσεν καί μετά τήν ἀλλαγήν τοῦ Ἡμερολογίου (1924), ὅταν τό 1947 ἀπεβίωσεν ὁ μοναδικός Ἀρχιερεύς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῶν 37 ἡμερῶν, ὁ ἀπό Πάφου Λεόντιος Γ΄. Οἱ ἀσκοῦντες τήν διοίκησιν Κύπριοι Κληρικοί συνεκάλεσαν Σύνοδον μέ μετάκλησιν δύο Ἀρχιερέων τοῦ Πατριαρχείου ΚΠόλεως (τῶν Μητροπολιτῶν Περγάμου Ἀδαμαντίου καί Σάρδεων Μαξίμου), ὑπό τῆς ὁποίας ἀνεδείχθη Ἀρχιεπίσκοπος ὁ ἀπό Κυρηνείας Μακάριος Β΄·(7).· 2.
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΝ ΡΟΥΜΑΝΙΑ ΓΝΗΣΙΩΝ
ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ
Ἐπί τῆς οὐσίας τοῦ θέματος,
δηλαδή περί τῆς Κανονικῆς καταστάσεως (ψανονιψαλ στατωσ) καί Ὀρθοδοξίας
τῶν ὑπό τούς Σεβ. Ἐπισκόπους κ.κ. Κασσιανόν καί Γερόντιον Ρουμάνων
Γνησίων Ὀρθοδόξων, σημειώνομεν τά ἀκόλουθα:Α.
Ἐκκλησιολογικοῦ χαρακτῆρος τό
Σχίσμα
Εἶναι γνωστόν, ὅτι τήν
ἡμερολογιακήν ἀλλαγήν εἰς τήν Ρουμανίαν ἐπραγματοποίησεν ὁ Πριμάτος τῆς
Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας Μύρων Κριστέα, πρώην Οὐνίτης, ἀπό δέ τό 1925
πρῶτος Πατριάρχης τῆς Νεοημερολογιτικῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας. Εἶναι
ἐπίσης γνωστόν ὅτι εἰς τούς Ἱερομονάχους τῆς Σκήτης Ποκρώβ Γλυκέριον
Τανάσε καί Γαμαλιήλ Παπίλ, (τῆς Μονῆς Νεάμτς Μολδαβίας), ἀνήκει ἡ τιμή
τῆς πρώτης ἀντιδράσεως κατά τῆς καινοτομίας.εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ρουμανίας Ἡ συμπόρευσις τῶν δύο ὡς ἄνω ἀνδρῶν διεκόπη πρός τό τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 1930, διά λόγους Ἐκκλησιολογικούς — Ὁμολογιακούς, διότι ὁ μέν Ἱερομόναχος Γλυκέριος ἤρχισεν νά δέχεται, ὅτι ἡ ἐπίσημος «Ἐκκλησία» εἶναι μέν σχισματική, ἀλλά «ἀχώριστος τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»!, ὁ δέ Ἱερομόναχος Γαμαλιήλ συνέχισεν νά ὁμολογῆ καί κηρύσση ὅτι ἡ ἐπίσημος «Ἐκκλησία», τῆς Ρουμανίας στερηθεῖσα τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας, ἔχει χάσει καί τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν καί συνεπῶς εἶναι «ἐρημωμένη τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Κατά συνέπειαν εἰς πρακτικόν ἐπίπεδον, δηλαδή εἰς τόν τρόπον ἀποδοχῆς τῶν ἐπιστρεφόντων ἀπό τό Σχίσμα τοῦ Νέου Ἡμερολογίου, ὁ μέν ἱερομόναχος Γλυκέριος τούς ἐδέχετο διά Μύρου, ὁ δέ Ἱερομόναχος Γαμαλιήλ διά Βαπτίσματος. Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς τονίζεται ὅτι εἰς τήν ἐν τῆ πράξει «ἐπανάληψιν» τοῦ βαπτίσματος τῶν ἐκ τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ ἐπιστρεφόντων εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ρουμανίας, πέραν τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας, ἐλήφθη ὑπ' ὄψιν καί ὁ μή Ὀρθόδοξος τρόπος τελέσεως τοῦ Βαπτίσματος καί ἡ παρουσία μεταξύ τῶν Κληρικῶν τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ Πατριαρχείου Ρουμανίας δεκάδων πρώην Οὐνιτῶν Κληρικῶν. Εἰδικώτερον: Ι. Ὁ μή Ὀρθόδοξος τρόπος τελέσεως τοῦ
Βαπτίσματος
Εἰς τήν Ρουμανίαν κατά τήν
ἐπίμαχον περίοδον (τρίτη δεκαετία τοῦ 20οῦ αἰῶνος), εἰς μεγάλον βαθμόν,
δέν ἐτηρεῖτο ὁ Ὀρθόδοξος τρόπος Βαπτίσματος (τῶν τριῶν καταδύσεων καί
ἀναδύσεων), κατά δέ τό Μυστήριον τοῦ Χρίσματος δέν ἐχρησιμοποιεῖτο
Ἅγιον Μῦρον, ἀλλά κοινόν ἔλαιον. Αἱ καινοτομίαι αὗται προέκυψαν εἰς τήν
Ρουμανικήν Ἐκκλησίαν ἀφ' ἑνός λόγω τῆς γειτνιάσεως τῆς Ρουμανίας (καί
εἰς κάποιας περιπτώσεις κατοχῆς ἐδαφῶν της), τόσον ἀπό τήν
Ρωμαιοκαθολικήν Αὐστρο-Οὐγγαρίαν, ὅσον καί ἀπό τήν Ὀρθόδοξον Ρωσίαν,
ἀφ' ἑτέρου δέ λόγω τῆς ἐπιρροῆς τῶν Οὐνιτῶν.Εἰς τήν Αὐστρο-Οὐγγαρίαν ἦτο φυσικόν νά ἐπικρατῆ τό Παπικόν Ράντισμα, λόγω τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ὁμολογίας τῆς χώρας, εἰς τήν Ρωσίαν ὅμως εἶναι ἐλάχιστα γνωστόν εἰς τό ἑλληνόφωνον κοινόν, ὅτι ἀπό τό 1812 εἶχεν ἀπαγορευθεῖ τό Βάπτισμα τῶν τριῶν καταδύσεων καί ἀναδύσεων, ἀπό τόν Αὐτοκράτορα Ἀλέξανδρο Α΄ (1801-1825).·(8) Αἱ καινοτομίαι αὗται τῆς Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας (πρίν, ἀλλά καί μετά τήν ἡμερολογιακήν ἀλλαγήν τοῦ 1924), ἔχουν ἐπισημανθεῖ καί καταδικαστεῖ ἀπό ἐπιφανεῖς Ρουμάνους Λειτουργιολόγους Πανεπιστημιακούς Καθηγητές (καί μάλιστα Κληρικούς τοῦ Νεοημερολογιτικοῦ Πατριαρχείου Ρουμανίας), ὅπως τόν Πρωτοπρεσβύτερον Ενε Βρανιστε, Καθηγητήν τῆς Λειτουργικῆς ἐπί μίαν 50ετίαν, καί τόν μαθητήν του Πρωτοπρεσβύτερον, καθηγητήν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Σιμπίου.·(9) Ὁ Ἕλληνας πανεπιστημιακός Πρωτοπρεσβύτερος Κων. Καραϊσαρίδης, εἰδικός ἐπί τῶν Ρουμανικῶν θεμάτων, γράφει σχετικῶς: «Ἡ πιό ἀπαράδεκτη νότα διαδόσεως Λειτουργικῶν καινοτομιῶν Ρωμαιοκαθολικῆς προελεύσεως, εἶναι αὐτή τῆς τελέσεως τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος δι' ἐκχύσεως ὕδατος καί μόνο ἤ διά ραντισμοῦ. Δυστυχῶς, ἀπό μεγάλη ἄγνοια τῆς ἀληθινῆς σημασίας τοῦ Βαπτίσματος, πού εἶναι θάνατος καί ἀνάσταση ἐν Χριστῶ (Ρωμ. 6, 3-6), κατά παράβαση τῶν πιό σημαντικῶν ἀρχῶν (50ός Ἀποστολικός Κανόνας), μερικοί Ἱερεῖς τελοῦν τό Βάπτισμα μέ τίς πιό πάνω ἀντορθόδοξες πρακτικές… Ἀλλά, ἔχουμε καί μεγαλύτερη παράβαση στό Μυστήριο τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, ἀφοῦ σέ μερικές περιπτώσεις πραγματοποιεῖται ἡ ἱερουργία τοῦ Ἁγίου Χρίσματος μέ ἐλαιόλαδο καί ὄχι Ἅγιο Μῦρο». (Κων. Καραϊσαρίδη, «Τά ἰδιάζοντα Λειτουργικά στοιχεῖα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας», 1995, σελ. 33 καί 34). ΙΙ. Οἱ Οὐνῖται τῆς Ρουμανίας
Ἕνας ἄλλος σοβαρός λόγος, ὁ
ὁποῖος ἠνάγκασεν τούς περί τόν Ἱερομόναχον Γαμαλιήλ Γνησίους Ὀρθοδόξους
νά ἐπαναλαμβάνουν τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, ἀφορᾶ τούς Οὐνίτες
Κληρικούς τῆς Ρουμανίας, οἱ ὁποῖοι κατά καιρούς εἶχον προσχωρήσει εἰς
τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.Αἱ Παραδουνάβειοι Ἡγεμονίαι (σημερινή Ρουμανία) εἶχον ἀπ' ἀρχῆς, ἤδη ἀπό τήν Ἑνωτικήν Σύνοδον τῆς Βρέστης (1596), ἡ ὁποία ἐδημιούργησεν τήν Οὐνίαν, μεγάλον ἀριθμόν Οὐνιτῶν, ἄλλως Ἑλληνοκαθολικῶν. Τό 1597 μεγάλος ἀριθμός Ρουμάνων Ὀρθοδόξων μετεστράφησαν πρός τόν Οὐνιτισμόν, λόγω τῆς δραστηριότητος τοῦ Ἰησουίτη Baranyi. Τό ἑπόμενον ἔτος 1598 ὁ Μητροπολίτης Ἀθανάσιος Angel Popa, ἐδημοσίευσεν εἰς τήν Τρανσυλβανίαν μίαν Ὁμολογίαν Πίστεως μέ τήν ὁποίαν μεγάλος ἀριθμός Ὀρθοδόξων τῆς ἡγεμονίας αὐτῆς προσεχώρησαν εἰς τόν Ρωμαιοκαθολικισμόν. Κατά τοῦ Λατινόφρονος Ποπα ἀγωνίσθηκε εἰς τήν Ρουμανίαν ὁ Ὀρθόδοξος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Δοσίθεος ὁ Νοταρᾶς (1707). Ἀπό τότε καί μέχρι τό 1924, πολλοί Οὐνῖται κληρικοί ἐνετάχθησαν εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ρουμανίας, χωρίς νά τηρηθῆ ἡ Κανονική διαδικασία, χωρίς δηλαδή νά ἐπαναληφθῆ τό ἀτελές (ἄκυρον) Βάπτισμά των, ἀλλά καί νά δεχθοῦν Κανονικήν χειροτονίαν, ἀλλ' ἁπλῶς μόνον ἀλλάζοντες ἐπισκοπικήν δικαιοδοσίαν. Μάλιστα ἔφθασαν κάποιοι ἀπό αὐτούς τούς «πρώην» Οὐνίτες κληρικούς, καί εἰς ὑψηλά ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα, ὅπως ὁ Πριμάτος Μύρων Κριστέα, ὁ ὁποῖος ἐπέβαλεν εἰς τήν Ρουμανίαν τήν Ἡμερολογιακήν Καινοτομίαν. Ἡ ἔνταξις Οὐνιτῶν εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν δέν πρέπει νά ἀποδοθῆ τόσον εἰς λόγους Πίστεως, ἀλλά εἰς πολιτικάς ἤ ἄλλας σκοπιμότητας καί πάντως ὑπό πίεσιν καί βίαν κρατικήν. Ὁ Ἐπίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ (τοῦ Πατριαρχείου ΚΠόλεως, Καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ὀξφόρδης), γράφει σχετικῶς μέ τήν βιαίαν ὑπαγωγήν τῶν Οὐνιτῶν τῆς Ρουμανίας εἰς τό Νεοημερολογιτικόν Πατριαρχεῖον: «Μέχρι τό 1948 ἡ Ρουμανία περιλαμβάνει ἕναν μεγάλο ἀριθμό Ἑλληνοκαθολικῶν, περίπου 1.500.000. Ἀλλά τό ἴδιο ἔτος ὑποχρεώθηκαν, ὅπως καί οἱ ἀδελφοί καί ἀδελφές τους στήν Οὐκρανία, νά ἑνωθοῦν μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία… (Προηγουμένως) τό 1596 μέ τήν Ἕνωση τῆς Βρέστης καί πού ἀριθμεῖ σήμερα γύρω στά 3.500.000 μέλη — ἐνσωματώθηκε μέ τήν βία στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας καί ἔπαψε νά ὑπάρχει… Ἐξ αἰτίας τῆς ἄμεσης καταπίεσης καί τῆς ἀστυνομικῆς τρομοκρατίας, πολλοί Κληρικοί καί λαϊκοί ἀναγκάστηκαν νά συμμορφωθοῦν ἐξωτερικά μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, παραμένοντας ὅμως Καθολικοί στίς πεποιθήσεις». (Ἐπισκόπου Καλλίστου Ware, «Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία», 1996, σελ. 264). Ἡ ἕνωσις αὐτή ἔγινε μετά ἀπό συμφωνίαν τῆς Κομμουνιστικῆς Κυβερνήσεως τῆς Ρουμανίας καί τοῦ Βατικανοῦ, οἱ δέ Οὐνῖται, οἱ ὁποῖοι ὑπήχθησαν εἰς τό Πατριαρχεῖον Ρουμανίας, ἦσαν συγκροτημένοι εἰς μίαν Μητρόπολιν καί δύο Ἐπισκοπάς. Μετά τήν πτῶσιν τοῦ Καθεστῶτος Τσαουσέσκου, τό 1990, οἱ Οὐνῖται τῆς Ρουμανίας ὑπήχθησαν πάλιν εἰς τόν Ρουμανοκαθολικισμόν. ΙΙΙ. Ἡ πρόκρισις τῆς ἐπαναλήψεως τοῦ
Βαπτίσματος
Ἐνώπιον αὐτῆς τῆς καταστάσεως,
δηλαδή, τῆς μή τηρήσεως τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου Βαπτίσματος, τῆς χρήσεως
κοινοῦ ἐλαίου κατά τό Μυστήριον τοῦ Χρίσματος καί τῆς ὑπάρξεως εἰς τάς
τάξεις τοῦ Κλήρου πρ. Οὐνιτῶν κληρικῶν, τῶν ὁποίων τόσον τό βάπτισμα,
ὅσον καί ἡ ἱερωσύνη δέν εἶχον ἀποκαταστασθεῖ, ὁ Ὁμολογητής τῆς Γνησίας
Ὀρθοδοξίας ἐν Ρουμανία, Ἱερομόναχος Γαμαλιήλ καί οἱ λοιποί Ρουμάνοι
Πατέρες, προέκριναν τήν ἀκρίβειαν ἔναντι τῆς οἰκονομίας καί ἔκτοτε
ὅσους ἐπιστρέφουν ἀπό τό σχίσμα τοῦ Νέου Ἡμερολογίου εἰς τήν Γνησίαν
Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τούς δέχονται διά Βαπτίσματος.Εἶναι χαρακτηριστικόν ὅτι παρομοίαν πρακτικήν ἔχουν υἱοθετήσει, ἤδη ἀπό τό 1927, (ἔτος Σοβιετοποιήσεως τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας) καί ἐπιφανεῖς Ἐπίσκοποι τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν, ὅπως οἱ Ἱερομάρτυρες Ἐπίσκοποι Μακάριος τοῦ Δνεπροπετρόβσκ καί Ἰλλαρίων τοῦ Πόρετς (ἐκτελέστηκαν τό 1937), ἐπανελάμβανον τά Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Γάμου τῶν ἐπιστρεφόντων ἐκ τοῦ Σεργιανισμοῦ εἰς τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῶν Κατακομβῶν. Τέλος ὁ Κατακομβίτης Ἐπίσκοπος Ἀντώνιος (Galynsky — Michailovsky, 1976), εἰς τούς ἐπεστρέφοντας ἐκ τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας εἰς τήν δικαιοδοσίαν του ἐπαναλάμβανεν τό Βάπτισμα, ἐάν εἶχον «βαπτισθεῖ» μέ ράντισμα. Τήν πρακτικήν αὐτήν εὗρεν εἰς τήν Ρωσίαν καί ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Κήρυκος, ὅταν διά πρώτην φοράν τό 1995 μετέβη ὡς Ἔξαρχος εἰς τάς ὑπαγομένας εἰς τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος Κοινότητας τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν. Τέλος ἡ πρακτική αὐτή εἶναι σύμφωνος καί μέ τήν σχετικήν ἀπόφασιν τοῦ ἔτους 1983 τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐπί Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέου, ἡ ὁποία προβλέπει ἐπανάληψιν τοῦ Βαπτίσματος διά τάς περιπτώσεις ἐκείνας, κατά τάς ὁποίας δέν ἔχει τηρηθεῖ ὁ Ὀρθόδοξος τύπος. Β. Ποία ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας Ἐξετάζοντες ἀμερολήπτως τά στοιχεῖα τῆς ὑποθέσεως (τά ὁποῖα, ἰδιαιτέρως ἐπισημαίνεται, κυρίως καί ἀρχικῶς ἔθεσεν εἰς τήν διάθεσίν μας ὁ κ. Φλωριανός Μπισίρ, τό 1999-2000), χωρίς νά ἀμφισβητοῦμεν τούς ἀγῶνας, τάς θυσίας, τούς διωγμούς, τά αἴματα καί τούς νεκρούς τῶν περί τόν Ἱερομόναχον Γλυκέριον πιστῶν, ἀλλά καί τόν ἐνάρετον βίον τοῦ ἰδίου, πρέπει ὅμως νά εἴπωμεν ὅτι, ἤδη ἀπό τό ἔτος 1955 καί κυρίως ἀπό τό 1979, ὁ ἴδιος ὁ Γλυκέριος καί οἱ περί αὐτόν ἐξετέθησαν καί παραμένουν σοβαρῶς ἐκτεθειμένοι καί ἔκπτωτοι ἐκ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ι. Ἡ προέλευσις τῶν Ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν των Παρά τό ὅτι εἰς τήν περίπτωσιν τοῦ Ἐπισκόπου Γαλακτίωνος δέν ὑπῆρχεν εἰς τήν Ρουμανίαν δεύτερος Ἀρχιερεύς διά νά πραγματοποιήση τήν χειροθεσίαν, γεγονός παραμένει ὅτι ἡ συγκεκριμένη Ἱεραρχία τῆς Σλατιοάρας ἕλκει τήν διαδοχήν ἀπό ἕναν νεοημερολογίτην, δεδομένου ὅτι προσεχώρησεν εἰς τό παλαιόν ἐπί τῆ βάσει τῆς «ὁμολογίας περί δυνάμει Νεοημερολογιτικοῦ σχίσματος»!.. ΙΙ. Ἡ κοινωνία μέ τούς Ἐνισταμένους
Τό ἔτος 1979 αὐτή ἡ σχισματική
παλαιοημερολογιτική Ἱεραρχία τῆς Σλατιοάρας ἠνώθη μετά τῆς ἄρτι
προελθούσης σχισματικῆς Φλωρινικῆς Παλαιοημερολογιτικῆς Ὁμάδος τῶν
Καλλιστικῶν, οἱ ὁποῖοι «ἀναγνώρισαν» τάς χειροτονίας τοῦ Ἐπισκόπου
Γαλακτίωνος! Ἡ ἕνωσις αὐτή προέκυψεν ἐπειδή ἀπό τό 1977 εἶχε συνδεθεῖ
μαζί της ὁ ἀρχιμανδρίτης Κυπριανός Κουτσούμπας, ὁ ὁποῖος τό 1979
ἐχειροτονήθη «Μητροπολίτης Ὡρωποῦ καί Φυλῆς» ὑπό τῆς νέας Φλωρινικῆς
ὑποπαρατάξεως τῶν Καλλιστικῶν. Τό 1985 ὅταν, ὁ κ. Κυπριανός,
ἐδημιούργησεν τήν ἀνεξάρτητον ἰδικήν του «Ἱεράν Σύνοδον τῶν
Ἐνισταμένων», ἡ Ἱεραρχία τῆς Σλατιοάρας συνέχισεν τήν κοινωνίαν μαζί
του, τόσον ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ «Μητροπολίτου» Σιλβέστρου (1985-1992),
ὅσον καί ἐπί τοῦ σημερινοῦ «Μητροπολίτου» κ. Βλασίου (1992 κ. ἐξ.).Εἰς τό σημεῖον αὐτό δέν πρέπει νά ἀγνοηθῆ, ὅτι κατά ἀσφαλεῖς πληροφορίας ὁ κ. Βλάσιος εἶχεν ζητήσει ἀπό τόν προσφάτως ἀποθανόντα «Πατριάρχην Μόσχας» Ἀλέξιο Β΄ νά τόν ἀναγνωρίση ὡς Παλαιοημερολογίτην Πατριάρχην Ρουμανίας!.. ΙΙΙ. Οἱ περί τόν Ἱερομόναχον Γαμαλιήλ
μέχρι τό 1966
Κρίνοντες τήν πορείαν τοῦ
μικροῦ πλήν πιστοῦ ὀρθοδόξου λείμματος τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
τῆς Ρουμανίας ὑπό τόν Ἱερομόναχον Γαμαλιήλ, μέχρι τό ἔτος 1966, ὁπότε
προσεχώρησεν ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ Λέου, ὀφείλομεν νά τούς ἀναγνωρίσωμεν
συνέπειαν ἐπί τῆς Ὁμολογίας των. Πέραν τῆς γνωστῆς διαφορᾶς των εἰς τόν
τρόπον ἀποδοχῆς τῶν Νεοημερολογιτῶν, δέν ἀνεγνώρισαν τήν Ἱεραρχίαν τῆς
Σλατιοάρας, διότι προήρχετο ἀπό τόν Νεοημερολογίτην Ἐπίσκοπον
Γαλακτίωνα. Τό πιστόν λεῖμμα τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὑπό τόν
Ἱερομόναχον Γαμαλιήλ, παρέμεινεν ἄνευ Ἐπισκόπων μέχρι καί τήν δεκαετίαν
τοῦ 1960, ἐνῶ εἶχον ἀποβιώσει καί ὅλοι σχεδόν οἱ Κληρικοί καί ὑπῆρχεν
ἀδήριτος ἀνάγκη διά τήν χειροτονίαν νέων κληρικῶν!..ΙV. Ἡ «μεταστροφή» τοῦ κ. Φλωριανοῦ
Μπισίρ
Ἀτυχῶς τά στοιχεῖα τῶν
κειμένων τοῦ Περιοδικοῦ «Ὀρθόδοξον Πατερικόν Σάλπισμα» σχετικῶς μέ τόν
Ἐπίσκοπον Βίκτωρα ἐλέγχονται ὡς ἀνακριβῆ. Θά προεκάλει ἔκπληξιν ἡ
μεταστροφή τοῦ κ. Φλωριανοῦ Μπισίρ σχετικῶς μέ τόν Ἐπίσκοπο Βίκτωρα ἐφ'
ὅσον τά στοιχεῖα πού ἔθεσεν εἰς τήν διάθεσίν μας τό 1999-2000, δέν
ἔχουν καμμίαν σχέσιν μέ αὐτά τά ὁποῖα ἀναφέρει εἰς τήν δημοσιευόμενην
ἐπιστολήν του ἄν δέν ἦτο γνωστή μία λεπτομέρεια: Ὅταν τό 2001 ὁ κ.
Μπισίρ ἐπισκέφθη τήν Ἑλλάδα καί τόν Σεβ. Μητροπολίτην κ. Κήρυκον, εἶχε
εἰς τήν βαλίτσα του καί τά… ἱερατικά, θεωρῶντας τήν χειροτονία του ἀπό
τόν Σεβ. Κήρυκο ὡς δεδομένην. Ἀσφαλῶς, ἄν κατά τήν ἰδίαν ἀκριβῶς
περίοδον, δέν εἶχε προδοθεῖ ἡ Ἱεραποστολή εἰς τήν Ρουμανίαν ἀπό τούς
ἐγκαθέτους τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἐντός τῆς ὑπό τόν
Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέα Ἱερᾶς Συνόδου, εἶχεν δέ ἐπιτευχθεῖ καί ἡ ἕνωσις
μετά τοῦ Ρουμάνου Ἐπισκόπου Κοσμᾶ Λάστουν, ἡ ἐξέλιξις τῶν πραγμάτων θά
ἦτο διαφορετική, ἐνῶ ὁ κ. Μπισίρ δέν θά ὑπεστήριζεν αὐτά, τά ὁποῖα
σήμερον ἰσχυρίζεται.ὅσον ἀφορᾶ εἰς τόν Ἐπίσκοπον Βίκτωρα Λέου V. Ἡ χειροτονία τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος
Λέου
Σύμφωνα μέ τά ὑπάρχοντα
στοιχεῖα ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ Λέου ὡς Πρεσβύτερος, ὑπῆρξεν Κληρικός τῆς
Νεοημερολογιτικῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας, ὁ ὁποῖος διέφυγεν εἰς τήν
Δύσιν, μή δεχόμενος τό κομμουνιστικόν καθεστώς τῆς χώρας του.Ἡ χειροτονία του εἰς Ἐπίσκοπον τό 1949, εἰς τό Μόναχον τῆς Γερμανίας, ἔγινεν ἀπό (Παλαιοημερολογίτας) Ἀρχιερεῖς αὐτονόμων ἐκκλησιαστικῶν δικαιοδοσιῶν, αἱ ὁποῖαι ἐδημιουργήθησαν εἰς δημοκρατίας τῆς τότε Σοβιετικῆς Ἑνώσεως, μετά τήν κατάληψίν των (ἄλλως ἀπελευθέρωσιν ἀπό τόν Σταλινικόν ζυγόν) ἀπό τά Γερμανικά στρατεύματα, κατά τόν Β΄ Παγκόσμιον Πόλεμον. Οἱ Ἐπίσκοποι αὐτοί δέν εἶχον κοινωνίαν μέ καμμίαν τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν τῆς λεγομένης «ἐπισήμου Ὀρθοδοξίας», διότι αἱ αὐτόνομοι αὗται δικαιοδοσίαι δέν ἀναγνωρίσθησαν ἀπό καμμίαν τοπικήν Ἐκκλησίαν. Μάλιστα δέν εἶχον κοινωνίαν οὔτε μέ τήν ὑπό τόν Μητροπολίτην Ἀναστάσιον Ρωσικήν Διασποράν, διότι ἡ Ρωσική Διασπορά ἦτο εἰς κοινωνίαν μέ ὅλας τάς λεγομένας ἐπισήμους Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας καί ἀπό τό 1965 καί μετά μέ τά Πατριαρχεῖα Ἱεροσολύμων καί Σερβίας. Αἱ δικαιοδοσίαι αὗται ἐδραστηριοποιήθησαν, διά μικρότερον τῆς δεκαετίας διάστημα, μετά δέ τήν ἀνακατάληψιν τῶν χωρῶν των ὑπό τῶν Σοβιετικῶν διελύθησαν, «κατέβηκαν» εἰς τάς Κατακόμβας ἤ συνεχωνεύθησαν μέ ἄλλας δικαιοδοσίας. Εἶναι χαρακτηριστικαί αἱ περιπτώσεις τῶν Κατακομβιτῶν Ἐπισκόπων Ἀντωνίου Abashidze (1952) καί Θεοδοσίου Bakhmetev (1986). Ὁ πρῶτος ἀρχικῶς ἀντετάχθη εἰς τό αὐτοκέφαλον τῆς Οὐκρανίας, τό 1941 ὅμως, μέ τήν εἰσβολήν τῶν Γερμανῶν προέβη μαζί μέ ἄλλους Ἀρχιερεῖς, (τόν Ἐπίσκοπον Παντελεήμονα Ρωδικ, τόν Κατακομβίτην Ἐπίσκοπον Ἠλίαν καί τόν Ἐπίσκοπον Μακάριον), εἰς τήν δημιουργίαν ἀνεξαρτήτου ἀπό τό Σεργιανιστικόν Πατριαρχεῖον Μόσχας Ἐκκλησίας εἰς τήν Οὐκρανίαν καί ἐχειροτόνησεν Ἐπισκόπους, ὅπως τόν Θεοδόσιο Βακημετεθ. Ὁ δεύτερος τό 1940 ἐγκατεστάθη εἰς τήν Λευκορωσίαν, ὅπου ἔγινε Ἡγούμενος Μονῆς τῆς Αὐτονόμου Λευκορωσικῆς Ἐκκλησίας καί Ἀρχιμανδρίτης. Τό 1942 ἐχειροτονήθη Ἐπίσκοπος Πίνσκ, εἰς τήν Λαύραν τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, ἀπό Ἱεράρχες τῆς Αὐτονόμου Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, τόν Ἀντώνιον Αβασηιδζε, τόν Παντελεήμονα Ρωβικ, τόν Κατακομβίτην Ἐπίσκοπον Ἠλίαν καί τόν Ἐπίσκοπον Μακάριον. Μετά τήν ἀποχώρησιν τῶν Γερμανῶν αἱ αὐτόνομοι δικαιοδοσίαι σταδιακῶς διελύθησαν καί οἱ Ἐπίσκοποι αὐτοί ἡνώθησαν μέ τήν ὑπό τόν Μητροπολίτην Ἀναστάσιον Ρωσικήν Ἐκκλησίαν τῆς Διασπορᾶς (ὁ Ἐπίσκοπος Θεοδόσιος ἐμνημόνευεν μέχρι τόν θάνατόν του τόν Μητροπολίτην Φιλάρετον). Εἶναι ἄξιον σημειώσεως, ὅτι μεταξύ τῶν Ἐπισκόπων τῶν αὐτονόμων ἐκείνων δικαιοδοσιῶν (συγκεκριμένως τῆς Οὐκρανικῆς), ἦτο καί ὁ ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Χιλῆς Λεόντιος Φιλίπποβιτς, ὁ ὁποῖος φέρεται ὅτι συνέπραξεν τό 1962 μέ τόν Ἀκάκιον Παππᾶν εἰς τήν χειροτονίαν τῶν Φλωρινικῶν. Ἡ χειροτονία τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος τό 1949 χαρακτηρίζεται ἀπό τόν κ. Μπισίρ ὡς σιμωνιακή, διότι δῆθεν οἱ χειροτονήσαντες Ἀρχιερεῖς πληρώθηκαν ἀπό κάτι ἀντίστοιχο τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν. Πρόκειται περί ἀνακριβείας. Οἱ χειροτονήσαντες Ἀρχιερεῖς τόν Πρεσβύτερον Βίκτωρα εἰς Ἐπίσκοπον, ἔπραξαν τοῦτο διότι ἤλπιζον εἰς τήν δημιουργίαν μιᾶς ἀντικομμουνιστικῆς Ρουμανικῆς δικαιοδοσίας, ἀντιστοίχου τῆς Οὐκρανικῆς καί Λευκορωσικῆς τάς ὁποίας ἐξεπροσώπουν. Περαιτέρω ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ ἐχειροτονήθη ἀπό Ἐπισκόπους «ἐν τόπω καί χρόνω Παλαιοημερολογίτας», οἱ ὁποῖοι δέν εἶχον κοινωνίαν μέ καμμίαν ἐπίσημον τοπικήν Ἐκκλησίαν. Εἰς τήν γραμματεία τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς ἀσφαλῶς δέν ὑπάρχουν ἔγγραφα διά τήν χειροτονίαν αὐτήν, διότι οἱ Ἀρχιερεῖς οἱ ὁποῖοι τήν ἐτέλεσαν δέν ἦσαν μέλη της. VΙ. Ἡ δραστηριότης τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος
εἰς τήν Ρουμανίαν
Ὁ κ. Μπισίρ ἰσχυρίζεται, ὅτι ὁ
Ἐπίσκοπος Βίκτωρ μετά τήν ἀποφυλάκισίν του ἔζη εἰς τό Βουκουρέστι
πάμπτωχος καί εἰς αὐτή τήν κατάστασιν τόν ἐπλησίασαν, οἱ
«Παλαιοημερολογῖται τῆς νοτίου Μολδαβίας». Τό ἀληθές εἶναι ὅτι ὁ
Ἐπίσκοπος Βίκτωρ, μετά τήν ἀποφυλάκισίν του, ἔζη ὑπό καθεστώς κατ'
οἶκον περιορισμοῦ καί μέ μεγάλην δυσκολίαν ἐπεσκέφθη τήν Μονήν
Σλατιοάρας, ὅπου συνηντήθη μέ τόν Μητροπολίτην Γλυκέριον καί τούς
λοιπούς Ἀρχιερεῖς, ἀπό τούς ὁποίους ἔγινε δεκτός ὡς Ἐπίσκοπος. Μέ τόν
Μητροπολίτην Γλυκέριον ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ διέκοψεν κάθε σχέσιν, ὅταν
ἐπληροφορήθη ὅτι τάς χειροτονίας τοῦ 1955 εἶχε τελέσει ὁ
νεοημερολογίτης Ἐπίσκοπος Γαλακτίων.Κατόπιν ὅλων αὐτῶν, ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ ἔγινεν δεκτός ἀπό τούς «Παλαιοημερολογίτας τῆς νοτίου Μολδαβίας», κατόπιν τῆς ὀρθοδόξου Ὁμολογίας του ἐπί τῆς Ἐκκλησιολογίας, καί μέ δεδομένην τήν ἐπισκοπικήν του χειροτονίαν ὑπό Ἐπισκόπων τῆς ἰδίας Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας. Τό θέμα αὐτό τῆς χειροτονίας τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος Λέου κατά τό ἔτος 1949, ἐξητάσθη κατά τήν διευρυμένην Σύνοδον τῆς 1/14.2.2008 ὑπό τόν Σεβ. Μητροπολίτην κ. Κήρυκον, ἡ ὁποία καί κατέληξεν εἰς ἀπόφασιν τήν ὁποίαν ἐπαναδημοσιεύομεν εἰς τό κύριον καί οὐσιαστικόν μέρος αὐτῆς, διότι ἠγνοήθη ὑπό τῶν ἐπιστολογράφων καί τοῦ ἐν λόγω περιοδικοῦ. «…Ἐπί τοῦ ἐν λόγω θέματος καί μέ βάσιν τάς ἱστορικάς πηγάς καί τάς διαβεβαιώσεις τῆς ὑπό τόν Σεβ/τον κ. Γερόντιον Ἐξαρχίας, καί ὑπό τό φῶς τῆς Ὁμολογίας — Ἐκκλησιολογίας, ἐξητάσθη καί ἡ Ἀποστολική Διαδοχή τῶν τριῶν Ἀρχιερέων, οἱ ὁποῖοι κατά τό 1949 ἐν Μονάχω τῆς Γερμανίας, ἐχειροτόνησαν εἰς Ἐπίσκοπον τόν Ἱερέα Βασίλειον Λέου, ἤδη λαβόντα τό μοναχικόν σχῆμα καί μετωνομασθέντα εἰς Βίκτωρα. Ἐπ' αὐτοῦ προέκυψεν ὅτι οἱ Ἀρχιερεῖς Σεραφείμ, Στέφανος καί Φίλιππος, (οἱ ὁποῖοι τό 1949 ἐχειροτόνησαν εἰς Ἐπίσκοπον τόν Βίκτωρα), ἦσαν παλαιοημερολογῖται ἐν τόπω καί χρόνω, χωρίς ἀπό τά μέχρι σήμερον ὑπάρχοντα ντοκουμέντα νά προκύπτη σαφῶς, ἐάν εἶχον καί ἐκήρυσσον, καί πρό καί μετά τήν χειροτονίαν, τήν ἀπολύτως καθαράν Ὁμολογίαν — Ἐκκλησιολογίαν. Ἐπ' αὐτοῦ ἐλήφθησαν ὑπ' ὄψιν, ὅσα ἐν τῆ εἰρημένη ΑΠΟΦΑΝΣΕΙ διετυπώθησαν, ὡς καί ἡ σχετική διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, ὅστις ἀποφαίνεται: «Ἐκζητήσωμεν τοίνυν καί πολυπραγμονήσωμεν, παρ' οὗ ὀφείλομεν κοινωνῆσαι, εἰ τήν πίστιν ὁμολογοίη ὀρθήν, εἰ μή χρήμασι κεχειροτόνηται, εἰ μή τι ἄλλο τῶν κατά τόν βίον αὐτοῦ ὑποπτευομένων καί ἠκουσμένων σφαλερῶν ἀληθές. Εἰ δέ ὅτι τήν χειροτονίαν καταγομένην ἔχει ἀπό τοῦ δεῖνος, εἴτε ἐξ αἱρετικοῦ εἴτε ἐκ χρηματοχειροτονήτου, αὐτός δέ οὔτε αἱρετικός οὔτε ἐν γνώσει ἐκ χρηματολήπτου εἴτουν Σιμωνιακοῦ κεχειροτονημένος, ὁμολογοίη δέ ὅμως τήν πᾶσαν ἀλήθειαν, τήν τε πίστιν φυλάττειν καί τούς κανόνας ἀπαρατρώτους, τούς τε κατ' ἀμφότερα παρατετραμμένους ἀποβαλλόμενος, οὐδείς ἡμῖν λόγος ἀποχῆς πρός αὐτόν· ἀκατάγνωστος γάρ ὁ τοιοῦτος κατά τούς προδεδηλωμένους ἁγίους, καί δι' αὐτῶν κατά πάντας». Κατόπιν τούτων ἐπικαλεσθέντες τήν Χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἐμελετήσαμεν περαιτέρω μετά προσοχῆς καί συνέσεως τό θέμα, μέ σαφές τό δεδομένον ὅτι ἐργαζόμεθα διά τήν ἕνωσιν οὐχί μετά προσώπου τινός ἤ προσώπων, ἀλλά μετά μιᾶς τοπικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐν προκειμένω μετά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας, ἡ Ὁποία παραμείνασα ἀπολύτως Ὀρθόδοξος, διεφύλαξεν ἀπό τό 1924 ΑΚΑΙΝΟΤΟΜΗΤΟΝ ΕΝ ΠΑΣΙ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΝ, διό ἡ Μητροπολιτική Ἱερά Σύνοδος, ὁμοφώνως ΑΠΕΚΛΕΙΣΕΝ οἱανδήποτε ἄλλην ἀντιμετώπισιν τοῦ θέματος τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος καί τῶν διαδόχων του, μέχρι καί τῶν Ἐπισκόπων κ.κ. Κασσιανοῦ καί Γεροντίου, ἤτοι ἀπέκλεισεν τό ἐνδεχόμενον χειροθεσίας ἐπ' αὐτῶν, διότι αὕτη (ἡ χειροθεσία) ἀφορᾶ τούς (κακοδόξους) σχισματικούς. Ἐν προκειμένω, λαμβάνοντες σοβαρῶς ὑπ' ὄψιν καί τό γεγονός, ὅτι ἐν τῆ Ὀρθοδοξία, ἡ Ἱερά Σύνοδος, ὡς θεῖος θεσμός (ὄργανον), κατευθυνομένη ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὑπό τό φῶς τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας — Ἐκκλησιολογίας τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας, δύναται δι' Ἀποφάσεώς Της, νά προσεπικυρώση καί ἀναγνωρίση τάς ἐν λόγω χειροτονίας. ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΜΕΝ:
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΜΕΝ τήν ἐν ἔτει 1949
χειροτονίαν τοῦ πρώτου Ἐπισκόπου τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς
Ρουμανίας, Βίκτωρος Λέου, ἀπό τήν ὁποίαν (χειροτονίαν) ἔχει σήμερον τήν
Ἀποστολικήν Διαδοχήν ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας. Ὡσαύτως
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΜΕΝ καί τήν ἐν τόπω καί χρόνω, ἤτοι, λόγω τοῦ διωγμοῦ καί μή
ὑπάρχοντος ἑτέρου Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου, καθ' ὑπέρβασιν τῆς Κανονικῆς
τάξεως ὑπό μόνου τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος Λέου, χειροτονίαν εἰς Ἐπίσκοπον
τοῦ ἁγιορείτου Ἱερομονάχου Νήφωνος, (1967), καθώς καί τάς ἐν συνεχεία
ὑπό τοῦ Ἐπισκόπου Νήφωνος, μέ τό σύμψηφον τοῦ Ἐπισκόπου Βίκτωρος,
τελεσθείσας χειροτονίας τῶν Σεβ/των Ἐπισκόπων Κλήμεντος, Κασσιανοῦ καί
Γεροντίου, ὡς Κανονικάς, Ὀρθοδόξους καί Ἐγκύρους. Ὅθεν τήν
ἐκκλησιαστικήν ἕνωσιν καί κοινωνίαν ἐν τῶ κοινῶ Ἁγίω Ποτηρίω μετά τῆς
ἐν Ρουμανία Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας θεωροῦμεν ὄχι μόνον ΑΚΩΛΥΤΟΝ,
ἀλλά καί ΕΠΙΒΕΒΛΗΜΕΝΗΝ…». («Ο.Π.») Μάιος — Ἰούνιος 2008 Α.Τ. 181 σελ.
209-210).Παρακαλοῦμεν τούς ἀρθρογράφους — Ἐπιστολογάφους κ.κ. Ἀρχιμανδρίτην Ἰάκωβον καί Πρεσβύτερον Ἄνθιμον Μπισίρ, ὅταν γράφουν νά εἶναι ἐλεύθεροι καί μακράν σκοπιμοτήτων, νά μελετοῦν καλῶς τά κείμενα, εἰς τά ὁποῖα ἀναφέρονται καί νά εἶναι μακράν ἀπό κακάς σκοπιμότητας. Ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ τό 1967, ἐχειροτόνησεν μόνος τόν Ἀρχιμανδρίτην Νήφωνα, εἰς Ἐπίσκοπον λόγω μή ὑπάρξεως ἄλλου Γνησίως Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου εἰς τή Ρουμανίαν καί τῆς ἀδυναμίας ἐπικοινωνίας μέ τήν Ἑλλάδα, λόγω τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος τῆς Ρουμανίας, ὅπου ἤδη εἶχε συγκροτηθεῖ ἡ περί τόν Ἀοίδιμον Ἀρχιεπίσκοπον Ματθαῖον Ἱερά Σύνοδος. Ὁ Ἐπίσκοπος Νήφων ἐχειροτόνησεν μόνος τόν Ἐπίσκοπον Κλήμεντα, ὄχι ἐπειδή διεφώνησεν μέ τόν χειροτονήσαντα αὐτόν, Ἐπίσκοπον Βίκτωρα, ἀλλά διότι μετά τήν ἀνάληψιν ὑπό τοῦ τελευταίου τῆς ἡγεσίας τῶν Ρουμάνων Γνησίων Ὀρθοδόξων, τό κομμουνιστικόν καθεστώς τόν περιώρισεν πλήρως εἰς διαμέρισμα τοῦ Βουκουρεστίου, ὅπου καί ἀπεβίωσεν φρουρούμενος, ἐνεταφιάσθη δέ ἀπό τό Νεοημερολογιτικόν Πατριαρχεῖον εἰς τήν Μονή Τσερνίκας. Ἀπό τά προηγούμενα ἐπαρκῶς τεκμηριώνεται, ὅτι ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τήν Ρουμανίαν ἐκφράζεται ἀπό τούς Σεβ. Ἐπισκόπους κ.κ. Κασσιανόν καί Γερόντιον καί τό ὑπ' αὐτούς «μικρόν ποίμνιον» καί ὄχι ἀπό τό «μεγάλο ποίμνιο» τοῦ κ. Βλασίου, τό μεγαλύτερον τοῦ Πατριαρχείου Ρουμανίας ἤ τό ἀνύπαρκτον τοῦ κ. Φλωριανοῦ — Ἀνθίμου Μπισίρ. VΙΙ. Ἡ σημερινή κατάστασις
Παρά τό ἐμπερίστατον, δέν
ἰσχύει τό γραφόμενον εἰς τό ἐν λόγω Περιοδικόν, ὅτι «δύο ἀπομονωμένοι
Ἐπίσκοποι μέ ὀλιγοστόν ποίμνιον προβάλλονται ὡς ἡ μοναδική Γνησία
Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας». Πέραν τοῦ ὅτι εἰς τά ἐκκλησιαστικά
πράγματα τό ζητούμενον εἶναι ποιοτικόν, ἤτοι, ἡ Ὁμολογία —
Ἐκκλησιολογία καί ὄχι ποσοτικόν (ὁ ἀριθμός τῶν μελῶν), ἡ δικαιοδοσία
τῶν Σεβ. Ἐπισκόπων κ.κ. Κασσιανοῦ καί Γεροντίου μέ δεκάδα Κληρικούς,
τρεῖς μονάς ὅπου μονάζουν 50 περίπου μοναχοί καί μοναχαί καί ὡρισμένας
χιλιάδας ποιμνίου πιστῶν Ὀρθοδόξων (μόνον εἰς τήν πανήγυριν τῆς
Ζωοδόχου Πηγῆς 2008 συμμετεῖχον περί τούς 1.500 πιστούς), εἶναι ἀσφαλῶς
ἀριθμητικά μεγαλύτερη ἀπό πολλές Μητροπόλεις τοῦ Πατριαρχείου ΚΠόλεως
(λ.χ. ἐκείνη τῆς Σουηδίας), ἀλλά καί τῆς Ἑλλάδος (ἐκείνη τῶν Κυθήρων).τῶν Σεβ. Ἐπισκόπων κ.κ. Κασσιανοῦ καί Γεροντίου Σχετικῶς μέ τά συκοφαντικῶς ἀποδιδόμενα ἀπό τόν κ. Μπισίρ εἰς τόν πολιόν Γέροντα (ἡλικίας 82 ἐτῶν) Σεβ. Ἐπίσκοπο Μπακάου κ. Κασσιανόν, ὅτι δῆθεν ζῆ μέ τήν σύζυγό του, τούς πληροφοροῦμεν ὅτι ὁ πολιός Σεβ/τος κ. Κασσιανός προερχόμενος ἀπό τόν ἔγγαμον Κλῆρον, ἠσπάσθη τόν μοναχικόν βίον μέ τήν Πρεσβυτέραν του, ἡ ὁποία μάλιστα ἀπό ἐτῶν ἔχει ἀποβιώσει, καί ἐχειροτονήθη Ἐπίσκοπος «ἐν ὑπακοῆ», διά τάς ἀνάγκας τῆς ἐμπεριστάτου Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας…». Εἰς τό β΄ μέρος τῆς εἰσηγήσεως, ὁ κ. Ἀντώνιος Μάρκου ἀνεφέρθη εἰς τήν περίοδον ἀπό τῆς Σοβιετοποιήσεως τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας καί τάς προκυψάσας ὁμάδας: α) Τῶν Σεραφειμο-Γενναδιτῶν, β) Τῶν Ἀνδρεϊτῶν, γ) Τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς καί δ) Τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν καί καταλήξας εἶπεν: «Τό 1995 Ἔξαρχος τῶν Ρωσικῶν Κοινοτήτων διωρίσθη ὁ Μητροπολίτης κ. Κήρυκος, ὁ ὁποῖος μέχρι τήν σύνταξιν τοῦ παρόντος ἔχει πραγματοποιήσει 10 ποιμαντικάς ἐπισκέψεις εἰς τήν Ρωσίαν, κατά τάς ὁποίας ἐχειροτόνησεν 4 ἀκόμη Κληρικούς, ἐγκαινίασεν ναούς καί συνέβαλεν, εἰς τήν ὀργάνωσιν τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Κήρυκος, σεβόμενος τήν σχετικήν ἀπόφασιν Συνάξεως Κλήρου καί λαοῦ, ἡ ὁποία συνεκλήθη εἰς τό Βορονέζ τό 2004, κατά τήν ὁποίαν ἐψηφίσθη Ἐπίσκοπος ὁ ἀρχιμ. Σεραφείμ, ἐχειροτόνησεν τόν ἐκλεγέντα εἰς Μητροπολίτην Κιέβου 12/25.5.2008. Οὕτω ἐπληρώθη ἡ «προφητεία» ἁγίων μορφῶν τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν (ὅπως τοῦ Ἱερομάρτυρος Μητροπ. Κυρίλλου τοῦ Καζάν καί τοῦ Στάρετς Θεοδοσίου τοῦ Μινβόντι), ὅτι «ὅπως οἱ Ρῶσοι πῆραν τήν Ἀποστολικήν Πίστην ἀπό τούς Ἕλληνες, κατά τό Βάπτισμα τοῦ 988, ἔτσι θά πάρουν καί τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν μετά τήν κατάρρευσιν τοῦ Κομμουνισμοῦ». Ἑπομένη συνεδρίασις τῆς Πανορθοδόξου Ἱερᾶς Συνόδου ὡρίσθη ὅπως πραγματοποιηθῆ εἰς τήν Ρουμανίαν κατά τήν ἑβδομάδα τῆς Διακαινησίμου. ***
(1) Ὅρα ταύτην εἰς τόν
«Κ.Γ.Ο.» Τόμος 1997 σελ. 166-175, 200-210, 230-236 καί 261-267. Ἐπίσης
εἰς ἰδιαιτέραν ἔκδοσιν: «Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20όν ΑΙΩΝΑ» Ἀθῆναι 1997.
Ἐπισημειοῦμεν ὅτι ἰδιαιτέρως ἠνώχλησεν τά σκοτεινά κέντρα καί ἡ ὁμιλία
κατά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ προηγουμένου ἔτους 1996, ὑπό τόν
τίτλον «Η ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΩΝ
ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ», ἕνεκα τῆς ὁποίας καί πάλιν μᾶς ὡδήγησαν τότε εἰς τά ποινικά
Δικαστήρια!(2) Ἐλευθερίου Γκουτζίδη: «ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ ΠΡ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ…». Ἀθῆναι Μάϊος 1999, (Ἐπαναδημοσιεύεται ὑπό τοῦ παρόντος Δημοσιογραφικοῦ Ὀργάνου τῆς Ἐκκλησίας «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΟΗ»). (3) Μέ τήν πρόφασιν ὅτι ὁ ἐπί ἔτη Διευθυντής ὡς λαϊκός καί Ἱερομόναχος π. Κήρυκος, ὡς Ἀρχιερεύς πλέον πρέπει νά ἐπιδοθῆ εἰς τά νέα καθήκοντά του, παρεδόθη ἡ Διεύθυνσις τοῦ ΚΗΡΥΚΟΣ εἰς τόν κ. Δ. Κάτσουρα! (4) Σημ. τοῦ Διευθυντοῦ τῆς «Ο.Π.»: Κανείς δέν μᾶς ἠγάπησεν καί ἐτίμησεν ὅσον ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας, ἀλλά καί κανείς δέν μᾶς ἐπλήγωσεν τόσον ὅσον μᾶς ἐπλήγωσεν, (κατά τήν τελευταίαν δεκαετίαν τῆς ζωῆς του), πάλιν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας! Δέν τόν κακίζομεν, διότι ἡ ἀρετή του παραμένει ζῶσα εἰς ἡμᾶς καί ἄς εἶναι συγκεχωρημένος διά τά προσωπικά ἀδικήματα πρός τήν ἐλαχιστότητά μας, ἀλλά δι' ὅσα κατά τῆς Ἐκκλησίας ὑπό τοῦ περιβάλλοντός του ἐξωθήθη καί ἔπραξεν, οὐκ ἔστιν ἐμόν ἔργον ἀποφαίνεσθαι. Τοῦτο δέδοται τῆ Ἐκκλησία, πρός ἥν ἡμάρτησεν!.. (5) Βλέπε εἰς «Ο.Π.» Μάρτιος — Ἀπρίλιος 2008 σελ. 101-122 ἄρθρον ὑπό τόν τίτλον: «ΑΜΕΣΟΣ ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ», καί τό ὁμώνυμον βιβλίον Ἀθῆναι Μάρτιος 2008. (6) Τό ἐν λόγω θέμα κατ' ἐξαίρεσιν ἐξητάσθη τό ἑσπέρας τῆς Δευτέρας 3/16.2.2009. (7) Σημ. «Ο.Π.»: Μήν προφασισθοῦν ὅτι ταῦτα ἀφοροῦν τούς Νεοημερολογίτας — Οἰκουμενιστάς, διότι καί οἱ ἴδιοι, μέ πρῶτον τόν «σοφόν» καί πολυμαθῆ «Ἀρχιεπίσκοπον» κ. Καββακίδη Μακάριον, κατόπιν τῆς ὑπό τοῦ ἐν διασπορᾶ Ρώσου Ἐπισκόπου Σικάγου Σεραφείμ χειροτονίας των, προκύπτουν κατά πολλά χείρονες τῶν Νεοημερολογιτιῶν, οἱ ὁποῖοι τοὐλάχιστον δέν ὑποκρίνονται καί δέν ἐξαπατοῦν ὅπως οἱ τῶν 5-6 παλαιοημερολογιτικῶν παρατάξεων, αἱ ὁποῖοι πέραν τῶν Ἐκκλησιολογικῶν ἀντιφάσεών των, εἶναι σχισματικοί καί ἔναντι τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀλλά καί αὐτῆς τῆς ὑπό τοῦ κ. Ἱερωνύμου!.. Νεοημερολογιτικῆς -Οἰκουμενιστικῆς Ἱεραρχίας. (8) Μάλιστα, ἄν ὁ Ἀλέξανδρος πράγματι ταυτίζεται μέ τόν «Ἄρχοντα» πού ἐπισκέφθηκε τόν ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ καί ἄν πράγματι δέν ἀπέθανεν τό 1825, ἀλλά ἐσκηνοθέτησεν τόν θάνατόν του καί ἔζησεν εἰς τήν Σιβηρίαν μίαν ζωήν μετανοίας ὡς λαϊκός Στάρετς Θεόδωρος Κούσμιτς (ἄποψιν τήν ὁποίαν δέχονται πολλοί ἐρευνηταί), φαίνεται ὅτι ἐδέχθη ἀπό τόν Μεγάλον αὐτόν Ὅσιον τόν «κανόνα», διότι «ἐπέβαλε βιαίως νεωτεριστικούς καί ἀντορθόδοξους θεσμούς ἀποστατῶντας ἀπό τήν Ἐκκλησίαν καί ἀκολουθῶντας τόν δυτικόν σκοταδισμόν καί τά ὀνομαζόμενα «φιλελεύθερα» κηρύγματά του». (Βλ. «Ὅσιος Νεκτάριος -Ὁ τελευταῖος μεγάλος Στάρετς τῆς Ὄπτινα», ἔκδοσις Ἱ. Μ. ἁγ. Συμεών τοῦ Νέου θεολόγου Καλάμου Ἀττικῆς, σελ. 58 καί Θ. Ξαριντζεφφ, «Ρωσία, ἡ χώρα τῶν ἄκρων», σελ. 133-152). Ἀσφαλῶς μεταξύ τῶν νεωτερισμῶν πού ἐπέβαλεν ὁ Τσάρος Ἀλέξανδρος, εἶναι καί ἡ ἀπαγόρευσις τοῦ Ὀρθοδόξου τύπου Βαπτίσματος. (9) Βλ. Ene Braniste, «Despre inovatii in savirsire serviciilor divine. Γιά τίς καιντομίες στήν τέλεση τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν», εἰς τό περιοδικόν «Studii Theologice», 1953, τεύχος 3-4. Επίσης Liviu Streza, «Pastrarea unitatii in savirsirea cultului divin si imoprtanta ei pentru unitatea Biserici Orthodoxe Romane - Combaterea inovatiilor si practilor liturgice necanonice. Ἡ διατήρηση τῆς ἑνότητας στήν τέλεση τῆς θείας Λατρείας καί ἡ σημασία της γιά τήν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας. Καταπολέμηση τῶν ἀντικανονικῶν Λειτουργικῶν καινοτομιῶν καί πρακτικῶν», εἰς τό Περιοδικόν «Mitropolia Ardealului», 1989, τεῦχος 2 καί τοῦ ἰδίου «Botezul in diferite rituri liturgice crestine. Τό Βάπτιμα στούς διάφορους Χριστιανικούς Λειτουργικούς τύπους», Διδακτορική Διατριβή. |